< Oséias 6 >
1 Vinde, e tornemos ao Senhor, porque ele despedaçou, e nos sarará, feriu, e nos atará a ferida.
Έλθετε και ας επιστρέψωμεν προς τον Κύριον· διότι αυτός διεσπάραξε, και θέλει μας ιατρεύσει· επάταξε, και θέλει περιδέσει την πληγήν ημών.
2 Depois de dois dias nos dará a vida: ao terceiro dia nos resuscitará, e viveremos diante dele.
Θέλει αναζωοποήσει ημάς μετά δύο ημέρας· εν τη τρίτη ημέρα θέλει μας αναστήσει, και θέλομεν ζη ενώπιον αυτού.
3 Então conheceremos, e proseguiremos em conhecer, ao Senhor: como a alva, está aparelhada a sua saída: e ele a nós virá como a chuva, como chuva serodia que rega a terra.
Τότε θέλομεν γνωρίσει και θέλομεν εξακολουθεί να γνωρίζωμεν τον Κύριον· η έξοδος αυτού είναι προδιατεταγμένη ως η αυγή· και θέλει ελθεί προς ημάς ως υετός, ως βροχή όψιμος και πρώϊμος επί την γην.
4 Que te farei, ó Ephraim? que te, farei, ó Judá? visto que a vossa beneficência é como a nuvem da manhã, e como o orvalho da madrugada, que passa.
Τι να κάμω εις σε, Εφραΐμ; τι να κάμω εις σε, Ιούδα; διότι η καλωσύνη σας είναι ως νεφέλη πρωϊνή και ως δρόσος εωθινή ήτις παρέρχεται.
5 Por isso os cortei pelos profetas: pela palavras da minha boca os matei; e os teus juízos sairão como a luz.
Διά τούτο κατέκοψα αυτούς διά των προφητών· εφόνευσα αυτούς διά των λόγων του στόματός μου· και αι κρίσεις σου θέλουσιν εξέλθει ως φως.
6 Porque o que eu quero é a misericórdia, e não o sacrifício; e o conhecimento de Deus, mais do que os holocaustos.
Διότι έλεος θέλω και ουχί θυσίαν· και επίγνωσιν Θεού μάλλον παρά ολοκαυτώματα.
7 Porém eles traspassaram o concerto, como Adão; ali se portaram aleivosamente contra mim.
Αυτοί όμως ως ο Αδάμ παρέβησαν την διαθήκην· εν τούτω εφέρθησαν απίστως προς εμέ.
8 Gilead é uma cidade dos que obram iniquidade, calcada de sangue.
Η Γαλαάδ είναι πόλις εργαζομένων ανομίαν, ενεδρεύουσα αίμα.
9 Como as tropas dos salteadores a alguns esperam, assim é a companhia dos sacerdotes; matam no caminho para Sichem, porque fazem abominações.
Και ως στίφη ληστών παραμονεύοντα άνθρωπον, ούτως ο σύλλογος των ιερέων φονεύουσιν εν τη οδώ μέχρι Συχέμ· διότι έπραξαν αισχρά.
10 Vejo uma coisa horrenda na casa de Israel: ali está a fornicação de Ephraim; Israel é contaminado.
Εν τω οίκω Ισραήλ είδον φρίκην· εκεί είναι η πορνεία του Εφραΐμ· ο Ισραήλ εμιάνθη.
11 Também para ti, ó Judá, foi assinada uma sega; quando eu tornar o cativeiro do meu povo.
Και διά σε, Ιούδα, διωρίσθη θερισμός, όταν εγώ επιστρέψω την αιχμαλωσίαν του λαού μου.