< Raniera 5 >

1 I tukua ha hakari nui e Kingi Perehatara ma etahi o ana ariki, kotahi te mano, a inu waina ana ia i te aroaro o te mano.
Βαλτάσαρ ο βασιλεύς έκαμε συμπόσιον μέγα εις χιλίους εκ των μεγιστάνων αυτού και έπινεν οίνον ενώπιον των χιλίων.
2 I te mea e inu waina ana a Perehatara, ka whakahau ia kia kawea mai nga oko, nga mea koura, nga mea hiriwa, i tangohia e tona papa, e Nepukaneha, i roto i te temepara i Hiruharama; hei mea inu ma te kingi, ma ana rangatira, ma ana wahine, ma ana wahine hoahoa.
Και εν τη γεύσει του οίνου προσέταξεν ο Βαλτάσαρ να φέρωσι τα σκεύη τα χρυσά και τα αργυρά, τα οποία Ναβουχοδονόσορ ο πατήρ αυτού αφήρεσεν εκ του ναού του εν Ιερουσαλήμ, διά να πίωσιν εν αυτοίς ο βασιλεύς και οι μεγιστάνες αυτού, αι γυναίκες αυτού και αι παλλακαί αυτού.
3 Katahi ka kawea mai e ratou nga oko koura i tangohia i roto i te temepara o te whare o te Atua i Hiruharama; a inu ana ki aua mea te kingi, ana ariki, ana wahine, me ana wahine hoahoa.
Και εφέρθησαν τα σκεύη τα χρυσά, τα οποία αφηρέθησαν εκ του ναού του οίκου του Θεού του εν Ιερουσαλήμ· και έπινον εν αυτοίς ο βασιλεύς και οι μεγιστάνες αυτού, αι γυναίκες αυτού και αι παλλακαί αυτού.
4 Inu waina ana ratou, whakamoemiti ana ki nga atua, ki nga mea koura, hiriwa, parahi, rino, rakau, kohatu.
Έπινον οίνον και ήνεσαν τους θεούς τους χρυσούς και αργυρούς, τους χαλκούς, τους σιδηρούς, τους ξυλίνους και τους λιθίνους.
5 I taua haora ka puta mai nga maihao o tetahi ringa tangata, kei te tuhituhi ki te ritenga ake o te turanga rama, ki te paninga i te taha o te whare o te kingi: a ka kite te kingi i te wahi o te ringa nana te tuhituhi.
Εν αυτή τη ώρα εξήλθον δάκτυλοι χειρός ανθρώπου και έγραψαν κατέναντι της λυχνίας επί το κονίαμα του τοίχου του παλατίου του βασιλέως· και ο βασιλεύς έβλεπε την παλάμην της χειρός, ήτις έγραψε.
6 Katahi ka puta ke te mata o te kingi, raruraru ana ia i ona whakaaro, a tangoro iho nga hononga o tona hope, kei te aki mai ano ona turi ki a raua.
Τότε η όψις του βασιλέως ηλλοιώθη και οι διαλογισμοί αυτού συνετάραττον αυτόν, ώστε οι σύνδεσμοι της οσφύος αυτού διελύοντο και τα γόνατα αυτού συνεκρούοντο.
7 Na nui atu te karanga a te kingi kia kawea mai nga kaititiro whetu, nga Karari, nga tohunga tuaahu. A i korero te kingi, i mea ki nga tangata whakaaro nui o Papurona, Ko te tangata e korerotia ai tenei tuhituhi, a ka whakaaturia mai e ia tona tik anga ki ahau, he ngangana te kakahu mona, he mekameka koura ano mo tona kaki, a ko ia ano hei rangatira tuatoru i te kingitanga.
Και εβόησεν ο βασιλεύς μεγαλοφώνως να εισάξωσι τους επαοιδούς, τους Χαλδαίους και τους μάντεις. Τότε ο βασιλεύς ελάλησε και είπε προς τους σοφούς της Βαβυλώνος, Όστις αναγνώση την γραφήν ταύτην και μοι δείξη την ερμηνείαν αυτής, θέλει ενδυθή πορφύραν, και η άλυσος η χρυσή θέλει τεθή περί τον τράχηλον αυτού και θέλει είσθαι ο τρίτος άρχων του βασιλείου.
8 Katahi ka haere mai nga tangata whakaaro nui katoa e te kingi: heoi kihai i ahei te korero i te tuhituhi, kihai ano i whakaatu i tona tikanga ki te kingi.
Τότε εισήλθον πάντες οι σοφοί του βασιλέως· πλην δεν ηδύναντο να αναγνώσωσι την γραφήν ουδέ την ερμηνείαν αυτής να φανερώσωσι προς τον βασιλέα.
9 Katahi ka nui atu te raruraru o Kingi Perehatara, ka puta ke tona mata, a tahurihuri ana ana ariki.
Και ο βασιλεύς Βαλτάσαρ εταράχθη μεγάλως και ηλλοιώθη εν αυτώ η όψις αυτού και οι μεγιστάνες αυτού συνεταράχθησαν.
10 Na ka haere te kuini ki te whare hakari, na nga kupu hoki a te kingi ratou ko ana ariki: na ka korero te kuini, ka mea, E te kingi, kia ora tonu koe: kei raruraru koe i ou whakaaro, kei puta ke tou mata.
Η βασίλισσα εκ των λόγων του βασιλέως και των μεγιστάνων αυτού εισήλθεν εις τον οίκον του συμποσίου· και ελάλησεν η βασίλισσα και είπε, Βασιλεύ, ζήθι εις τον αιώνα· μη σε ταράττωσιν οι διαλογισμοί σου και η όψις σου ας μη αλλοιούται.
11 He tangata tenei kei tou kingitanga, kei a ia nei te wairua o nga atua tapu; i nga ra hoki o tou papa i kitea te marama, te mohio, me nga whakaaro nui i roto i a ia, he mea rite tonu ki nga whakaaro nui o nga atua, a meinga ana ia e tou papa, e Kingi Nepukaneha, ae ra, e tou papa, e te kingi, hei rangatira mo nga tohunga maori ratou ko nga kaititiro whetu, ko nga Karari, ko nga tohunga tuaahu:
Υπάρχει άνθρωπος εν τω βασιλείω σου, εις τον οποίον είναι το πνεύμα των αγίων θεών· και εν ταις ημέραις του πατρός σου φως και σύνεσις και σοφία, ως η σοφία των θεών, ευρέθησαν εν αυτώ, τον οποίον ο βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ ο πατήρ σου, ο βασιλεύς ο πατήρ σου, κατέστησεν άρχοντα των μάγων, των επαοιδών, των Χαλδαίων και των μάντεων.
12 Na pai atu te wairua i kitea i roto i taua Raniera, i huaina nei e te kingi ko Peretehatara, te matau, te mohio, te whakaatu moe, te whakakite i nga kupu pakeke: tareka ana i a ia nga mea e mau ana. Na kia karangatia a Raniera, a mana e whakakit e te tikanga.
Διότι πνεύμα έξοχον και γνώσις και σύνεσις, ερμηνεία ενυπνίων και εξήγησις αινιγμάτων και λύσις αποριών, ευρέθησαν εν αυτώ τω Δανιήλ, τον οποίον ο βασιλεύς μετωνόμασε Βαλτασάσαρ· τώρα λοιπόν ας προσκληθή ο Δανιήλ, και θέλει δείξει την ερμηνείαν.
13 Katahi ka kawea mai a Raniera ki te aroaro o te kingi. A ka korero te kingi, ka mea ki a Raniera, Ko taua Raniera ranei koe, no nga tamariki whakarau o Hura, i kawea mai nei e te kingi, e toku papa, i Hura?
Τότε εισήχθη ο Δανιήλ έμπροσθεν του βασιλέως. Και ο βασιλεύς ελάλησε και είπε προς τον Δανιήλ, Συ είσαι ο Δανιήλ εκείνος, όστις είσαι εκ των υιών της αιχμαλωσίας του Ιούδα, τους οποίους έφερεν εκ της Ιουδαίας ο βασιλεύς ο πατήρ μου;
14 Kua rongo ahau ki a koe, kei roto i a koe te wairua o nga atua, a e kitea ana te marama i roto i a koe, te matauranga, me te mohio pai rawa.
Ήκουσα τωόντι περί σου, ότι το πνεύμα των θεών είναι εν σοι και φως και σύνεσις και σοφία έξοχος ευρέθησαν εν σοι.
15 Na kua kawea mai nei nga tangata whakaaro nui, nga kaititiro whetu, ki toku aroaro, kia korerotia ai e ratou tenei tuhituhi, kia whakaaturia ai tona tikanga ki ahau: heoi kihai i taea e ratou te whakaatu te tikanga o taua mea.
Και τώρα εισήλθον έμπροσθέν μου οι σοφοί και οι επαοιδοί, διά να αναγνώσωσι την γραφήν ταύτην και να φανερώσωσιν εις εμέ την ερμηνείαν αυτής, πλην δεν ηδυνήθησαν να δείξωσι του πράγματος την ερμηνείαν.
16 Kua rongo ia ahau ki a koe, ka taea e koe te whakaatu tikanga, a ka tareka i a koe nga mea e mau ana. Na ki te taea e koe te tuhituhi te korero, a ka whakaaturia tona tikanga ki ahau, he ngangana te kakahu mou, he mekameka koura ano tenei mo tou kaki, ko koe hoki hei rangatira tuatoru i te kingitanga.
Και εγώ ήκουσα περί σου, ότι δύνασαι να ερμηνεύης και να λύης απορίας· τώρα λοιπόν, εάν δυνηθής να αναγνώσης την γραφήν και να φανερώσης προς εμέ την ερμηνείαν αυτής θέλεις ενδυθή πορφύραν και η άλυσος η χρυσή θέλει τεθή περί τον τράχηλόν σου και θέλεις είσθαι ο τρίτος άρχων του βασιλείου.
17 Katahi ka whakahoki a Raniera, ka mea ki te aroaro o te kingi, Mau au hakari, hoatu au utu ki tetahi atu; me korero ia e ahau te tuhituhi ki te kingi, me whakaatu te tikanga ki a ia.
Τότε ο Δανιήλ απεκρίθη και είπεν έμπροσθεν του βασιλέως, Τα δώρα σου ας ήναι εν σοι και δος εις άλλον τας αμοιβάς σου· εγώ δε θέλω αναγνώσει την γραφήν εις τον βασιλέα και θέλω φανερώσει την ερμηνείαν προς αυτόν.
18 E te kingi, i homai e te Atua, e te Runga Rawa, te kingitanga ki tou papa, ki a Nepukaneha, me te nui, me te kororia, me te honore:
Βασιλεύ, ο Θεός ο ύψιστος έδωκεν εις τον Ναβουχοδονόσορ τον πατέρα σου βασιλείαν και μεγαλειότητα και δόξαν και τιμήν.
19 A na taua nui, i homai ra e ia ki a ia, i wiri ai nga tangata katoa, nga iwi, nga reo, i wehi ai i tona aroaro: ko ana i pai ai whakamatea ana e ia, ko ana i pai ai whakaorangia ana e ia, ko ana i pai ai whakaturia ana e ia a, ko ana i pai ai wh akaititia iho e ia.
Και διά την μεγαλειότητα, την οποίαν έδωκεν εις αυτόν, πάντες οι λαοί, έθνη και γλώσσαι έτρεμον και εφοβούντο έμπροσθεν αυτού· όντινα ήθελεν εφόνευε και όντινα ήθελεν εφύλαττε ζώντα και όντινα ήθελεν ύψωνε και όντινα ήθελεν εταπείνονεν·
20 Otiia ka whakakake tona ngakau, ka pakeke tona hinengaro i runga i te whakapehapeha, na kua whakataka ia i runga i tona torona kingi, whakakahoretia iho tona kororia.
αλλ' ότε η καρδία αυτού επήρθη και ο νούς αυτού εσκληρύνθη εν τη υπερηφανία, κατεβιβάσθη από του βασιλικού θρόνου αυτού και αφηρέθη η δόξα αυτού απ' αυτού·
21 A aia atu ana ia i roto i nga tama a te tangata, i meinga ano tona ngakau kia rite ki o nga kararehe; i nga kaihe mohoao ano hoki tona nohoanga, he mea whangai ia ki te tarutaru, ano he kau; i maku ano tona tinana i te tomairangi o te rangi, a m ohio noa ia kei te kawana te Atua, te Runga Rawa, ki te kingitanga tangata, e whakaritea ana hoki e ia ma tana e pai ai.
και εξεδιώχθη εκ των υιών των ανθρώπων, και η καρδία αυτού έγεινεν ως των θηρίων και η κατοικία αυτού ήτο μετά των αγρίων όνων· με χόρτον ως οι βόες ετρέφετο και το σώμα αυτού εβρέχετο υπό της δρόσου του ουρανού· εωσού εγνώρισεν ότι ο Θεός ο ύψιστος είναι Κύριος της βασιλείας των ανθρώπων και όντινα θέλει, στήνει επ' αυτήν.
22 Na ko koe, ko tana tama, e Perehatara, kihai i whakaititia e koe tou ngakau, me te mohio ano koe ki tenei katoa;
Και συ ο υιός αυτού, ο Βαλτάσαρ, δεν εταπείνωσας την καρδίαν σου, ενώ εγνώριζες πάντα ταύτα·
23 Heoi whakakake ana koe ki te Ariki o te rangi, kua oti ano nga oko o tona whare te kawe mai ki tou aroaro, hei oko inu waina, mau, ma au ariki, ma au wahine, ma au wahine iti; kua whakamoemiti ano koe ki nga atua, ki nga mea hiriwa, koura, parah i, rino, rakau, kohatu, e kore nei e kite, e rongo, e mohio: na, ko te Atua, kei tona ringa nei tou manawa, nana nei ou ara katoa, kihai ia i whakakororiatia e koe.
αλλ' υψώθης εναντίον του Κυρίου του ουρανού· και τα σκεύη του οίκου αυτού έφεραν έμπροσθέν σου, και επίνετε οίνον εξ αυτών και συ και οι μεγιστάνές σου, αι γυναίκές σου και αι παλλακαί σου· και εδοξολόγησας τους θεούς τους αργυρούς και τους χρυσούς, τους χαλκούς, τους σιδηρούς, τους ξυλίνους και τους λιθίνους, οίτινες δεν βλέπουσιν ουδέ ακούουσιν ουδέ νοούσι· τον δε Θεόν, εις του οποίου την χείρα είναι η πνοή σου και εις την εξουσίαν αυτού πάσαι αι οδοί σου, δεν εδόξασας.
24 Katahi ka unga atu te wahi o te ringa i tona aroaro; na kua oti tenei mea te tuhituhi.
Διά τούτο εστάλη απ' έμπροσθεν αυτού η παλάμη της χειρός και ενεχαράχθη η γραφή αύτη.
25 Na ko te mea tenei i tuhituhia, MENE, MENE, TEKERE, UPARAHINI.
Και αύτη είναι η γραφή ήτις ενεχαράχθη· Μενέ, Μενέ, Θεκέλ, Ο υ φ α ρ σ ί ν.
26 Ko te tikanga tenei o te mea: MENE; kua oti tou kingitanga te tatau e te Atua, mutu pu i a ia.
Αύτη είναι η ερμηνεία του πράγματος· Μενέ, εμέτρησεν ο Θεός την βασιλείαν σου και ετελείωσεν αυτήν·
27 TEKERE; kua oti koe te pauna ki te pauna, a kua kitea tou koha.
Θεκέλ, εζυγίσθης εν τη πλάστιγγι και ευρέθης ελλιπής·
28 PEREHE; kua oti tou kingitanga te wahi, kua hoatu ki nga Meri, ki nga Pahi.
Φερές, διηρέθη η βασιλεία σου και εδόθη εις τους Μήδους και Πέρσας.
29 Katahi a Perehatara ka whakahau a whakakakahuria ana a Raniera ki te mea ngangana, whakanohoia ana he mekameka koura ki tona kaki, karangarangatia ana ia ko ia te rangatira tuatoru o te kingitanga.
Τότε προσέταξεν ο Βαλτάσαρ και ενέδυσαν τον Δανιήλ την πορφύραν, και περιέθηκαν την άλυσον την χρυσήν περί τον τράχηλον αυτού, και διεκήρυξαν περί αυτού, να ήναι ο τρίτος άρχων του βασιλείου.
30 I taua po ano ka patua a Perehatara kingi o nga Karari.
Την αυτήν νύκτα εφονεύθη ο Βαλτάσαρ ο βασιλεύς των Χαλδαίων.
31 A riro ana te kingitanga i a Tariuha Meri: ko ona tau kei te ono tekau ma rua.
Και Δαρείος ο Μήδος έλαβε την βασιλείαν, ων περίπου ετών εξήκοντα δύο.

< Raniera 5 >