< Raniera 3 >
1 I hanga e Kingi Nepukaneha he whakapakoko koura, ko tona roa e ono tekau whatianga, a ko tona whanui e ono whatianga: a whakaturia ana e ia ki te mania o Rura i te kawanatanga o Papurona.
Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς έκαμεν εικόνα χρυσήν, το ύψος αυτής εξήκοντα πηχών και το πλάτος αυτής εξ πηχών· και έστησεν αυτήν εν τη πεδιάδι Δουρά, εν τη επαρχία της Βαβυλώνος.
2 Katahi a Kingi Nepukaneha ka tono tangata ki te huihui i nga ariki, i nga kawana, i nga rangatira, i nga kaiwhakawa, i nga kaitiaki taonga, i nga kaiwhakatakoto whakaaro, i era atu rangatira, i nga kawana katoa o nga kawanatanga, kia haere mai ki te tainga o te kawa o te whakapakoko i whakaturia e Kingi Nepukaneha.
Και απέστειλε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς να συνάξη τους σατράπας, τους διοικητάς και τους τοπάρχας, τους κριτάς, τους θησαυροφύλακας, τους συμβούλους, τους νομοδιδασκάλους και πάντας τους άρχοντας των επαρχιών, διά να έλθωσιν εις τα εγκαίνια της εικόνος, την οποίαν έστησε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς.
3 Katahi nga ariki, nga kawana, nga rangatira, nga kaiwhakawa, nga kaitiaki taonga, nga kaiwhakatakoto whakaaro, era atu rangatira, me nga kawana katoa o nga kawanatanga ka huihui ki te tainga o te kawa o te whakapakoko kua whakaturia nei e Kingi N epukaneha; na tu ana ratou ki te aronga o te whakapakoko kua whakaturia nei e Nepukaneha.
Και οι σατράπαι, οι διοικηταί και οι τοπάρχαι, οι κριταί, οι θησαυροφύλακες, οι σύμβουλοι, οι νομοδιδάσκαλοι και πάντες οι άρχοντες των επαρχιών συνήχθησαν εις τα εγκαίνια της εικόνος, την οποίαν έστησε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς· και εστάθησαν έμπροσθεν της εικόνος, την οποίαν έστησεν ο Ναβουχοδονόσορ.
4 Katahi ka nui atu te karanga a te kaikaranga, He whakahau tenei ki a koutou, e nga tangata, e nga iwi, e nga reo:
Και κήρυξ εβόα μεγαλοφώνως, Εις εσάς προστάττεται, λαοί, έθνη και γλώσσαι,
5 A te wa e rongo ai koutou i te tangi o te koronete, o te putorino, o te hapa, o te hakaputa, o te hatere, o te taratimere, o nga mea tangi katoa, me takoto koutou, me koropiko ki te whakapakoko koura kua whakaturia nei e Kingi Nepukaneha.
καθ' ην ώραν ακούσητε τον ήχον της σάλπιγγος, της σύριγγος, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, της συμφωνίας και παντός είδους μουσικής, πεσόντες προσκυνήσατε την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς·
6 Na ki te kahore tetahi e takoto, e koropiko, ka maka ia i taua haora ano ki waenganui o te oumu he mura rawa nei te ngiha.
και όστις δεν πέση και προσκυνήση, την αυτήν ώραν θέλει ριφθή εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης.
7 Na reira, i taua wa, i te rongonga o te iwi katoa i te tangi o te koronete, o te putorino, o te hapa, o te hakaputa, o te hatere, o nga mea tangi katoa, takoto tonu iho nga tangata katoa, nga iwi, nga reo, koropiko ana ki te whakapakoko koura kua tu nei i a Kingi Nepukaneha.
Διά τούτο ότε ήκουσαν πάντες οι λαοί τον ήχον της σάλπιγγος, της σύριγγος, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου και παντός είδους μουσικής, πίπτοντες πάντες οι λαοί, τα έθνη και αι γλώσσαι προσεκύνουν την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς.
8 Heoi i taua wa ka haere mai etahi Karari, ka whakahe ki nga Hurai.
Χαλδαίοι δε τινές προσήλθον τότε και διέβαλον τους Ιουδαίους·
9 I korero ratou, i mea ki a Kingi Nepukaneha, E te kingi, kia ora tonu koe.
και είπον λέγοντες προς τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορ, Βασιλεύ, ζήθι εις τον αιώνα.
10 I whakatakotoria e koe he ture, e te kingi, na, ko nga tangata katoa e rongo ana i te tangi o te koronete, o te putorino, o te hapa, o te hakaputa, o te hatere o te taratimere, o nga mea tangi katoa, kia takoto, kia koropiko ki te whakapakoko ko ura:
Συ, βασιλεύ, εξέδωκας πρόσταγμα, πας άνθρωπος, όστις ακούση τον ήχον της σάλπιγγος, της σύριγγος, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου και της συμφωνίας και παντός είδους μουσικής, να πέση και να προσκυνήση την εικόνα την χρυσήν·
11 A, ki te kahore tetahi e takoto, e koropiko, kia maka ia ki te oumu he mura rawa te ngiha.
και όστις δεν πέση και προσκυνήση, να ριφθή εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης.
12 Tenei etahi Hurai, he hunga i whakaritea e koe hei kaitirotiro mo nga mea o te kawanatanga o Papurona, ko Hataraka, ko Mehaka, ko Apereneko; kihai enei tangata i whakaaro ki a koe, e te kingi; kahore ratou e mahi ki ou atua, kahore e koropiko ki te whakapakoko koura ka oti nei te whakatu e koe.
Είναι άνδρες τινές Ιουδαίοι, τους οποίους κατέστησας επί τας υποθέσεις της επαρχίας της Βαβυλώνος, ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδέ-νεγώ· ούτοι οι άνθρωποι, βασιλεύ, δεν σε εσεβάσθησαν· τους θεούς σου δεν λατρεύουσι και την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησας, δεν προσκυνούσι.
13 Katahi a Nepukaneha i runga i tona riri me te weriweri ka whakahau kia mauria mai a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko. Katahi ka kawea mai e ratou aua tangata ki te aroaro o te kingi.
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ μετά θυμού και οργής προσέταξε να φέρωσι τον Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ. Και έφεραν τους ανθρώπους τούτους ενώπιον του βασιλέως.
14 I korero a Nepukaneha, i mea ki a ratou, He mea ata whakaaro ranei, e Hataraka, e Mehaka, e Apereneko, e kore nei koutou e mahi ki oku atua, e kore nei e koropiko ki te whakapakoko koura kua tu nei i ahau?
Και αποκριθείς ο Ναβουχοδονόσορ είπε προς αυτούς, Τωόντι, Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, τους θεούς μου δεν λατρεύετε και την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησα, δεν προσκυνείτε;
15 Na ki te hihiko koutou i te wa e rongo ai koutou i te tangi o te koronete, o te putorino, o te hapa, o te hakaputa, o te hatere, o te taratimere, o nga mea tangi katoa, a ka takoto, ka koropiko, ki te whakapakoko i hanga e ahau, he pai; tena ki te kahore koutou e koropiko, ka maka koutou i taua haora ki te oumu he mura rawa tona ngiha; a ko wai te atua hei whakaora i a koutou i roto i oku ringa?
τώρα λοιπόν εάν ήσθε έτοιμοι, οπόταν ακούσητε τον ήχον της σάλπιγγος, της σύριγγος, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου και της συμφωνίας και παντός είδους μουσικής, να πέσητε και να προσκυνήσητε την εικόνα την οποίαν έκαμα, καλώς· εάν όμως δεν προσκυνήσητε, θέλετε ριφθή την αυτήν ώραν εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης· και τις είναι εκείνος ο Θεός, όστις θέλει σας ελευθερώσει εκ των χειρών μου;
16 I whakahoki a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko, i mea ki te kingi, E Nepukaneha, kahore a matou maharahara ki te whakahoki kupu ki a koe mo tenei mea.
Απεκρίθησαν ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδέ-νεγώ και είπον προς τον βασιλέα, Ναβουχοδονόσορ, ημείς δεν έχομεν χρείαν να σοι αποκριθώμεν περί του πράγματος τούτου.
17 Ki te penatia, e taea ano e to matou Atua, e karakiatia nei e matou, te whakaora i a matou i roto i te oumu he mura rawa nei te ngiha, ina, ka whakaorangia ano matou e ia i tou ringa, e te kingi.
Εάν ήναι ούτως, ο Θεός ημών, τον οποίον ημείς λατρεύομεν, είναι δυνατός να μας ελευθερώση εκ της καμίνου του πυρός της καιομένης· και εκ της χειρός σου, βασιλεύ, θέλει μας ελευθερώσει.
18 Otiia ka kore, kia mohio koe, e te kingi, e kore matou e mahi ki ou atua, e kore ano e koropiko ki te whakapakoko koura kua tu na i a koe.
Αλλά και αν ουχί, ας ήναι γνωστόν εις σε, βασιλεύ, ότι τους θεούς σου δεν λατρεύομεν και την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησας, δεν προσκυνούμεν.
19 Ki tonu i reira a Nepukaneha i te riri, rere ke ana te ahua o tona mata ki a Hataraka, ki a Mehaka, ki a Apereneko: korero ana ia, whakahau ana kia whitu nga whakanekehanga ake o te hana o te oumu i to mua hana.
Τότε ο Ναβουχοδονόσορ επλήσθη θυμού και η όψις του προσώπου αυτού ηλλοιώθη κατά του Σεδράχ, του Μισάχ και του Αβδέ-νεγώ· και λαλήσας προσέταξε να εκκαύσωσι την κάμινον επταπλασίως μάλλον παρ' όσον εφαίνετο καιομένη.
20 I whakahau ano ia i nga tangata kaha rawa o tana ope kia herea a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko, kia maka ki roto ki te oumu he mura rawa nei te ngiha.
Και προσέταξε τους δυνατωτέρους άνδρας του στρατεύματος αυτού να δέσωσι τον Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, και να ρίψωσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός την καιομένην.
21 Katahi ka herea nga tangata nei i roto tonu i o ratou tarau, i o ratou koti, i o ratou koroka me era atu o o ratou kakahu, a ka maka ki roto ki te oumu he mura rawa nei tona ngiha.
Τότε οι άνδρες εκείνοι εδέθησαν μετά των σαλβαρίων αυτών, των τιαρών αυτών και των περικνημίδων αυτών και των άλλων ενδυμάτων αυτών και ερρίφθησαν εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης.
22 Na reira, i te akiaki rawa o te whakahau a te kingi, i te nui rawa hoki o te hana o te ahi, mate iho i te mura o te ahi nga tangata nana i kawe a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko.
Επειδή δε η προσταγή του βασιλέως ήτο κατεπείγουσα και η κάμινος εξεκαύθη εις υπερβολήν, η φλόξ του πυρός εθανάτωσε τους άνδρας εκείνους, οίτινες εσήκωσαν τον Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ.
23 Na ka taka nga tangata tokotoru nei, a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko, he mea here, ki waenganui o te oumu he mura rawa nei tona ngiha.
Ούτοι δε οι τρεις άνδρες, ο Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, έπεσον δεμένοι εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης.
24 Ko te tino miharotanga o Nepukaneha, hohoro tonu tona whakatika, kei te korero, kei te mea ki ana kaiwhakatakoto whakaaro, He teka ianei tokotoru nga tangata i maka e tatou, he mea here, ki waenganui o te ahi? Ka whakahoki ratou, ka mea ki te ki ngi, He tika ano, e te kingi.
Ο δε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς εξεπλάγη· και σηκωθείς μετά σπουδής ελάλησε και είπε προς τους μεγιστάνας αυτού, δεν ερρίψαμεν τρεις άνδρας δεδεμένους εις το μέσον του πυρός; οι δε απεκρίθησαν και είπον προς τον βασιλέα, Αληθώς, βασιλεύ.
25 Ka whakahoki ia, ka mea, Nana, tokowha nga tangata e kitea nei e ahau, kahore he here, e haereere ana i waenganui o te ahi, kahore hoki e ahatia; na, ko te ahua o te tuawha kei to te Tama a te Atua.
Και αποκριθείς είπεν, Ιδού, εγώ βλέπω τέσσαρας άνδρας λελυμένους, περιπατούντας εν μέσω του πυρός, και βλάβη δεν είναι εις αυτούς, και η όψις του τετάρτου είναι ομοία με Υιόν Θεού.
26 Katahi ka whakatata a Nepukaneha ki te waha o te oumu he mura rawa nei te ngiha, kei te korero, kei te mea, E Hataraka, e Mehaka, e Apereneko, e nga pononga a te Atua, a te Runga Rawa, puta mai, haere mai hoki. Katahi a Hataraka ratou ko Mehaka, ko Apereneko ka puta mai i waenganui o te ahi.
Τότε πλησιάσας ο Ναβουχοδονόσορ εις το στόμα της καμίνου του πυρός της καιομένης ελάλησε και είπε, Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, δούλοι του Θεού του Υψίστου, εξέλθετε και έλθετε. Τότε ο Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ εξήλθον εκ μέσου του πυρός.
27 Na, ko te huihuinga o nga ariki, o nga kawana, o nga rangatira, o nga kaiwhakatakoto whakaaro a te kingi, ka kite ratou i enei tangata, kihai nei te ahi i whai kaha ki o ratou tinana, kihai ano nga makawe o o ratou mahunga i hunua, kihai ano o r atou koti i puta ke, kihai ano te haunga ahi i rere i runga i a ratou.
Και συναχθέντες οι σατράπαι, οι διοικηταί και οι τοπάρχαι και οι μεγιστάνες του βασιλέως είδον τους άνδρας τούτους, ότι επί των σωμάτων αυτών το πυρ δεν ίσχυσε και θριξ της κεφαλής αυτών δεν εκάη και τα σαλβάρια αυτών δεν παρήλλαξαν ουδέ οσμή πυρός επέρασεν επ' αυτούς.
28 Ka korero a Nepukaneha, ka mea, Kia whakapaingia te Atua o Hataraka, o Mehaka, o Apereneko, nana nei i unga mai tana anahera, a whakaorangia ana e ia ana pononga i whakawhirinaki nei ki a ia, i whakaputa ke nei i te kupu a te kingi, a tukua ana e ratou o ratou tinana, he mea kei mahi ratou, kei koropiko ki tetahi atu atua, engari ki to ratou Atua anake.
Τότε ελάλησεν ο Ναβουχοδονόσορ και είπεν, Ευλογητός ο Θεός του Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, όστις απέστειλε τον άγγελον αυτού και ηλευθέρωσε τους δούλους αυτού, οίτινες ήλπισαν επ' αυτόν και παρήκουσαν τον λόγον του βασιλέως και παρέδωκαν τα σώματα αυτών, διά να μη λατρεύσωσι μηδέ να προσκυνήσωσιν άλλον θεόν εκτός του Θεού αυτών.
29 Na ko taku ture tenei e whakatakoto nei, na, ko nga tangata, ko te iwi, ko te reo, he kupu kino nei tana mo te Atua o Hataraka, o Mehaka, o Apereneko, ka haehaea ratou, a ka meinga o ratou whare hei puranga paru: no te mea kahore atu he atua he rite tana whakaora ki ta tenei.
Διά τούτο εκδίδω πρόσταγμα, ότι πας λαός, έθνος και γλώσσα, ήτις λαλήση κακόν εναντίον του Θεού του Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ, θέλει καταμελισθή, και αι οικίαι αυτών θέλουσι γείνει κοπρώνες· διότι άλλος Θεός δεν είναι δυνάμενος να ελευθερώση ούτω.
30 Katahi ka whakanekehia ake ano a Hataraka, a Mehaka, a Apereneko e te kingi i te kawanatanga o Papurona.
Τότε ο βασιλεύς προεβίβασε τον Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ εις την επαρχίαν της Βαβυλώνος.