< 1 Samoela 6 >
1 Tan-tane’ o nte-Pilistio fito volañe ty vatam-pañina’ Iehovà.
Και ήτο η κιβωτός του Κυρίου εν τη γη των Φιλισταίων επτά μήνας.
2 Le kinanji’ o nte-Pilistio o mpisoroñeo naho o mpisikilio, ami’ty hoe: Hataon-tika akore i vatam-pañina’ Iehovày? itaroño te akore ty hañitrifa’ay aze mb’an-toe’e mb’eo.
Και έκραξαν οι Φιλισταίοι τους ιερείς και τους μάντεις, λέγοντες, Τι να κάμωμεν εις την κιβωτόν του Κυρίου; φανερώσατε εις ημάς τίνι τρόπω θέλομεν αποστείλει αυτήν εις τον τόπον αυτής.
3 Hoe iereo: Aa naho ahitri’ areo mb’eo i vatam-pañinan’ Añaharey, ko ampandenàñe mb’eo kapaike; fe ampolio rekets’ engan-kakeo; le ho jangañe nahareo, vaho ho fohi’ areo ty foto’ ty tsy nampipitsohañe ama’ areo i fità’ey.
Οι δε είπον, Εάν εξαποστείλητε την κιβωτόν του Θεού του Ισραήλ, μη αποστείλητε αυτήν κενήν· αλλά κατά πάντα τρόπον απόδοτε εις αυτόν προσφοράν περί ανομίας· τότε θέλετε ιαθή και θέλετε γνωρίσει διά τι η χειρ αυτού δεν απεσύρθη από σας.
4 Aa le hoe iereo: Ino o engan-kakeo hampolieñe ama’eo? Le hoe iereo: Fibokalirañe volamena lime, naho kotika volamena lime ty ami’ty ia’ o talèn-te-Pilistio; fa angorosy raike ty tama’ areo iaby naho amo talè’ areoo.
Και είπον, Ποία είναι η περί ανομίας προσφορά, την οποίαν θέλομεν αποδώσει εις αυτόν; Οι δε απεκρίθησαν, Κατά τον αριθμόν των σατραπών των Φιλισταίων, πέντε αιμορροΐδες χρυσαί και πέντε χρυσοί ποντικοί· διότι η αυτή πληγή ήτο επί πάντας υμάς και επί τους σατράπας υμών·
5 Aa le tseneo an-tsare ty fibokaliran’ akobo’areo, sareo ka o kotika’ areo mijoy i taneio; vaho toloro engeñe t’i Andrianañahare’ Israele; hera hamaivañe’e ama’ areo naho amo ‘ndrahare’ areoo, naho an-tane’ areo ty fità’e.
διά τούτο θέλετε κάμει ομοιώματα των αιμορροΐδων σας και ομοιώματα των ποντικών σας των φθειρόντων την γήν· και θέλετε δώσει δόξαν εις τον Θεόν του Ισραήλ· ίσως ελαφρύνη την χείρα αυτού αφ' υμών και από των θεών υμών και από της γης υμών·
6 Ino arè ty ampigàñe’ areo arofo, manahake ty nanjira’ o nte-Mitsraimeo naho i Parò arofo? Ie nanilofe’e, tsy navotso’ iareo hao ondatio hiavotse mb’eo?
διά τι λοιπόν σκληρύνετε τας καρδίας σας, καθώς οι Αιγύπτιοι και ο Φαραώ εσκλήρυναν τας καρδίας αυτών; ότε έκαμε τεράστια εν τω μέσω αυτών, δεν αφήκαν αυτούς να υπάγωσι, και αυτοί ανεχώρησαν;
7 Ie amy zao, mandrambesa le ihentseño sarete vao, naho añombe rene’e roe mb’e tsy ninday joka, rohizo amy saretey i añombe-rene’e rey, vaho adono an-jolok’ ao o ana’eo.
τώρα λοιπόν λάβετε και ετοιμάσατε μίαν άμαξαν νέαν και δύο βους θηλαζούσας, εις τας οποίας δεν επεβλήθη ζυγός, και ζεύξατε τας βους εις την άμαξαν, τους δε μόσχους αυτών επαναφέρετε απ' όπισθεν αυτών εις τον οίκον·
8 Rambeso am’ izao i vatam-pañina’ Iehovày le ajoño amy saretey. Le apoho an-karoñe añ’ila’e ao o bange volamena mivike ama’e ho engan-kakeoo; vaho iraho handena’e mb’eo.
και λάβετε την κιβωτόν του Κυρίου και θέσατε αυτήν επί της αμάξης· και τα σκεύη τα χρυσά, τα οποία αποδίδετε εις αυτόν προσφοράν περί ανομίας, θέσατε εν κιβωτίω εις τα πλάγια αυτής· και εξαποστείλατε αυτήν να υπάγη·
9 Isaho amy zao, ke homb’an-tane’e mb’e Bete’semese mb’eo, le ie ty nametsake i hankàñey aman-tika; fe naho tsie, le ho fohi’ areo te tsy i fità’ey ty nanjevoñe antika, fa nisendre-draha.
και βλέπετε, εάν αναβαίνη διά της οδού των ορίων αυτής εις Βαιθ-σεμές, αυτός έκαμεν εις ημάς το μέγα τούτο κακόν· εάν δε μη, τότε θέλομεν γνωρίσει ότι δεν επάταξεν ημάς η χειρ αυτού, αλλ' ότι τούτο εστάθη τυχαίον εις ημάς.
10 Aa le nanoe’ ondatio; rinambe’ iereo ty añombe mampinono roe, naho rinohi’ iareo an-tsarete, vaho narindriñ’ an-jolok’ ao o ana’eo;
Και έκαμον ούτως οι άνδρες, και λαβόντες δύο βους θηλαζούσας, έζευξαν αυτάς εις την άμαξαν, τους δε μόσχους αυτών απέκλεισαν εν τω οίκω.
11 le najo’ iareo an-tsarete ao i vatam-pañina’ Iehovày, naho i hàroñe rekets’ i kotika volamena rey naho o sarem-pibokalira’ iareoo.
Και έθεσαν την κιβωτόν του Κυρίου επί της αμάξης και το κιβώτιον μετά των χρυσών ποντικών και των ομοιωμάτων των αιμορροΐδων αυτών.
12 Nivantañe’ o añombeo ty lalañe migodamb’e Bete-semese mb’eo; nitrakotrako amy damokey nihòñe avao, le tsy nitsile mb’am-pitan-kavana ndra mb’ankavia, vaho nañorike iareo pak’ añ’efe-tane’ i Bete-semese mb’eo o talè nte-Pilistio.
Και διευθύνθησαν αι βους εις την οδόν την εις Βαιθ-σεμές· την αυτήν οδόν εξηκολούθουν, μυκώμεναι ενώ υπήγαινον, και δεν μετεστρέφοντο δεξιά ή αριστερά· οι δε σατράπαι των Φιλισταίων επορεύοντο κατόπιν αυτών έως των ορίων της Βαιθ-σεμές.
13 Nanatake vare-bolè am-bavatane ey o nte-Bete-semeseo; aa ie nampiandra-pihaino naho nahaisake i vatam-pañinay, le nirebeke t’ie nioniñe.
Και οι Βαιθ-σεμίται εθέριζον τον σίτον αυτών εν τη κοιλάδι και υψώσαντες τους οφθαλμούς αυτών, είδον την κιβωτόν και ιδόντες υπερεχάρησαν.
14 Aa le niheo mb’an-tete’ Iehosoa nte-Bete-semese mb’eo i saretey naho nitsangañe marine ty vato jabajaba eo; natsafe’ iareo ty hatae i saretey vaho nengae’ iareo an-tsoroñe am’ Iehovà i añombe rene’e rey.
Και εισήλθεν η άμαξα εις τον αγρόν Ιησού του Βαιθ-σεμίτου και εστάθη εκεί, όπου ήτο λίθος μέγας· και έσχισαν τα ξύλα της αμάξης, και προσέφεραν τας βους ολοκαύτωμα εις τον Κύριον.
15 Nazotso’ o nte-Levio i vatam-pañina’ Iehovày, rekets’ i hàroñe ninday o bange volamenaoy, naho napò’ iereo ambone’ i vato jabajabay eo; naho nañenga horoañe vaho nandroroke vaho nisoroñe am’ Iehovà ondaty nte-Bete-semeseo amy andro zay.
Και οι Λευΐται κατεβίβασαν την κιβωτόν του Κυρίου και το κιβώτιον το μετ' αυτής, το περιέχον τα χρυσά σκεύη, και έθεσαν επί του λίθου του μεγάλου· και οι άνδρες της Βαιθ-σεμές προσέφεραν ολοκαυτώματα και έθυσαν θυσίας εις τον Κύριον την αυτήν ημέραν.
16 Ie nahaisake izay i talen-te-Pilisty limey le nimpoly mb’e Akrone mb’eo amy àndroy.
Και αφού οι πέντε σατράπαι των Φιλισταίων είδον, επέστρεψαν εις Ακκαρών την αυτήν ημέραν.
17 Zao o fibokaliran’ akobo volamena nabali’ o nte-Pilistio ho engan-kakeo amy Iehovào: a i Asdode t’y raike, a i Aza ty a i Askelone le ty a i Gate vaho ty a i Ekrone;
Αύται δε ήσαν αι αιμορροΐδες αι χρυσαί, τας οποίας οι Φιλισταίοι απέδωκαν προσφοράν περί ανομίας εις τον Κύριον· της Αζώτου μία, της Γάζης μία, της Ασκαλώνος μία, της Γαθ μία, της Ακκαρών μία·
18 mira ami’ty ia’ o rovan-talè nte-Pilisty lime reio i kotìka volamena rey; mpiama’ iareo o rova aman-kijolio naho o kialoo. Valolombeloñe henanekeo i vato jabajaba nampipoha’ iareo i vatam-pañina’ Iehovày. Le lia’e an-tonda’ Iehosoa nte-Bete-semese eo re pake henaneo.
και οι ποντικοί οι χρυσοί κατά τον αριθμόν πασών των πόλεων των Φιλισταίων, των πέντε σατραπών, από πόλεων περιτετειχισμένων και κωμών απεριτειχίστων, έως μάλιστα του λίθου του μεγάλου, Αβέλ, επί του οποίου κατέθεσαν την κιβωτόν του Κυρίου· όστις σώζεται έως της ημέρας ταύτης εν τω αγρώ Ιησού του Βαιθ-σεμίτου.
19 Linihin’ Añahare ty ila’ o nte-Bete-semeseo amy te nisamba i vatam-pañina’ Iehovày. Ondaty lime ale tsi-fitompolo ty zinama’e. Aa le nandala’ ondatio ty hamafem-panjevoña’ Iehovà iareo.
Και επάταξεν ο Κύριος τους άνδρας της Βαιθ-σεμές, διότι ενέβλεψαν εις την κιβωτόν του Κυρίου· και επάταξεν εκ του λαού άνδρας πεντήκοντα χιλιάδας και εβδομήκοντα· και επένθησεν ο λαός, διότι επάταξεν αυτόν ο Κύριος εν πληγή μεγάλη.
20 Le hoe ondaty nte-Bete-semeseo, Ia ty hahafijohañe añatrefa’ Iehovà, Andrianañahare masiñe? Vaho homb’ am’ondati’ ia izay te mienga anay?
Και είπαν οι άνδρες της Βαιθ-σεμές, Τις δύναται να σταθή ενώπιον του Κυρίου, του αγίου τούτου Θεού; και προς τίνα θέλει αναβή αφ' ημών;
21 Aa le nampihitrife’ iereo amo mpimoneñe e Kiriate Iearimeo ty hoe: Fa nampolie’ o nte-Pilistio ty vatam-pañina’ Iehovà. Mb’atoy nahareo hinday aze moly mb’ama’ areo añe.
Και απέστειλαν μηνυτάς προς τους κατοίκους της Κιριάθ ιαρείμ, λέγοντες, Οι Φιλισταίοι έφεραν οπίσω την κιβωτόν του Κυρίου· κατάβητε, αναβιβάσατε αυτήν προς εαυτούς.