< תהילים 20 >

לַמְנַצֵּחַ מִזְמוֹר לְדָוִֽד׃ יַֽעַנְךָ יְהֹוָה בְּיוֹם צָרָה יְשַׂגֶּבְךָ שֵׁם ׀ אֱלֹהֵי יַעֲקֹֽב׃ 1
«Εις τον πρώτον μουσικόν. Ψαλμός του Δαβίδ.» Ο Κύριος να σου υπακούση εν ημέρα θλίψεως το όνομα του Θεού του Ιακώβ να σε υπερασπίση.
יִשְׁלַֽח־עֶזְרְךָ מִקֹּדֶשׁ וּמִצִּיּוֹן יִסְעָדֶֽךָּ׃ 2
Να σοι εξαποστείλη βοήθειαν εκ του αγιαστηρίου και εκ της Σιών να σε υποστηρίξη.
יִזְכֹּר כׇּל־מִנְחֹתֶךָ וְעוֹלָתְךָ יְדַשְּׁנֶה סֶֽלָה׃ 3
Να ενθυμηθή πάσας τας προσφοράς σου και να προσδεχθή το ολοκαύτωμά σου. Διάψαλμα.
יִֽתֶּן־לְךָ כִלְבָבֶךָ וְֽכׇל־עֲצָתְךָ יְמַלֵּֽא׃ 4
Να σοι δώση κατά την καρδίαν σου και να εκπληρώση πάσαν βουλήν σου.
נְרַנְּנָה ׀ בִּישׁוּעָתֶךָ וּבְשֵֽׁם־אֱלֹהֵינוּ נִדְגֹּל יְמַלֵּא יְהֹוָה כׇּל־מִשְׁאֲלוֹתֶֽיךָ׃ 5
Εις την σωτηρίαν σου θέλομεν χαρή· και εις το όνομα του Θεού ημών θέλομεν υψώσει τας σημαίας· ο Κύριος να εκπληρώση πάντα τα αιτήματά σου.
עַתָּה יָדַעְתִּי כִּי הוֹשִׁיעַ ׀ יְהֹוָה מְשִׁיחוֹ יַעֲנֵהוּ מִשְּׁמֵי קׇדְשׁוֹ בִּגְבֻרוֹת יֵשַׁע יְמִינֽוֹ׃ 6
Τώρα εγνώρισα ότι έσωσεν ο Κύριος τον χριστόν αυτού· θέλει εισακούσει αυτού εκ του ουρανού της αγιότητος αυτού· η σωτηρία της δεξιάς αυτού γίνεται εν δυνάμει.
אֵלֶּה בָרֶכֶב וְאֵלֶּה בַסּוּסִים וַאֲנַחְנוּ ׀ בְּשֵׁם־יְהֹוָה אֱלֹהֵינוּ נַזְכִּֽיר׃ 7
Οι μεν εις αμάξας, οι δε εις ίππους, αλλ' ημείς εις το όνομα Κυρίου του Θεού ημών θέλομεν καυχάσθαι·
הֵמָּה כָּרְעוּ וְנָפָלוּ וַאֲנַחְנוּ קַּמְנוּ וַנִּתְעוֹדָֽד׃ 8
ούτοι συνεκάμφθησαν και έπεσον· ημείς δε ανέστημεν και ανωρθώθημεν.
יְהֹוָה הוֹשִׁיעָה הַמֶּלֶךְ יַעֲנֵנוּ בְיוֹם־קׇרְאֵֽנוּ׃ 9
Κύριε, σώσον τον βασιλέα· και εισάκουσον ημών, καθ' ην ημέραν σε επικαλεσθώμεν.

< תהילים 20 >