< Daniela 2 >

1 I KA makahiki elua o ke au ia Nebukaneza, ua moe uhane o Nebukaneza, a anoninoni iho la kona uhane, hiaa loa iho la kona hiamoe.
Και εν τω δευτέρω έτει της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ, ο Ναβουχοδονόσορ ενυπνιάσθη ενύπνια, και εταράχθη το πνεύμα αυτού και ο ύπνος αυτού έφυγεν απ' αυτού.
2 Alaila, kauoha aku la ke alii e kii aku i na magoi, a me ka poe kilo, a me ka poe hoopiopio, a me ka poe Kaledea, i hoakaka mai lakou i ke alii i kana moe. A hele mai lakou a ku iho la imua o ke alii.
Και είπεν ο βασιλεύς να καλέσωσι τους μάγους και τους επαοιδούς και τους γόητας και τους Χαλδαίους, διά να φανερώσωσι προς τον βασιλέα τα ενύπνια αυτού. Ήλθον λοιπόν και εστάθησαν έμπροσθεν του βασιλέως.
3 I aku la ke alii ia lakou, Ua moe uhane au i ka moe, a pihoihoi iho la kuu uhane e ike i ua moe la.
Και είπε προς αυτούς ο βασιλεύς, Ενυπνιάσθην ενύπνιον και το πνεύμά μου εταράχθη εις το να γνωρίσω το ενύπνιον.
4 Ekemu mai la ka poe Kaledea i ke alii ma ka olelo Suria, E ola mau loa ke alii: E hai mai oe i kau poe kauwa i ua moe la, a na makou ia e hoakaka aku.
Και ελάλησαν οι Χαλδαίοι προς τον βασιλέα Συριστί, λέγοντες, Βασιλεύ, ζήθι εις τον αιώνα· ειπέ το ενύπνιον προς τους δούλους σου και ημείς θέλομεν φανερώσει την ερμηνείαν.
5 Olelo aku la ke alii i ka poe Kaledea, i aku la, Ua paa kuu olelo, ina aole oukou e hai mai i ka moe a me kona ano, e okioki liilii ia oukou, a o ko oukou mau hale e liloia i hooleina moka.
Ο βασιλεύς απεκρίθη και είπε προς τους Χαλδαίους, το πράγμα διέφυγεν απ' εμού· εάν δεν κάμητε γνωστόν εις εμέ το ενύπνιον και την ερμηνείαν αυτού, θέλετε καταμελισθή και αι οικίαι σας θέλουσι γείνει κοπρώνες·
6 Aka, e hai mai oukou ia'u i ka moe a me kona hoike, alaila e loaa ia oukou ka makana, a me ka uku, a me ka hanohano nui no'u aku; no ia mea, e hai mai i ka moe, a me kona hoike.
αλλ' εάν φανερώσητε το ενύπνιον και την ερμηνείαν αυτού, θέλετε λάβει παρ' εμού δώρα και αμοιβάς και τιμήν μεγάλην· το ενύπνιον λοιπόν και την ερμηνείαν αυτού φανερώσατε εις εμέ.
7 Ekemu hou mai la lakou, i mai, E hai mai ke alii i kana poe kauwa i ka moe, a na makou ia e hoakaka aku.
Απεκρίθησαν εκ δευτέρου και είπον, Ας είπη ο βασιλεύς το ενύπνιον προς τους δούλους αυτού, και ημείς θέλομεν φανερώσει την ερμηνείαν αυτού.
8 Olelo aku ke alii, i aku la, Ua ike au, he oiaio no, ke makemake nei oukou, e hooloihi i ka manawa, no ka mea, ua ike oukou ua paa kuu olelo.
Ο βασιλεύς απεκρίθη και είπε, Επ' αληθείας καταλαμβάνω ότι σεις θέλετε να εξαγοράζητε τον καιρόν, βλέποντες ότι διέφυγεν απ' εμού το πράγμα.
9 Aka, ke hoakaka ole mai oukou ia'u i ka moe, hookahi mea paa no oukou; no ka mea, ua hoomakaukau oukou i na olelo wahahee a me ka lapuwale e hai mai imua o'u, a ano hou ae la ka manawa; no ia mea, e hai mai ia'u i ka moe, alaila ua moakaka ia'u, e hiki ia oukou ke hoomaopopo mai i ke ano.
Αλλ' εάν δεν κάμητε γνωστόν εις εμέ το ενύπνιον, αύτη μόνη η απόφασις είναι διά σάς· διότι συνεβουλεύθητε να είπητε ψευδείς και διεφθαρμένους λόγους έμπροσθέν μου, εωσού παρέλθη ο καιρός· είπατέ μοι λοιπόν το ενύπνιον και θέλω γνωρίσει ότι δύνασθε να φανερώσητε εις εμέ και την ερμηνείαν αυτού.
10 Alaila, ekemu hou mai ka poe Kaledea imua o ke alii, i mai la, Aohe kanaka ma ka honua e hiki ia ia ke hoakaka i ka ke alii mea; aole alii, aole haku, aole luna, i koi aku i ke kilo, a me ka magoi, a me ke Kaledea i na mea e like me keia.
Απεκρίθησαν οι Χαλδαίοι έμπροσθεν του βασιλέως και είπον, δεν υπάρχει άνθρωπος επί της γης δυνάμενος να φανερώση το πράγμα του βασιλέως· καθώς δεν υπάρχει ουδείς βασιλεύς, άρχων ή διοικητής, όστις να ζητή τοιαύτα πράγματα παρά μάγου ή επαοιδού ή Χαλδαίου·
11 A he mea pohihihi keia mea a ke alii i koi mai nei: aole loa he mea e hiki ke hoakaka ia mea imua o ke alii, aka, o na akua wale no, na mea i noho pu olo me kanaka.
και το πράγμα το οποίον ο βασιλεύς ζητεί είναι μέγα, και δεν είναι άλλος δυνάμενος να φανερώση αυτό έμπροσθεν του βασιλέως, εκτός των θεών, των οποίων η κατοικία δεν είναι μετά σαρκός.
12 No keia mea, huhu iho la ke alii a ukiuki loa, a kauoha aku la oia e luku aku i ka poe naauao a pau ma Babulona.
Διά τούτο εθυμώθη ο βασιλεύς και ωργίσθη σφόδρα και είπε να απολέσωσι πάντας τους σοφούς της Βαβυλώνος.
13 A holo ka olelo e lukuia ka poe naauao a pau; a imiia iho la o Daniela a me kona mau hoa e pepehiia'i lakou.
Και εξήλθεν η απόφασις και οι σοφοί εθανατόνοντο· εζήτησαν δε και τον Δανιήλ και τους συντρόφους αυτού, διά να θανατώσωσιν αυτούς.
14 Alaila, olelo aku la o Daniela me ka noonoo, a me ka naauao ia Arioka, i ka luna o ka poe ilamuku o ke alii, ka poe i hele aku e pepehi i ka poe naauao ma Babulona.
Και απεκρίθη ο Δανιήλ μετά φρονήσεως και σοφίας προς τον Αριώχ τον αρχισωματοφύλακα του βασιλέως, όστις εξήλθε διά να θανατώση τους σοφούς της Βαβυλώνος,
15 I aku la oia ia Arioka i ka luna o ke alii, i aku, No ke aha la ka holo wawe ana o ka olelo a ke alii? Alaila hoakaka mai la o Arioka ia Daniela i ua mea la.
απεκρίθη και είπε προς τον Αριώχ, τον άρχοντα του βασιλέως, Διά τι η βιαία αύτη απόφασις παρά του βασιλέως; Και ο Αριώχ εφανέρωσε το πράγμα προς τον Δανιήλ.
16 Alaila, komo ae la o Daniela, a noi aku la i ko alii e haawi mai ia ia i kekahi manawa, a e hoakaka aku no oia i ke alii i ka hoike.
Και εισήλθεν ο Δανιήλ και παρεκάλεσε τον βασιλέα να δώση καιρόν εις αυτόν και ήθελε φανερώσει την ερμηνείαν προς τον βασιλέα.
17 Alaila, hele aku la o Daniela i kona hale, a hoike aku ia mea ia Hanania, a me Misaela, a me Azaria, kona mau hoa;
Και υπήγεν ο Δανιήλ εις τον οίκον αυτού και εγνωστοποίησε το πράγμα προς τον Ανανίαν, προς τον Μισαήλ και προς τον Αζαρίαν, τους συντρόφους αυτού,
18 I noi aku lakou i ke aloha no ke Akua mai o ka lani, no keia mea i ike ole ia, i ole e make pu o Daniela a me kona mau hoa me na kanaka naauao e ae ma Babulona.
διά να ζητήσωσιν έλεος παρά του Θεού του ουρανού περί του μυστηρίου τούτου, ώστε να μη απολεσθή ο Δανιήλ και οι σύντροφοι αυτού μετά των επιλοίπων σοφών της Βαβυλώνος.
19 Alaila, ua hoakakaia mai ua mea ike ole ia la ia Daniela, ma ke akaku i ka po. A hoomaikai aku la o Daniela i ke Akua o ka lani.
Και το μυστήριον απεκαλύφθη προς τον Δανιήλ δι' οράματος της νυκτός. Τότε ευλόγησεν ο Δανιήλ τον Θεόν του ουρανού.
20 Olelo aku o Daniela, i aku la, E hoomaikaiia ka inoa o ke Akua ia ao aku ia ao aku; no ka mea, nona ka naauao a me ka mana;
Και ελάλησεν ο Δανιήλ και είπεν, Είη το όνομα του Θεού ευλογημένον από του αιώνος και έως του αιώνος· διότι αυτού είναι η σοφία και η δύναμις·
21 Nana no i hoololi mai i na wa a me na kau; nana no i kipaku aku i na'lii, a hooku hoi iluna i na'lii: haawi mai no hoi oia i ka naauao no ka poe naauao, a me ka ike no ka poe ike.
και αυτός μεταβάλλει τους καιρούς και τους χρόνους· καθαιρεί βασιλείς και καθιστά βασιλείς· δίδει σοφίαν εις τους σοφούς και γνώσιν εις τους συνετούς.
22 Ua hoakaka mai oia i na mea hohonu a me na mea i ike ole ia. Ua ike oia i na mea ma ka pouli, a me ia pu no ka malamalama.
Αυτός αποκαλύπτει τα βαθέα και τα κεκρυμμένα· γνωρίζει τα εν τω σκότει και το φως κατοικεί μετ' αυτού.
23 Ke hoomaikai aku nei au ia oe, e ke Akua o ko'u poe kupuna, ke hoolea aku nei au ia oe, ka mea i haawi mai ia'u i ka naauao a me ka ikaika, ka mea i hoakaka mai i na mea a makou i noi aku ai ia oe; no ka mea, ua hoakaka mai oe ia makou i ka ke alii mea.
Σε, Θεέ των πατέρων μου, ευχαριστώ και σε δοξολογώ, όστις μοι έδωκας σοφίαν και δύναμιν, και έκαμες γνωστόν εις εμέ ό, τι εδεήθημεν παρά σου. Διότι συ έκαμες γνωστήν εις ημάς του βασιλέως την υπόθεσιν.
24 Alaila, hele aku la o Daniela io Arioka la, i ka mea a ke alii i hoonoho ai e pepehi i ka poe naauao ma Babulona; i aku la ia ia, Mai pepehi i ka poe naauao o Babulona; e alakai oe ia'u imua i ke alo o ke alii, a na'u no e hoakaka i ke alii i ka hoike.
Υπήγε λοιπόν ο Δανιήλ προς τον Αριώχ, τον οποίον ο βασιλεύς διέταξε να απολέση τους σοφούς της Βαβυλώνος· υπήγε και είπε προς αυτόν ούτω· Μη απολέσης τους σοφούς της Βαβυλώνος· είσαξόν με ενώπιον του βασιλέως και εγώ θέλω φανερώσει την ερμηνείαν προς τον βασιλέα.
25 Alaila, wikiwiki iho la o Arioka i ke alakai ia Daniela imua o ke alii; i aku la ia ia, Ua loaa ia'u ke kanaka no ka poe pio o Iuda, oia ka mea nana e hoakaka i ke alii i ka hoike.
Και εισήξεν ο Αριώχ μετά σπουδής τον Δανιήλ ενώπιον του βασιλέως και είπε προς αυτόν ούτως, Εύρηκα άνδρα εκ των υιών της αιχμαλωσίας του Ιούδα, όστις θέλει φανερώσει την ερμηνείαν εις τον βασιλέα.
26 Olelo mai la ke alii ia Daniela, i ka mea i kapaia o Beletesaza, i mai, E hiki anei ia oe, ke hoakaka mai ia'u i ka moe uhane a'u i ike ai a me kona ano?
Απεκρίθη ο βασιλεύς και είπε προς τον Δανιήλ, του οποίου το όνομα ήτο Βαλτασάσαρ, Είσαι ικανός να φανερώσης προς εμέ το ενύπνιον το οποίον είδον και την ερμηνείαν αυτού;
27 Olelo aku la o Daniela imua i ke alo o ke alii, i aku, O ka mea ikea ole a ke alii i koi mai ai, aole e hiki i ka poe naauao, a me ka poe akamai, a me ka poe magoi, a me na kilokilolani ke hoakaka i ke alii;
Απεκρίθη ο Δανιήλ ενώπιον του βασιλέως και είπε, Το μυστήριον, περί του οποίου ο βασιλεύς επερωτά, δεν δύνανται σοφοί, επαοιδοί, μάγοι, μάντεις, να φανερώσωσι προς τον βασιλέα·
28 Aka, aia ma ka lani ke Akua, ka mea e hoike mai i na mea i ike ole ia; oia ka mea e hoike mai i ke alii, ia Nebukaneza i na mea o hiki mai ana i na la mahope. O kau moe uhane, a me ka lia o kou poo ma kou wahi moe, penei no ia;
αλλ' είναι Θεός εν τω ουρανώ, όστις αποκαλύπτει μυστήρια και κάμνει γνωστόν εις τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορ, τι μέλλει γενέσθαι εν ταις εσχάταις ημέραις. Το ενύπνιόν σου και αι οράσεις της κεφαλής σου επί της κλίνης σου είναι αύται·
29 A o oe, e ke alii, ua kupu kou manao ma kou wahi moe, no na mea e hiki mai ana mahope: a o ka mea hoike i na mea i ikea ole, nana no e hoakaka mai ia oe i na mea e hiki mai ana:
βασιλεύ, οι διαλογισμοί σου ανέβησαν εις τον νούν σου επί της κλίνης σου, περί του τι μέλλει γενέσθαι μετά ταύτα· και ο αποκαλύπτων μυστήρια έκαμε γνωστόν εις σε τι μέλλει γενέσθαι.
30 A owau nei hoi, aole i hoakakaia mai ia'u keia mea ikea ole, no ka oi ana o ka naauao iloko o'u mamua o ko kekahi mea e ola ana; aka, i hoakakaia aku ai i ke alii ka hoike, a i ike no hoi oe i ka manao o kou naau iho.
Πλην όσον το κατ' εμέ, το μυστήριον τούτο δεν απεκαλύφθη προς εμέ διά σοφίας, την οποίαν έχω εγώ μάλλον παρά πάντας τους ζώντας, αλλά διά να φανερωθή η ερμηνεία προς τον βασιλέα και διά να γνωρίσης τους διαλογισμούς της καρδίας σου.
31 O oe, e ke alii, ua ike oe, aia hoi, he kii nui. O ua kii la, he mea e kona olinolino, ua ku mai ia imua ou, a o kona helehelena he mea weliweli loa ia.
Συ, βασιλεύ, εθεώρεις και ιδού, εικών μεγάλη· εξαίσιος ήτο εκείνη η εικών και υπέροχος η λάμψις αυτής, ισταμένης ενώπιόν σου, και η μορφή αυτής φοβερά.
32 O ke poo o ua kii la, he gula maemae ia, o kona umauma a me na lima he kala ia, o kona opu a me na uha he keleawe ia.
Η κεφαλή της εικόνος εκείνης ήτο εκ χρυσού καθαρού, το στήθος αυτής και οι βραχίονες αυτής εξ αργύρου, η κοιλία αυτής και οι μηροί αυτής εκ χαλκού,
33 O kona mau wawae he hao ia, a o kona mau kapuwai he hao kekahi, a he palolo kekahi.
αι κνήμαι αυτής εκ σιδήρου, οι πόδες αυτής μέρος μεν εκ σιδήρου, μέρος δε εκ πηλού.
34 Ike aku la oe, aia hoi, he pohaku i kalai lima ole ia, oia ka i kui mai i ua kii la ma kona mau kapuwai hao me ka palolo, a weluwelu iho ia.
Εθεώρεις εωσού απεκόπη λίθος άνευ χειρών, και εκτύπησε την εικόνα επί τους πόδας αυτής τους εκ σιδήρου και πηλού και κατεσύντριψεν αυτούς.
35 Alaila, ua okaoka loa iho la ka hao, a me ka palolo, a me ke keleawe, ke kala, a me ke gula; a ua lilo lakou me he opala la ma ke kahua hehi o ke kau: a ua puhiia hoi e ka makani, aole wahi i loaa no lakou; aka, o ua pohaku la i kui i ke kii, ua lilo ia i mauna nui a piha ka honua ia ia.
Τότε ο σίδηρος, ο πηλός, ο χαλκός, ο άργυρος και ο χρυσός κατεσυντρίφθησαν ομού και έγειναν ως λεπτόν άχυρον αλωνίου θερινού· και ο άνεμος εσήκωσεν αυτά και ουδείς τόπος ευρέθη αυτών· ο δε λίθος ο κτυπήσας την εικόνα έγεινεν όρος μέγα και εγέμισεν όλην την γην.
36 Oia iho no ua moe la; a e hoakaka aku hoi makou i kona hoike imua o ke alii.
Τούτο είναι το ενύπνιον· και την ερμηνείαν αυτού θέλομεν ειπεί ενώπιον του βασιλέως.
37 O oe no, e ke alii, he alii oe o na'lii; a ua haawi mai no ke Akua o ka lani ia oe i ke aupuni, a me ka mana, a me ka ikaika, a me ka hanohano.
Συ, βασιλεύ, είσαι βασιλεύς βασιλέων· διότι ο Θεός του ουρανού έδωκεν εις σε βασιλείαν, δύναμιν και ισχύν και δόξαν.
38 A ma na wahi a pau i nohoia e na kanaka, ua haawi oia i na holoholona o ke kula, a me na manu o ka lewa iloko o kou lima, a ua hooalii mai ia oe maluna o na mea a pau. O oe no ua poo gula la.
Και πάντα τόπον, όπου κατοικούσιν οι υιοί των ανθρώπων, τα θηρία του αγρού και τα πετεινά του ουρανού, έδωκεν εις την χείρα σου και σε κατέστησε κύριον επί πάντων τούτων· συ είσαι η κεφαλή εκείνη η χρυσή.
39 A mahope o kou e hookuia ana he aupuni e, ua emi mai ia mahope o kou; a o ke kolu o ke aupuni [e hookuia mai] he keleawe ia; oia ka mea e alii ana maluna o ka honua a pau.
Και μετά σε θέλει αναστηθή άλλη βασιλεία κατωτέρα σου και τρίτη άλλη βασιλεία εκ χαλκού, ήτις θέλει κυριεύσει επί πάσης της γης.
40 A o ka ha o ke aupuni e like auanei kona ikaika me he hao la: no ka. mea, o ka hao ka mea e weluwelu ai, a e okaoka loa ai na mea a pau; a e like me ka hao i hooweluwelu liilii ai i keia mau mea a pau, pela no oia e okaoka loa ai.
Και τετάρτη βασιλεία θέλει σταθή ισχυρά ως ο σίδηρος· καθώς ο σίδηρος κατακόπτει και καταλεπτύνει τα πάντα· μάλιστα καθώς ο σίδηρος ο συντρίβων τα πάντα, ούτω θέλει κατακόπτει και κατασυντρίβει.
41 A i kou ike ana i na kapuwai a me na manamana wawae he palolo a ka potera kekahi, a he hao kekahi, e maheleia ana ke aupuni; aka, o ka ikaika o ka hao kekahi mea iloko ona, e like me kou ike ana i ka hao i huipuia'i me ka palolo.
Περί δε του ότι είδες τους πόδας και τους δακτύλους, μέρος μεν εκ πηλού κεραμέως, μέρος δε εκ σιδήρου, θέλει είσθαι βασιλεία διηρημένη· πλην θέλει μένει τι εν αυτή εκ της δυνάμεως του σιδήρου, καθώς είδες τον σίδηρον αναμεμιγμένον μετά αργιλλώδους πηλού.
42 E like me ua mau manamana wawae la he hao kekahi a he palolo kekahi, pela keia aupuni, he ikaika kekahi, a he nawaliwali kekahi.
Και καθώς οι δάκτυλοι των ποδών ήσαν μέρος εκ σιδήρου και μέρος εκ πηλού, ούτως η βασιλεία θέλει είσθαι κατά μέρος ισχυρά και κατά μέρος εύθραυστος.
43 A me kou ike ana i ka hao i huipuia me ka palolo, pela lakou i huipuia'i me ka hua o kanaka; aole nae e pili pono kekahi i kekahi, e like me ka hao, aole pili pono i ka palolo.
Και καθώς είδες τον σίδηρον αναμεμιγμένον μετά του αργιλλώδους πηλού, ούτω θέλουσιν αναμιχθή διά σπέρματος ανθρώπων· πλην δεν θέλουσιν είσθαι κεκολλημένοι ο εις μετά του άλλου, καθώς ο σίδηρος δεν μιγνύεται μετά του πηλού.
44 Ma na la o keia poe alii, e kukulu mai ai ke Akua o ka lani i aupuni mau loa, aole hoi e hoohioloia ia aupuni; aole nae ia e lilo no ka lahuikanaka e, aka, ia ia no e weluwelu hilii auanei a okaoka loa keia mau aupuni a pau, a e mau loa aku ana no ia.
Και εν ταις ημέραις των βασιλέων εκείνων, θέλει αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τον αιώνα δεν θέλει φθαρή· και η βασιλεία αύτη δεν θέλει περάσει εις άλλον λαόν· θέλει κατασυντρίψει και συντελέσει πάσας ταύτας τας βασιλείας, αυτή δε θέλει διαμένει εις τους αιώνας,
45 A i kou ike ana i ua pohaku la i kalai lima ole ia'i mailoko mai o ka mauna, i weluwelu liilii ai ka hao, a me ke keleawe, a me ka palolo, a me ke kala, a me ke gula; oia ko ke Akua kiekie hoike ana mai i ke alii i na mea e hiki mai ana mahope; ua oiaio ka moe, a o kona hoike ua paa loa ia.
καθώς είδες ότι απεκόπη λίθος εκ του όρους άνευ χειρών και κατεσύντριψε τον σίδηρον, τον χαλκόν, τον πηλόν, τον άργυρον και τον χρυσόν· ο Θεός ο μέγας έκαμε γνωστόν εις τον βασιλέα ό, τι θέλει γείνει μετά ταύτα· και αληθινόν είναι το ενύπνιον και πιστή η ερμηνεία αυτού.
46 Alaila, moe iho la o Nebukaneza ke alii ilalo ka maka, a hoomana aku la ia Daniela; a kauoha aku la oia i mohai aku lakou ia ia i ka mohai a me na mea ala.
Τότε ο βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ έπεσεν επί πρόσωπον και προσεκύνησε τον Δανιήλ και προσέταξε να προσφέρωσιν εις αυτόν προσφοράν και θυμιάματα.
47 Olelo mai la ke alii ia Daniela, i mai, He oiaio no o ko oukou Akua he Akua ia o na akua, a he Haku o na'lii, oia hoi ka mea e hoakaka mai i na mea i ike ole ia, no ka mea, ia oe no e hiki ai ke hoakaka mai i keia mea i ike ole ia.
Και αποκριθείς ο βασιλεύς προς τον Δανιήλ, είπεν, Επ' αληθείας, ο Θεός σας, αυτός είναι Θεός θεών και Κύριος των βασιλέων και όστις αποκαλύπτει μυστήρια· διότι ηδυνήθης να αποκαλύψης το μυστήριον τούτο.
48 Alaila, hoolilo ae la ke alii ia Daniela i kanaka nui, haawi hoi ia ia i na makana he nui wale, a hoolilo ia ia i kiaaina o na aina a pau ma Babulona, a i luna hoi maluna o ka poe naauao a pau o Babulona.
Τότε ο βασιλεύς εμεγάλυνε τον Δανιήλ και δώρα μεγάλα και πολλά έδωκεν εις αυτόν και κατέστησεν αυτόν κύριον επί πάσης της επαρχίας της Βαβυλώνος και αρχιδιοικητήν επί πάντας τους σοφούς της Βαβυλώνος.
49 A noi aku la o Daniela i ke alii, a hoonoho iho la oia ia Saderaka, a me Mesaka, a me Abedenego, maluna o ka oihana e pili ana i ka aina o Babulona: aka, o Daniela ua nobo ia ma ka ipuka o ke alii.
Και εζήτησεν ο Δανιήλ παρά του βασιλέως και κατέστησε τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδέ-νεγώ επί τας υποθέσεις της επαρχίας της Βαβυλώνος· ο δε Δανιήλ ευρίσκετο εν τη αυλή του βασιλέως.

< Daniela 2 >