< Ψαλμοί 72 >
1 «Ψαλμός διά τον Σολομώντα.» Θεέ, δος την κρίσιν σου εις τον βασιλέα και την δικαιοσύνην σου εις τον υιόν του βασιλέως·
God, give your mishpat ·justice· to the King Messiah [Anointed one]; and your righteousness to the Son of David [Beloved] the King.
2 Διά να κρίνη τον λαόν σου εν δικαιοσύνη και τους πτωχούς σου εν κρίσει.
He will judge your people with righteousness, and your poor afflicted ones with right judgments.
3 Τα όρη θέλουσι φέρει ειρήνην εις τον λαόν και οι λόφοι δικαιοσύνην.
The mountains shall bring peace and prosperity to the people. The hills bring the fruit of righteousness.
4 Θέλει κρίνει τους πτωχούς του λαού· θέλει σώσει τους υιούς των πενήτων και συντρίψει τον καταδυναστεύοντα.
He will judge the poor of the people. He will save the children of the needy, and will break the oppressor in pieces.
5 Θέλουσι σε φοβείσθαι ενόσω διαμένει ο ήλιος και η σελήνη, εις γενεάς γενεών.
They shall fear you, the King Messiah [Anointed one], while the sun endures; and as long as the moon, throughout all generations.
6 Θέλει καταβή ως βροχή επί θερισμένον λειβάδιον· ως ρανίδες σταλάζουσαι επί την γην.
He will come down like rain on the cut grass of the earth, as showers that water the earth.
7 Εν ταις ημέραις αυτού θέλει ανθεί ο δίκαιος· και αφθονία ειρήνης θέλει είσθαι εωσού μη υπάρξη η σελήνη.
In his days, the upright shall be multiplied, and abundance of peace, until the moon is no more.
8 Και θέλει κατακυριεύει από θαλάσσης έως θαλάσσης και από του ποταμού έως των περάτων της γης.
He shall have dominion also from sea to sea, from the River to the ends of the earth.
9 Έμπροσθεν αυτού θέλουσι γονυκλιτήσει οι κατοικούντες εν ερήμοις, και οι εχθροί αυτού θέλουσι γλείψει το χώμα.
Those who dwell in the wilderness shall bow before him. His enemies shall lick the dust.
10 Οι βασιλείς της Θαρσείς και των νήσων θέλουσι προσφέρει προσφοράς· οι βασιλείς της Αραβίας και της Σεβά θέλουσι προσφέρει δώρα.
The kings of Tarshish and of the islands will bring tribute. The kings of Sheba and Seba shall offer gifts.
11 Και θέλουσι προσκυνήσει αυτόν πάντες οι βασιλείς· πάντα τα έθνη θέλουσι δουλεύσει αυτόν.
Yes, all kings shall hawa ·bow low, prostrate· before him. All nations shall serve him.
12 Διότι θέλει ελευθερώσει τον πτωχόν κράζοντα και τον πένητα και τον αβοήθητον.
For he will deliver the needy when he cries; the poor, who has no helper.
13 Θέλει ελεήσει τον πτωχόν και τον πένητα· και τας ψυχάς των πενήτων θέλει σώσει.
He will have pity on the poor and needy. He will save the souls of the needy.
14 Εκ δόλου και εξ αδικίας θέλει λυτρόνει τας ψυχάς αυτών· και πολύτιμον θέλει είσθαι το αίμα αυτών εις τους οφθαλμούς αυτού.
He will redeem their soul from oppression and violence. Their blood will be precious in his sight.
15 Και θέλει ζη, και θέλει δοθή εις αυτόν από του χρυσίου της Αραβίας, και θέλει γίνεσθαι πάντοτε προσευχή υπέρ αυτού· όλην την ημέραν θέλουσιν ευλογεί αυτόν.
They shall live, and to him shall be given of the gold of Sheba. Men shall pray for him continually. They shall bless him all day long.
16 Δράξ σίτου εάν υπάρχη εν τη γη επί των κορυφών των ορέων, ο καρπός αυτού θέλει σείεσθαι ως ο Λίβανος· και οι κάτοικοι εν τη πόλει θέλουσιν εξανθήσει ως ο χόρτος της γης.
There shall be an abundance of corn throughout the land. Its fruit sways like Lebanon. Let it flourish, thriving like the grass of the field outside the city.
17 Το όνομα αυτού θέλει διαμένει εις τον αιώνα· το όνομα αυτού θέλει διαρκεί ενόσω διαμένει ο ήλιος· και οι άνθρωποι θέλουσιν ευλογείσθαι εν αυτώ· πάντα τα έθνη θέλουσι μακαρίζει αυτόν.
His name endures forever. His name existed before the creation of the sun. Men shall be blessed by him. All nations will call him blessed.
18 Ευλογητός Κύριος ο Θεός, ο Θεός του Ισραήλ, όστις μόνος κάμνει θαυμάσια·
Praise be to Adonai God, the God of Israel [God prevails], who alone does marvelous deeds.
19 και ευλογημένον το ένδοξον όνομα αυτού εις τον αιώνα· και ας πληρωθή από της δόξης αυτού η πάσα γη. Αμήν, και αμήν.
Blessed be his kavod ·weighty glorious· name forever! Let the whole earth be filled with his kavod ·weighty glory·! Amen v'Amen ·So be it and So be it·.
20 Ετελείωσαν αι προσευχαί του Δαβίδ υιού του Ιεσσαί.
This ends the prayers by David [Beloved], the son of Jesse [My husband].