< Ψαλμοί 119 >
1 Άλεφ. Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ· οι περιπατούντες εν τω νόμω του Κυρίου·
Happy they whose life is blameless, who walk by the law of the Lord.
2 Μακάριοι οι φυλάττοντες τα μαρτύρια αυτού, οι εκζητούντες αυτόν εξ όλης καρδίας·
Happy they who keep his charges, and seek him with all their hearts;
3 αυτοί βεβαίως δεν πράττουσιν ανομίαν· εν ταις οδοίς αυτού περιπατούσι.
who have done no wrong, but walk in his ways.
4 συ προσέταξας να φυλάττωνται ακριβώς αι εντολαί σου.
You yourself have appointed your precepts to be kept with diligence.
5 Είθε να κατευθύνωνται αι οδοί μου, διά να φυλάττω τα διατάγματά σου
O to be steadily guided in the keeping of your statutes!
6 Τότε δεν θέλω αισχυνθή, όταν επιβλέπω εις πάντα τα προστάγματά σου.
Then unashamed shall I be, when I look towards all your commandments.
7 Θέλω σε δοξολογεί εν ευθύτητι καρδίας, όταν μάθω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
I will thank you with heart unfeigned, when I learn your righteous judgments.
8 Τα διατάγματά σου θέλω φυλάττει· μη με εγκαταλίπης ολοκλήρως.
I will observe your statutes: O forsake me not utterly.
9 Βεθ. Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους σου.
How can a young person keep their life pure? By giving heed to your word.
10 Εξ όλης της καρδίας μου σε εξεζήτησα· με μη αφήσης να αποπλανηθώ από των προσταγμάτων σου.
With all my heart have I sought you, let me not stray from your commandments.
11 Εν τη καρδία μου εφύλαξα τα λόγιά σου, διά να μη αμαρτάνω εις σε.
In my heart have I treasured your word, to keep from sinning against you.
12 Ευλογητός είσαι, Κύριε· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Blessed are you, O Lord; teach me your statutes.
13 Διά των χειλέων μου διηγήθην πάσας τας κρίσεις του στόματός σου.
With my lips have I rehearsed all the judgments of your mouth.
14 Εν τη οδώ των μαρτυρίων σου ευφράνθην, ως διά πάντα τα πλούτη.
I delight in the way of your charges, more than in riches of all sorts.
15 Εις τας εντολάς σου θέλω μελετά, και εις τας οδούς σου θέλω ενατενίζει.
I will muse upon your precepts, and look to your paths.
16 Εις τα διατάγματά σου θέλω εντρυφά· δεν θέλω λησμονήσει τους λόγους σου.
In your statutes I delight, I will not forget your word.
17 Γίμελ. Αντάμειψον τον δούλον σου· ούτω θέλω ζήσει, και θέλω φυλάξει τον λόγον σου.
Grant that your servant may live, and I will observe your word.
18 Άνοιξον τους οφθαλμούς μου, και θέλω βλέπει τα θαυμάσια τα εκ του νόμου σου.
Open my eyes, that I see wondrous things out of your law.
19 Πάροικος είμαι εγώ εν τη γή· μη κρύψης απ' εμού τα προστάγματά σου.
But a guest am I on the earth: hide not your commandments from me.
20 Η ψυχή μου λιποθυμεί εκ του πόθου τον οποίον έχω εις τας κρίσεις σου πάντοτε.
My heart is crushed with longing for your ordinances, at all times.
21 Συ επετίμησας τους επικαταράτους υπερηφάνους, τους εκκλίνοντας από των προσταγμάτων σου.
You rebuke the proud, the accursed, who wander from your commandments.
22 Σήκωσον απ' εμού το όνειδος και την καταφρόνησιν· διότι εφύλαξα τα μαρτύριά σου.
Roll away from me scorn and contempt, for I have observed your charges.
23 Άρχοντες τωόντι εκάθισαν και ελάλουν εναντίον μου· αλλ' ο δούλός σου εμελέτα εις τα διατάγματά σου.
Though princes sit plotting against me, your servant will muse on your statutes.
24 Τα μαρτυριά σου βεβαίως είναι η τρυφή μου και οι σύμβουλοί μου.
Your charges are my delight, they are my counsellors.
25 Δάλεθ. Η ψυχή μου εκολλήθη εις το χώμα· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
I lie grovelling in the dust; revive me, as you have promised.
26 Εφανέρωσα τας οδούς μου, και μου εισήκουσας· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
I told of my ways, you made answer; teach me your statutes.
27 Κάμε με να εννοώ την οδόν των εντολών σου, και θέλω μελετά εις τα θαυμάσιά σου.
Grant me insight into your precepts, and I will muse on your wonders.
28 Η ψυχή μου τήκεται υπό θλίψεως· στερέωσόν με κατά τον λόγον σου.
I am overcome with sorrow; raise me up, as you have promised.
29 Απομάκρυνον απ' εμού την οδόν του ψεύδους, και χάρισόν μοι τον νόμον σου.
Put the way of falsehood from me, and graciously grant me your law.
30 Την οδόν της αληθείας εξέλεξα· προ οφθαλμών μου έθεσα τας κρίσεις σου.
I have chosen the way of fidelity, your ordinances I long for.
31 Προσεκολλήθην εις τα μαρτύριά σου· Κύριε, μη με καταισχύνης.
I hold fast to your charges: O put me not, Lord, to shame.
32 Την οδόν των προσταγμάτων σου θέλω τρέχει, όταν πλατύνης την καρδίαν μου.
I will run in the way of your commandments, for you give me room of heart.
33 Ε. Δίδαξόν με, Κύριε, την οδόν των διαταγμάτων σου, και θέλω φυλάττει αυτήν μέχρι τέλους.
Teach me, O Lord, the way of your statutes, and I will keep it to the end,
34 Συνέτισόν με, και θέλω φυλάττει τον νόμον σου· ναι, θέλω φυλάττει αυτόν εν όλη καρδία.
instruct me to keep your law, and I will observe it with all my heart.
35 Οδήγησόν με εις την οδόν των προσταγμάτων σου· διότι ευφραίνομαι εις αυτήν.
Guide me in the path of your commandments, for therein do I delight.
36 Κλίνον την καρδίαν μου εις τα μαρτύριά σου και μη εις πλεονεξίαν.
Incline my heart to your charges, and not to greed of gain.
37 Απόστρεψον τους οφθαλμούς μου από του να βλέπωσι ματαιότητα· ζωοποίησόν με εν τη οδώ σου.
Turn away my eyes from vain sights, revive me by your word.
38 Εκτέλεσον τον λόγον σου προς τον δούλον σου, όστις είναι δεδομένος εις τον φόβον σου.
Confirm to your servant the promise which is given to those who fear you.
39 Αφαίρεσον το όνειδός μου, το οποίον φοβούμαι· διότι αι κρίσεις σου είναι αγαθαί.
Remove the reproach which I dread, because your judgments are good.
40 Ιδού, επεθύμησα τας εντολάς σου· ζωοποίησόν με διά της δικαιοσύνης σου.
Behold, I long for your precepts. Quicken me in your righteousness.
41 Βάου. Και ας έλθη επ εμέ το έλεός σου, Κύριε, και η σωτηρία σου κατά τον λόγον σου.
Visit me, Lord, with your love and salvation, as you have promised.
42 Τότε θέλω αποκριθή προς τον ονειδίζοντά με· διότι ελπίζω επί τον λόγον σου.
So shall I answer my slanderers, for my trust is in your word.
43 Και μη αφαιρέσης ολοτελώς από του στόματός μου τον λόγον της αληθείας· διότι ήλπισα επί τας κρίσεις σου.
Snatch not from my mouth the word of truth, for in your judgments I hope.
44 Και θέλω φυλάττει τον νόμον σου διαπαντός, εις τον αιώνα του αιώνος.
I will keep your law continually, for ever and evermore.
45 Και θέλω περιπατεί εν ευρυχωρία· διότι εξεζήτησα τας εντολάς σου.
So shall I walk in wide spaces, for I give my mind to your precepts.
46 Και θέλω ομιλεί περί των μαρτυρίων σου έμπροσθεν βασιλέων, και δεν θέλω αισχυνθή.
I will speak of your charge before kings, and will not be ashamed thereof.
47 Και θέλω εντρυφά εις τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα.
Your commandments are my delight, I love them exceedingly.
48 Και θέλω υψόνει τας χείρας μου προς τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα· και θέλω μελετά εις τα διατάγματά σου.
I will lift up my hands to your commandments, and muse upon your statutes.
49 Ζάϊν. Ενθυμήθητι τον λόγον τον προς τον δούλον σου, εις τον οποίον με επήλπισας.
Remember your word to your servant, on which you have made me to hope.
50 Αύτη είναι η παρηγορία μου εν τη θλίψει μου, ότι ο λόγος σου με εζωοποίησεν.
This is my comfort in trouble, that your word gives life to me.
51 Οι υπερήφανοι με εχλεύαζον σφόδρα· αλλ' εγώ από του νόμου σου δεν εξέκλινα.
The arrogant utterly scorn me, but I have not declined from your law.
52 Ενεθυμήθην τας απ' αιώνος κρίσεις σου, Κύριε, και παρηγορήθην.
When I think of your judgments of old, O Lord, I take to me comfort.
53 Φρίκη με κατέλαβεν εξ αιτίας των ασεβών, των εγκαταλειπόντων τον νόμον σου.
I am seized with glowing anger at the wicked who forsake your law.
54 Τα διατάγματά σου υπήρξαν εις εμέ ψαλμωδίαι εν τω οίκω της παροικίας μου.
Your statutes have been to me songs in the house of my pilgrimage.
55 Ενεθυμήθην εν νυκτί το όνομά σου, Κύριε· και εφύλαξα τον νόμον σου.
I remember your name in the night, O Lord and observe your law.
56 Τούτο έγεινεν εις εμέ, διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
My lot has been this, that I have kept your precepts.
57 Χεθ. Συ, Κύριε, μερίς μου είσαι· είπα να φυλάξω τους λόγους σου.
My portion are you, O Lord: I have promised to keep your words.
58 Παρεκάλεσα το πρόσωπόν σου εν όλη καρδία· ελέησόν με κατά τον λόγον σου.
I entreat you with all my heart; grant me your promised favor.
59 Διελογίσθην τας οδούς μου και έστρεψα τους πόδας μου εις τα μαρτύριά σου.
I have thought upon my ways, and turned my feet to your charges.
60 Έσπευσα και δεν εβράδυνα να φυλάξω τα προστάγματά σου.
I hasted and tarried not to give heed to your commandments.
61 Στίφη ασεβών με περιεκύκλωσαν· αλλ' εγώ δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
Though the godless have wound their cords round me, I have not forgotten your law.
62 Το μεσονύκτιον εγείρομαι διά να σε δοξολογώ διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
At midnight I rise to praise you because of your righteous judgments.
63 Εγώ είμαι μέτοχος πάντων των φοβουμένων σε και φυλαττόντων τας εντολάς σου.
With all those who fear you I company, aid with those who observe your precepts.
64 Η γη, Κύριε, είναι πλήρης του ελέους σου· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
The earth, Lord, is full of your kindness; teach me your Statutes.
65 Τεθ. Συ, Κύριε, ευηργέτησας τον δούλον σου κατά τον λόγον σου.
Well have you dealt with your servant, as you have promised, O Lord.
66 Δίδαξόν με φρόνησιν και γνώσιν· διότι επίστευσα εις τα προστάγματά σου.
Teach me discretion and knowledge, for I have believed your commandments.
67 Πριν ταλαιπωρηθώ, εγώ επλανώμην· αλλά τώρα εφύλαξα τον λόγον σου.
Till trouble came I was a wanderer, but now I observe your word.
68 Συ είσαι αγαθός και αγαθοποιός· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
You are good and do good; teach me your statutes.
69 Οι υπερήφανοι έπλεξαν κατ' εμού ψεύδος· αλλ' εγώ εν όλη καρδία θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
The proud have forged lies against me, but I keep your precepts with all my heart.
70 Η καρδία αυτών έπηξεν ως πάχος· αλλ' εγώ εντρυφώ εις τον νόμον σου.
Their heart is gross like fat, but I delight in your law.
71 Καλόν έγεινεν εις εμέ ότι εταλαιπωρήθην, διά να μάθω τα διατάγματά σου.
It was good for me to be humbled, that I should learn your statutes.
72 Ο νόμος του στόματός σου είναι καλήτερος εις εμέ, υπέρ χιλιάδας χρυσίου και αργυρίου.
The law of your mouth is better to me than thousands of pieces of silver and gold.
73 Ιώδ. Αι χείρές σου με έκαμαν και με έπλασαν· συνέτισόν με, και θέλω μάθει τα προστάγματά σου.
Your hands have made me and fashioned me; make me wise to learn your commandments.
74 Οι φοβούμενοί σε θέλουσι με ιδεί και ευφρανθή, διότι ήλπισα επί τον λόγον σου.
Those who fear you shall see me with joy, for in your word have I hoped.
75 Γνωρίζω, Κύριε, ότι αι κρίσεις σου είναι δικαιοσύνη, και ότι πιστώς με εταλαιπώρησας.
I know, O Lord, that your judgments are right, and in faithfulness you have afflicted me.
76 Ας με παρηγορήση, δέομαι, το έλεός σου, κατά τον λόγον σου τον προς τον δούλον σου.
Let your love be a comfort to me, for so have you promised your servant.
77 Ας έλθωσιν επ' εμέ οι οικτιρμοί σου, διά να ζώ· διότι ο νόμος σου είναι η τρυφή μου.
Visit me with your quickening pity, for your law is my delight.
78 Ας αισχυνθώσιν οι υπερήφανοι, διότι ζητούσιν αδίκως να με ανατρέψωσιν· αλλ' εγώ θέλω μελετά εις τας εντολάς σου.
Put the proud to shame, who have wronged me falsely: I will muse on your precepts.
79 Ας επιστρέψωσιν εις εμέ οι φοβούμενοί σε, και οι γνωρίζοντες τα μαρτύριά σου·
Let those turn to me who fear you, that they may learn your charges.
80 Ας ήναι η καρδία μου άμωμος εις τα διατάγματά σου, διά να μη αισχυνθώ.
Let my heart be sound in your statutes, that I may not be put to shame.
81 Καφ. Λιποθυμεί η ψυχή μου διά την σωτηρίαν σου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
My long for you to rescue me, I put my hope in your word.
82 Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά τον λόγον σου, λέγοντες, Πότε θέλεις με παρηγορήσει;
My eyes pine away for your promise: saying, “When will you comfort me?”
83 Διότι έγεινα ως ασκός εν τω καπνώ· αλλά τα διατάγματά σου δεν ελησμόνησα.
Though shrivelled like wine-skin in smoke, your statutes I have not forgotten.
84 Πόσαι είναι αι ημέραι του δούλου σου; πότε θέλεις κάμει κρίσιν εναντίον των καταδιωκόντων με;
How few are the days of your servant! When will you judge those who harass me?
85 Οι υπερήφανοι, οι εναντίοι του νόμου σου, έσκαψαν εις εμέ λάκκους.
Proud people have dug for me pits people who do not conform to your law.
86 Πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια· αδίκως με κατατρέχουσι· βοήθησόν μοι.
All your commandments are trusty. With falsehood they harass me: help me.
87 Παρ' ολίγον με κατέστρεψαν εις την γήν· αλλ' εγώ δεν εγκατέλιπον τας εντολάς σου.
They had nearly made an end of me, yet I did not forget your precepts.
88 Ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου· και θέλω φυλάξει τα μαρτύρια του στόματός σου.
Spare me in your kindness, and I will observe the charge of your mouth.
89 Λάμεδ. Εις τον αιώνα, Κύριε, διαμένει ο λόγος σου εν τω ουρανώ·
Forever, O Lord, is your word fixed firmly in the heavens.
90 η αλήθειά σου εις γενεάν και γενεάν· εθεμελίωσας την γην, και διαμένει.
Your truth endures age after age; it is established on earth, and it stands.
91 Κατά τας διατάξεις σου διαμένουσιν έως της σήμερον, διότι τα σύμπαντα είναι δούλοι σου.
By your appointment they stand this day, for all are your servants.
92 Εάν ο νόμος σου δεν ήτο η τρυφή μου, τότε ήθελον χαθή εν τη θλίψει μου.
Had not your law been my joy, in my misery then had I perished.
93 Εις τον αιώνα δεν θέλω λησμονήσει τας εντολάς σου, διότι εν αυταίς με εζωοποίησας.
I will never forget your precepts, for through them you have put life in me.
94 Σος είμαι εγώ· σώσον με· διότι τας εντολάς σου εξεζήτησα.
I am yours, O save me, for I give my mind to your precepts.
95 Οι ασεβείς με περιέμενον διά να με αφανίσωσιν· αλλ' εγώ θέλω προσέχει εις τα μαρτύριά σου.
The wicked lay wait to destroy me, but I give heed to your charge.
96 Εις πάσαν τελειότητα είδον όριον· αλλ' ο νόμος σου είναι πλατύς σφόδρα.
I have seen a limit to all things: but your commandment is spacious exceedingly.
97 Μεμ. Πόσον αγαπώ τον νόμον σου· όλην την ημέραν είναι μελέτη μου.
O how I love your law! All the day long I muse on it.
98 Διά των προσταγμάτων σου με έκαμες σοφώτερον των εχθρών μου, διότι είναι πάντοτε μετ' εμού.
Your commandment makes me wiser than my enemies: for it is mine forever.
99 Είμαι συνετώτερος πάντων των διδασκόντων με· διότι τα μαρτύριά σου είναι μελέτη μου.
I am prudent above all my teachers, for your charges are my (meditation)
100 Είμαι συνετώτερος των γερόντων· διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
I have insight more than the aged, because I observe your precepts.
101 Από πάσης οδού πονηράς εκώλυσα τους πόδας μου, διά να φυλάξω τον λόγον σου.
I refrain my foot from all wicked ways, that I may keep your word.
102 Από των κρίσεών σου δεν εξέκλινα· διότι συ με εδίδαξας.
I turn not aside from your judgments, for you yourself are my teacher.
103 Πόσον γλυκείς είναι οι λόγοι σου εις τον ουρανίσκον μου· είναι υπέρ μέλι εις το στόμα μου.
How sweet are your words to my taste, sweeter than honey to my mouth!
104 Εκ των εντολών σου έγεινα συνετός· διά τούτο εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
Insight I win through your precepts, therefore every false way I hate.
105 Νούν. Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου.
Your word is a lamp to my feet, and a light to my path.
106 Ώμοσα και θέλω εμμένει να φυλάττω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
I have sworn an oath, and will keep it, to observe your righteous judgments.
107 Εταλαιπωρήθην σφόδρα· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
I am afflicted sorely: revive me, O Lord, as you said.
108 Πρόσδεξαι, δέομαι, τας προαιρετικάς προσφοράς του στόματός μου, Κύριε· και δίδαξόν με τας κρίσεις σου.
Accept, Lord, my willing praise, and teach me your judgments.
109 Η ψυχή μου είναι πάντοτε εν κινδύνω· τον νόμον σου όμως δεν ελησμόνησα.
My life is in ceaseless peril; but I do not forget your law.
110 Οι ασεβείς έστησαν εις εμέ παγίδα· αλλ' εγώ από των εντολών σου δεν εξέκλινα.
The wicked set traps for me, yet I do not stray from your precepts.
111 Τα μαρτύριά σου εκληρονόμησα εις τον αιώνα· διότι ταύτα είναι η αγαλλίασις της καρδίας μου.
In your charges are my everlasting inheritance, they are the joy of my heart.
112 Έκλινα την καρδίαν μου εις το να κάμνω τα διατάγματά σου πάντοτε μέχρι τέλους.
I am resolved to perform your statutes forever, to the utmost.
113 Σάμεχ. Εμίσησα τους διεστραμμένους στοχασμούς· τον δε νόμον σου ηγάπησα.
I hate people of divided heart, but your law do I love.
114 Συ είσαι η σκέπη μου και η ασπίς μου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
You are my shelter and shield: in your word do I hope.
115 Απομακρύνθητε απ' εμού οι πονηρευόμενοι· διότι θέλω φυλάττει τα προστάγματα του Θεού μου.
Begone, you wicked people, I will keep the commands of my God.
116 Υποστήριζέ με κατά τον λόγον σου και θέλω ζή· και μη με καταισχύνης εις την ελπίδα μου.
Uphold me and spare me, as you have promised: O disappoint me not.
117 Υποστήριζέ με και θέλω σωθή· και θέλω προσέχει διαπαντός εις τα διατάγματά σου.
Hold me up, and I shall be saved: and your statutes shall be my unceasing delight.
118 Συ κατεπάτησας πάντας τους εκκλίνοντας από των διαταγμάτων σου· διότι ματαία είναι η δολιότης αυτών.
All who swerve from your statutes you spurn: their cunning is in vain.
119 Αποσκυβαλίζεις πάντας τους πονηρούς της γής· διά τούτο ηγάπησα τα μαρτύριά σου.
All the wicked of earth you count as dross, therefore I love your charges.
120 Έφριξεν η σαρξ μου από του φόβου σου, και από των κρίσεών σου εφοβήθην.
My flesh, for fear of you, shudders, and I stand in awe of your judgments.
121 Νγάϊν. Έκαμα κρίσιν και δικαιοσύνην· μη με παραδώσης εις τους αδικούντάς με.
Justice and right have I practised, do not leave me to my oppressors.
122 Γενού εγγυητής του δούλου σου εις καλόν· ας μη με καταθλίψωσιν οι υπερήφανοι.
Be your servant’s surety for good, let not the proud oppress me.
123 Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά την σωτηρίαν σου και διά τον λόγον της δικαιοσύνης σου.
My eyes pine for your salvation, and for your righteous promise.
124 Κάμε μετά του δούλου σου κατά το έλεός σου και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Deal in your love with your servant, and teach me your statutes.
125 Δούλος σου είμαι εγώ· συνέτισόν με, και θέλω γνωρίσει τα μαρτύριά σου.
Your servant am I; instruct me, that I may know your charges.
126 Καιρός είναι διά να ενεργήση ο Κύριος· ηκύρωσαν τον νόμον σου.
It is time for the Lord to act: they have violated your law.
127 Διά τούτο ηγάπησα τα προστάγματά σου υπέρ χρυσίον, και υπέρ χρυσίον καθαρόν.
Therefore I love your commandments above gold, above fine gold.
128 Διά τούτο εγνώρισα ορθάς πάσας τας εντολάς σου περί παντός πράγματος· και εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
So by all your precepts I guide me, and every false way I hate.
129 Πε. Θαυμαστά είναι τα μαρτύριά σου· διά τούτο εφύλαξεν αυτά η ψυχή μου.
Your decrees are wonderful, gladly I keep them.
130 Η φανέρωσις των λόγων σου φωτίζει· συνετίζει τους απλούς.
When your word is unfolded, light breaks; it imparts to the simple wisdom.
131 Ήνοιξε το στόμα μου και ανεστέναξα· διότι επεθύμησα τα προστάγματά σου.
With open mouth I pant with longing for your commandments.
132 Επίβλεψον επ' εμέ και ελέησόν με, καθώς συνειθίζεις προς τους αγαπώντας το όνομά σου.
Turn to me with your favor, as is just to those who love you.
133 Στερέωσον τα βήματά μου εις τον λόγον σου· και ας μη με κατακυριεύση μηδεμία ανομία.
Steady my steps by your word, so that sin have no power over me.
134 Λύτρωσόν με από καταδυναστείας ανθρώπων, και θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
Set me free from those who oppress me, and I shall observe your precepts.
135 Επίφανον το πρόσωπόν σου επί τον δούλον σου, και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Shine with your face on your servant, and teach me your statutes.
136 Ρύακας υδάτων κατεβίβασαν οι οφθαλμοί μου, επειδή δεν φυλάττουσι τον νόμον σου.
My eyes run down with rills of water, because your law is not kept.
137 Τσάδε. Δίκαιος είσαι, Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου.
Righteous are you, O Lord, and right are your ordinances.
138 Τα μαρτύριά σου, τα οποία διέταξας, είναι δικαιοσύνη και υπερτάτη αλήθεια.
The laws you has ordered are just, and trusty exceedingly.
139 Ο ζήλος μου με κατέφαγε, διότι ελησμόνησαν τους λόγους σου οι εχθροί μου.
My jealousy has undone me, that my foes have forgotten your words.
140 Ο λόγος σου είναι κεκαθαρισμένος σφόδρα· διά τούτο ο δούλός σου αγαπά αυτόν.
Your word has been tested well; and your servant loves it.
141 Μικρός είμαι και εξουδενωμένος· δεν ελησμόνησα όμως τας εντολάς σου.
I am little and held in contempt, but your precepts I have not forgotten.
142 Η δικαιοσύνη σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα, και ο νόμος σου αλήθεια.
Just is your justice forever, and trusty is your law.
143 Θλίψεις και στενοχωρίαι με εύρηκαν· τα προστάγματά σου όμως είναι η χαρά μου.
Stress and strain are upon me, but your commandments are my delight.
144 Τα μαρτύριά σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα· Συνέτισόν με και θέλω ζήσει.
Right are your charges forever, instruct me that I may live.
145 Κοφ. Έκραξα εν όλη καρδία· άκουσόν μου, Κύριε, και θέλω φυλάξει τα διατάγματά σου.
With my whole heart I cry; O answer me. I would keep your statutes, O Lord.
146 Έκραξα προς σέ· σώσον με, και θέλω φυλάξει τα μαρτύριά σου.
I cry to you: O save me, and I will observe your charges.
147 Προέλαβον την αυγήν και έκραξα· ήλπισα επί τον λόγον σου.
Ere the dawn I cry for your help: in your word do I hope.
148 Οι οφθαλμοί μου προλαμβάνουσι τας νυκτοφυλακάς, διά να μελετώ εις τον λόγον σου.
Awake I meet the night-watches, to muse upon your sayings.
149 Άκουσον της φωνής μου κατά το έλεός σου· ζωοποίησόν με, Κύριε, κατά την κρίσιν σου.
Hear my voice in your kindness: O Lord, by your judgments revive me.
150 Επλησίασαν οι ακολουθούντες την πονηρίαν· εξέκλιναν από του νόμου σου.
Near me are wicked tormentors, who are far from thoughts of your law;
151 Συ, Κύριε, είσαι πλησίον, και πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια.
but near, too, are you, O Lord, and all your commandments are trusty.
152 Προ πολλού εγνώρισα εκ των μαρτυρίων σου, ότι εις τον αιώνα εθεμελίωσας αυτά.
Long have I known from your charges that you have founded them for all time.
153 Ρες. Ιδέ την θλίψιν μου και ελευθέρωσόν με· διότι δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
Look on my misery, and rescue me; for I do not forget your law.
154 Δίκασον την δίκην μου και λύτρωσόν με· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
Defend my cause and redeem me: revive me, as you have promised.
155 Μακράν από ασεβών η σωτηρία· διότι δεν εκζητούσι τα διατάγματά σου.
Salvation is far from the wicked, for their mind is not in your statutes.
156 Μεγάλοι οι οικτιρμοί σου, Κύριε· ζωοποίησόν με κατά τας κρίσεις σου.
Great is your pity, O Lord: Revive me, as you have ordained.
157 Πολλοί είναι οι καταδιώκοντές με και οι θλίβοντές με· αλλ' από των μαρτυρίων σου δεν εξέκλινα.
My foes and tormentors are many, but I have not declined from your charges.
158 Είδον τους παραβάτας και εταράχθην· διότι δεν εφύλαξαν τον λόγον σου.
I behold the traitors with loathing, for they do not observe your word.
159 Ιδέ πόσον αγαπώ τας εντολάς σου· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου.
Behold how I love your precepts: revive me, O Lord!, in your kindness.
160 Το κεφάλαιον του λόγου σου είναι η αλήθεια· και εις τον αιώνα μένουσι πάσαι αι κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
The sum of your word is truth, all your laws are just and eternal.
161 Σχίν. Άρχοντες με κατεδίωξαν αναιτίως· αλλ' η καρδία μου τρέμει από του λόγου σου.
Princes have harassed me wantonly: but my heart stands in awe of your word.
162 Αγάλλομαι εις τον λόγον σου, ως ο ευρίσκων λάφυρα πολλά.
Over your word I rejoice as one who finds great spoil.
163 Μισώ και βδελύττομαι το ψεύδος· τον νόμον σου αγαπώ.
Falsehood I hate and abhor, but your law do I love.
164 Επτάκις της ημέρας σε αινώ, διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
Seven times a day do I praise you because of your righteous judgments.
165 Ειρήνην πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου· και εις αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα.
Right well do they fare who love your law: they go on their way without stumbling.
166 Ήλπισα επί την σωτηρίαν σου, Κύριε· και έπραξα τα προστάγματά σου.
I hope for your salvation; O Lord I do your commandments.
167 Εφύλαξεν η ψυχή μου τα μαρτύριά σου· και ηγάπησα αυτά σφόδρα.
I observe your charges: I love them greatly.
168 Εφύλαξα τας εντολάς σου και τα μαρτύριά σου· διότι πάσαι αι οδοί μου είναι ενώπιόν σου.
I observe your precepts and charges: all my ways are before you.
169 Ταυ. Ας πλησιάση η κραυγή μου ενώπιόν σου, Κύριε· συνέτισόν με κατά τον λόγον σου.
Let my cry come before you, O Lord: give me insight, as you have promised.
170 Ας έλθη η δέησίς μου ενώπιόν σου· λύτρωσόν με κατά τον λόγον σου.
Let my prayer enter into your presence: deliver me, as you have said.
171 Τα χείλη μου θέλουσι προφέρει ύμνον, όταν με διδάξης τα διατάγματά σου.
My lips shall be fountains of praise, that you teach me your statutes.
172 Η γλώσσα μου θέλει λαλεί τον λόγον σου· διότι πάντα τα προστάγματά σου είναι δικαιοσύνη.
My tongue shall sing of your word, for all your commandments are right.
173 Ας ήναι η χειρ σου εις βοήθειάν μου· διότι εξέλεξα τας εντολάς σου.
Let your hand be ready to help me, for your precepts have been my choice.
174 Επεθύμησα την σωτηρίαν σου, Κύριε· και ο νόμος σου είναι τρυφή μου.
I long, Lord, for your salvation, and your law is my delight.
175 Ας ζήση η ψυχή μου και θέλει σε αινεί· και αι κρίσεις σου ας με βοηθώσι.
Revive me that I may praise you, and let your precepts help me.
176 Περιεπλανήθην ως πρόβατον απολωλός· ζήτησον τον δούλον σου· διότι δεν ελησμόνησα τα προστάγματά σου.
I have strayed like a wandering sheep seek your servant, because I do not forget your commandments.