< Ψαλμοί 119 >

1 Άλεφ. Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ· οι περιπατούντες εν τω νόμω του Κυρίου·
Happy are they who are upright in their way, Who walk in the law of the LORD!
2 Μακάριοι οι φυλάττοντες τα μαρτύρια αυτού, οι εκζητούντες αυτόν εξ όλης καρδίας·
Happy are they who observe his ordinances, And seek him with their whole heart;
3 αυτοί βεβαίως δεν πράττουσιν ανομίαν· εν ταις οδοίς αυτού περιπατούσι.
Who also do no iniquity, But walk in his ways!
4 συ προσέταξας να φυλάττωνται ακριβώς αι εντολαί σου.
Thou hast commanded us to keep thy precepts diligently.
5 Είθε να κατευθύνωνται αι οδοί μου, διά να φυλάττω τα διατάγματά σου
O that my ways were directed to keep thy statutes!
6 Τότε δεν θέλω αισχυνθή, όταν επιβλέπω εις πάντα τα προστάγματά σου.
Then shall I not be put to shame, When I have respect to all thy commandments.
7 Θέλω σε δοξολογεί εν ευθύτητι καρδίας, όταν μάθω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
I will praise thee in uprightness of heart, When I shall have learned thy righteous laws.
8 Τα διατάγματά σου θέλω φυλάττει· μη με εγκαταλίπης ολοκλήρως.
I will keep thy statutes; Do not utterly forsake me!
9 Βεθ. Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους σου.
How shall a young man keep his way pure? By taking heed to it according to thy word.
10 Εξ όλης της καρδίας μου σε εξεζήτησα· με μη αφήσης να αποπλανηθώ από των προσταγμάτων σου.
With my whole heart have I sought thee; O let me not wander from thy commandments!
11 Εν τη καρδία μου εφύλαξα τα λόγιά σου, διά να μη αμαρτάνω εις σε.
Thy word have I hid in my heart, That I might not sin against thee.
12 Ευλογητός είσαι, Κύριε· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Blessed be thou, O LORD! O teach me thy statutes!
13 Διά των χειλέων μου διηγήθην πάσας τας κρίσεις του στόματός σου.
With my lips do I declare All the precepts of thy mouth.
14 Εν τη οδώ των μαρτυρίων σου ευφράνθην, ως διά πάντα τα πλούτη.
In the way of thine ordinances I rejoice As much as in all riches.
15 Εις τας εντολάς σου θέλω μελετά, και εις τας οδούς σου θέλω ενατενίζει.
I meditate on thy precepts, And have respect unto thy ways.
16 Εις τα διατάγματά σου θέλω εντρυφά· δεν θέλω λησμονήσει τους λόγους σου.
I delight myself in thy statutes; I do not forget thy word.
17 Γίμελ. Αντάμειψον τον δούλον σου· ούτω θέλω ζήσει, και θέλω φυλάξει τον λόγον σου.
Deal kindly with thy servant, that I may live, And have regard to thy word!
18 Άνοιξον τους οφθαλμούς μου, και θέλω βλέπει τα θαυμάσια τα εκ του νόμου σου.
Open thou mine eyes, That I may behold wondrous things out of thy law!
19 Πάροικος είμαι εγώ εν τη γή· μη κρύψης απ' εμού τα προστάγματά σου.
I am a stranger in the earth; O hide not thy precepts from me!
20 Η ψυχή μου λιποθυμεί εκ του πόθου τον οποίον έχω εις τας κρίσεις σου πάντοτε.
My soul breaketh within me, On account of longing for thy judgments at all times.
21 Συ επετίμησας τους επικαταράτους υπερηφάνους, τους εκκλίνοντας από των προσταγμάτων σου.
Thou rebukest the proud, the accursed, Who wander from thy commandments.
22 Σήκωσον απ' εμού το όνειδος και την καταφρόνησιν· διότι εφύλαξα τα μαρτύριά σου.
Remove from me reproach and contempt, For I have kept thine ordinances!
23 Άρχοντες τωόντι εκάθισαν και ελάλουν εναντίον μου· αλλ' ο δούλός σου εμελέτα εις τα διατάγματά σου.
Princes sit and speak against me, But thy servant meditateth on thy statutes.
24 Τα μαρτυριά σου βεβαίως είναι η τρυφή μου και οι σύμβουλοί μου.
Thine ordinances are my delight; Yea, they are my counsellors.
25 Δάλεθ. Η ψυχή μου εκολλήθη εις το χώμα· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
My soul cleaveth to the dust; O revive me, according to thy word!
26 Εφανέρωσα τας οδούς μου, και μου εισήκουσας· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
I have declared my ways, and thou hast heard me; Teach me thy statutes!
27 Κάμε με να εννοώ την οδόν των εντολών σου, και θέλω μελετά εις τα θαυμάσιά σου.
Make me to understand the way of thy precepts! So will I meditate upon thy wonders.
28 Η ψυχή μου τήκεται υπό θλίψεως· στερέωσόν με κατά τον λόγον σου.
My soul weepeth for trouble; O lift me up according to thy promise!
29 Απομάκρυνον απ' εμού την οδόν του ψεύδους, και χάρισόν μοι τον νόμον σου.
Remove from me the way of falsehood, And graciously grant me thy law!
30 Την οδόν της αληθείας εξέλεξα· προ οφθαλμών μου έθεσα τας κρίσεις σου.
I have chosen the way of truth, And set thy statutes before me.
31 Προσεκολλήθην εις τα μαρτύριά σου· Κύριε, μη με καταισχύνης.
I cleave to thine ordinances; O LORD! let me not be put to shame!
32 Την οδόν των προσταγμάτων σου θέλω τρέχει, όταν πλατύνης την καρδίαν μου.
I will run in the way of thy commandments, When thou shalt enlarge my heart.
33 Ε. Δίδαξόν με, Κύριε, την οδόν των διαταγμάτων σου, και θέλω φυλάττει αυτήν μέχρι τέλους.
Teach me, O LORD! the way of thy statutes, That I may keep it to the end!
34 Συνέτισόν με, και θέλω φυλάττει τον νόμον σου· ναι, θέλω φυλάττει αυτόν εν όλη καρδία.
Give me understanding, that I may keep thy law; That I may observe it with my whole heart!
35 Οδήγησόν με εις την οδόν των προσταγμάτων σου· διότι ευφραίνομαι εις αυτήν.
Cause me to tread in the path of thy commandments, For in it I have my delight.
36 Κλίνον την καρδίαν μου εις τα μαρτύριά σου και μη εις πλεονεξίαν.
Incline my heart to thine ordinances, And not to the love of gain!
37 Απόστρεψον τους οφθαλμούς μου από του να βλέπωσι ματαιότητα· ζωοποίησόν με εν τη οδώ σου.
Turn away mine eyes from beholding vanity, And quicken me in thy law!
38 Εκτέλεσον τον λόγον σου προς τον δούλον σου, όστις είναι δεδομένος εις τον φόβον σου.
Fulfill to thy servant thy promise, Which thou hast made to him who feareth thee!
39 Αφαίρεσον το όνειδός μου, το οποίον φοβούμαι· διότι αι κρίσεις σου είναι αγαθαί.
Turn away the reproach which I fear; For thy judgments are good.
40 Ιδού, επεθύμησα τας εντολάς σου· ζωοποίησόν με διά της δικαιοσύνης σου.
Behold, I have longed for thy precepts; O quicken thou me in thy righteousness!
41 Βάου. Και ας έλθη επ εμέ το έλεός σου, Κύριε, και η σωτηρία σου κατά τον λόγον σου.
Let thy mercies come to me, O LORD! And thy help according to thy promise!
42 Τότε θέλω αποκριθή προς τον ονειδίζοντά με· διότι ελπίζω επί τον λόγον σου.
So shall I be able to answer him that reproacheth me; For I trust in thy promise.
43 Και μη αφαιρέσης ολοτελώς από του στόματός μου τον λόγον της αληθείας· διότι ήλπισα επί τας κρίσεις σου.
O take not the word of truth utterly out of my mouth! For I trust in thy judgments.
44 Και θέλω φυλάττει τον νόμον σου διαπαντός, εις τον αιώνα του αιώνος.
So shall I keep thy law continually, For ever and ever.
45 Και θέλω περιπατεί εν ευρυχωρία· διότι εξεζήτησα τας εντολάς σου.
I shall walk in a wide path; For I seek thy precepts.
46 Και θέλω ομιλεί περί των μαρτυρίων σου έμπροσθεν βασιλέων, και δεν θέλω αισχυνθή.
I will speak of thine ordinances before kings, And will not be ashamed.
47 Και θέλω εντρυφά εις τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα.
I will delight myself in thy commandments, which I love;
48 Και θέλω υψόνει τας χείρας μου προς τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα· και θέλω μελετά εις τα διατάγματά σου.
I will lift up my hands to thy precepts, which I love; I will meditate on thy statutes.
49 Ζάϊν. Ενθυμήθητι τον λόγον τον προς τον δούλον σου, εις τον οποίον με επήλπισας.
Remember thy promise to thy servant, Because thou hast caused me to hope!
50 Αύτη είναι η παρηγορία μου εν τη θλίψει μου, ότι ο λόγος σου με εζωοποίησεν.
This is my comfort in my affliction; For thy promise reviveth me.
51 Οι υπερήφανοι με εχλεύαζον σφόδρα· αλλ' εγώ από του νόμου σου δεν εξέκλινα.
The proud have had me greatly in derision; Yet have I not swerved from thy law.
52 Ενεθυμήθην τας απ' αιώνος κρίσεις σου, Κύριε, και παρηγορήθην.
I remember thy judgments of old, O LORD! And I comfort myself.
53 Φρίκη με κατέλαβεν εξ αιτίας των ασεβών, των εγκαταλειπόντων τον νόμον σου.
Indignation burneth within me, On account of the wicked who forsake thy law.
54 Τα διατάγματά σου υπήρξαν εις εμέ ψαλμωδίαι εν τω οίκω της παροικίας μου.
Thy statutes have been my song In the house of my pilgrimage.
55 Ενεθυμήθην εν νυκτί το όνομά σου, Κύριε· και εφύλαξα τον νόμον σου.
In the night, O LORD! I think of thy name, And keep thy law!
56 Τούτο έγεινεν εις εμέ, διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
This have I as my own, That I keep thy precepts.
57 Χεθ. Συ, Κύριε, μερίς μου είσαι· είπα να φυλάξω τους λόγους σου.
Thou art my portion, O LORD! I have resolved that I will keep thy precepts.
58 Παρεκάλεσα το πρόσωπόν σου εν όλη καρδία· ελέησόν με κατά τον λόγον σου.
I have sought thy favor with my whole heart; Be gracious unto me according to thy promise!
59 Διελογίσθην τας οδούς μου και έστρεψα τους πόδας μου εις τα μαρτύριά σου.
I think on my ways, And turn my feet to thy statutes;
60 Έσπευσα και δεν εβράδυνα να φυλάξω τα προστάγματά σου.
I make haste, and delay not, To keep thy commandments.
61 Στίφη ασεβών με περιεκύκλωσαν· αλλ' εγώ δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
The snares of the wicked surround me; Yet do I not forget thy law.
62 Το μεσονύκτιον εγείρομαι διά να σε δοξολογώ διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
At midnight I rise to give thanks to thee On account of thy righteous judgments.
63 Εγώ είμαι μέτοχος πάντων των φοβουμένων σε και φυλαττόντων τας εντολάς σου.
I am the companion of all who fear thee, And who obey thy precepts.
64 Η γη, Κύριε, είναι πλήρης του ελέους σου· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
The earth, O LORD! is full of thy goodness; O teach me thy statutes!
65 Τεθ. Συ, Κύριε, ευηργέτησας τον δούλον σου κατά τον λόγον σου.
Thou dost bless thy servant, O LORD! According to thy promise!
66 Δίδαξόν με φρόνησιν και γνώσιν· διότι επίστευσα εις τα προστάγματά σου.
Teach me sound judgment and knowledge! For I have faith in thy commandments.
67 Πριν ταλαιπωρηθώ, εγώ επλανώμην· αλλά τώρα εφύλαξα τον λόγον σου.
Before I was afflicted, I went astray; But now I keep thy word.
68 Συ είσαι αγαθός και αγαθοποιός· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Thou art good and doest good; O teach me thy statutes!
69 Οι υπερήφανοι έπλεξαν κατ' εμού ψεύδος· αλλ' εγώ εν όλη καρδία θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
The proud forge lies against me, But I keep thy precepts with my whole heart.
70 Η καρδία αυτών έπηξεν ως πάχος· αλλ' εγώ εντρυφώ εις τον νόμον σου.
Their heart is senseless like fat; But I delight in thy law.
71 Καλόν έγεινεν εις εμέ ότι εταλαιπωρήθην, διά να μάθω τα διατάγματά σου.
It is good for me that I have been afflicted, That I might learn thy statutes.
72 Ο νόμος του στόματός σου είναι καλήτερος εις εμέ, υπέρ χιλιάδας χρυσίου και αργυρίου.
The law of thy mouth is better to me Than thousands of gold and silver.
73 Ιώδ. Αι χείρές σου με έκαμαν και με έπλασαν· συνέτισόν με, και θέλω μάθει τα προστάγματά σου.
Thy hands have made and fashioned me; Give me understanding, that I may learn thy commandments!
74 Οι φοβούμενοί σε θέλουσι με ιδεί και ευφρανθή, διότι ήλπισα επί τον λόγον σου.
They who fear thee shall see me and rejoice, Because I trust in thy word.
75 Γνωρίζω, Κύριε, ότι αι κρίσεις σου είναι δικαιοσύνη, και ότι πιστώς με εταλαιπώρησας.
I know, O LORD! that thy judgments are right, And that in faithfulness thou hast afflicted me.
76 Ας με παρηγορήση, δέομαι, το έλεός σου, κατά τον λόγον σου τον προς τον δούλον σου.
O let thy loving-kindness be my comfort, According to thy promise to thy servant!
77 Ας έλθωσιν επ' εμέ οι οικτιρμοί σου, διά να ζώ· διότι ο νόμος σου είναι η τρυφή μου.
Let thy tender mercies come to me, that I may live! For thy law is my delight.
78 Ας αισχυνθώσιν οι υπερήφανοι, διότι ζητούσιν αδίκως να με ανατρέψωσιν· αλλ' εγώ θέλω μελετά εις τας εντολάς σου.
May the proud be put to shame, who wrong me without cause! But I will meditate on thy precepts.
79 Ας επιστρέψωσιν εις εμέ οι φοβούμενοί σε, και οι γνωρίζοντες τα μαρτύριά σου·
Let those who fear thee turn unto me, And they that know thine ordinances!
80 Ας ήναι η καρδία μου άμωμος εις τα διατάγματά σου, διά να μη αισχυνθώ.
May my heart be perfect in thy statutes, That I may not be put to shame!
81 Καφ. Λιποθυμεί η ψυχή μου διά την σωτηρίαν σου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
My soul fainteth for thy salvation; In thy promise do I trust.
82 Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά τον λόγον σου, λέγοντες, Πότε θέλεις με παρηγορήσει;
Mine eyes fail with looking for thy promise; When. say I, wilt thou comfort me?
83 Διότι έγεινα ως ασκός εν τω καπνώ· αλλά τα διατάγματά σου δεν ελησμόνησα.
Yea, I am become like a bottle in the smoke; Yet do I not forget thy statutes.
84 Πόσαι είναι αι ημέραι του δούλου σου; πότε θέλεις κάμει κρίσιν εναντίον των καταδιωκόντων με;
How many are the days of thy servant? When wilt thou execute judgment upon my persecutors?
85 Οι υπερήφανοι, οι εναντίοι του νόμου σου, έσκαψαν εις εμέ λάκκους.
The proud have digged pits for me; They who do not regard thy law.
86 Πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια· αδίκως με κατατρέχουσι· βοήθησόν μοι.
All thy commandments are faithful; They persecute me without cause; help thou me!
87 Παρ' ολίγον με κατέστρεψαν εις την γήν· αλλ' εγώ δεν εγκατέλιπον τας εντολάς σου.
They had almost consumed me from the earth; But I forsook not thy precepts.
88 Ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου· και θέλω φυλάξει τα μαρτύρια του στόματός σου.
Quicken me according to thy loving-kindness, That I may keep the law of thy mouth!
89 Λάμεδ. Εις τον αιώνα, Κύριε, διαμένει ο λόγος σου εν τω ουρανώ·
Thy word, O LORD! abideth for ever, Being established like the heavens;
90 η αλήθειά σου εις γενεάν και γενεάν· εθεμελίωσας την γην, και διαμένει.
Thy faithfulness endureth to all generations. Thou hast established the earth, and it abideth.
91 Κατά τας διατάξεις σου διαμένουσιν έως της σήμερον, διότι τα σύμπαντα είναι δούλοι σου.
They continue to this day according to their ordinances; For they are all subject to thee.
92 Εάν ο νόμος σου δεν ήτο η τρυφή μου, τότε ήθελον χαθή εν τη θλίψει μου.
Had not thy law been my delight, I should have perished in my affliction.
93 Εις τον αιώνα δεν θέλω λησμονήσει τας εντολάς σου, διότι εν αυταίς με εζωοποίησας.
I will never forget thy precepts; For by them thou revivest me.
94 Σος είμαι εγώ· σώσον με· διότι τας εντολάς σου εξεζήτησα.
I am thine, help me! For I seek thy precepts.
95 Οι ασεβείς με περιέμενον διά να με αφανίσωσιν· αλλ' εγώ θέλω προσέχει εις τα μαρτύριά σου.
The wicked lie in wait to destroy me; But I will have regard to thine ordinances.
96 Εις πάσαν τελειότητα είδον όριον· αλλ' ο νόμος σου είναι πλατύς σφόδρα.
I have seen an end of all perfection; But thy law is exceeding broad.
97 Μεμ. Πόσον αγαπώ τον νόμον σου· όλην την ημέραν είναι μελέτη μου.
O how I love thy law! It is my daily (meditation)
98 Διά των προσταγμάτων σου με έκαμες σοφώτερον των εχθρών μου, διότι είναι πάντοτε μετ' εμού.
Thou hast made me wiser than my enemies by thy precepts; For they are ever before me.
99 Είμαι συνετώτερος πάντων των διδασκόντων με· διότι τα μαρτύριά σου είναι μελέτη μου.
I have more understanding than all my teachers; For thine ordinances are my (meditation)
100 Είμαι συνετώτερος των γερόντων· διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
I have more wisdom than the ancients, Because I keep thy precepts.
101 Από πάσης οδού πονηράς εκώλυσα τους πόδας μου, διά να φυλάξω τον λόγον σου.
I have restrained my feet from every evil way, That I might keep thy word.
102 Από των κρίσεών σου δεν εξέκλινα· διότι συ με εδίδαξας.
I depart not from thy statutes, For thou teachest me!
103 Πόσον γλυκείς είναι οι λόγοι σου εις τον ουρανίσκον μου· είναι υπέρ μέλι εις το στόμα μου.
How sweet are thy words to my taste; Yea, sweeter than honey to my mouth!
104 Εκ των εντολών σου έγεινα συνετός· διά τούτο εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
From thy precepts I learn wisdom; Therefore do I hate every false way.
105 Νούν. Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου.
Thy word is a lamp to my feet, And a light to my path.
106 Ώμοσα και θέλω εμμένει να φυλάττω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
I have sworn, and I will perform it, That I will keep thy righteous statutes.
107 Εταλαιπωρήθην σφόδρα· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
I am exceedingly afflicted; Revive me, O LORD! according to thy word!
108 Πρόσδεξαι, δέομαι, τας προαιρετικάς προσφοράς του στόματός μου, Κύριε· και δίδαξόν με τας κρίσεις σου.
Accept, O LORD! the free-will offering of my mouth, And teach me thy statutes!
109 Η ψυχή μου είναι πάντοτε εν κινδύνω· τον νόμον σου όμως δεν ελησμόνησα.
My life is continually in my hand; Yet do I not forget thy law.
110 Οι ασεβείς έστησαν εις εμέ παγίδα· αλλ' εγώ από των εντολών σου δεν εξέκλινα.
The wicked lay snares for me, Yet do I not go astray from thy precepts.
111 Τα μαρτύριά σου εκληρονόμησα εις τον αιώνα· διότι ταύτα είναι η αγαλλίασις της καρδίας μου.
I have made thine ordinances my possession for ever; For they are the joy of my heart.
112 Έκλινα την καρδίαν μου εις το να κάμνω τα διατάγματά σου πάντοτε μέχρι τέλους.
I have inclined my heart to perform thy statutes, Always, —even to the end.
113 Σάμεχ. Εμίσησα τους διεστραμμένους στοχασμούς· τον δε νόμον σου ηγάπησα.
I hate impious men, And thy law I do love.
114 Συ είσαι η σκέπη μου και η ασπίς μου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
Thou art my hiding-place and my shield; In thy word I put my trust!
115 Απομακρύνθητε απ' εμού οι πονηρευόμενοι· διότι θέλω φυλάττει τα προστάγματα του Θεού μου.
Depart from me, ye evil-doers! For I will keep the commandments of my God.
116 Υποστήριζέ με κατά τον λόγον σου και θέλω ζή· και μη με καταισχύνης εις την ελπίδα μου.
Uphold me according to thy promise, that I may live; And let me not be ashamed of my hope!
117 Υποστήριζέ με και θέλω σωθή· και θέλω προσέχει διαπαντός εις τα διατάγματά σου.
Do thou hold me up, and I shall be safe, And I will have respect to thy statutes continually!
118 Συ κατεπάτησας πάντας τους εκκλίνοντας από των διαταγμάτων σου· διότι ματαία είναι η δολιότης αυτών.
Thou castest off all who depart from thy laws; For their deceit is vain.
119 Αποσκυβαλίζεις πάντας τους πονηρούς της γής· διά τούτο ηγάπησα τα μαρτύριά σου.
Thou throwest away all the wicked of the earth, like dross; Therefore I love thine ordinances.
120 Έφριξεν η σαρξ μου από του φόβου σου, και από των κρίσεών σου εφοβήθην.
My flesh trembleth through fear of thee, And I am afraid of thy judgments.
121 Νγάϊν. Έκαμα κρίσιν και δικαιοσύνην· μη με παραδώσης εις τους αδικούντάς με.
I have done justice and equity; O leave me not to mine oppressors.
122 Γενού εγγυητής του δούλου σου εις καλόν· ας μη με καταθλίψωσιν οι υπερήφανοι.
Be surety for thy servant for good; Let not the proud oppress me!
123 Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά την σωτηρίαν σου και διά τον λόγον της δικαιοσύνης σου.
Mine eyes fail with looking for thy help, And for thy righteous promise.
124 Κάμε μετά του δούλου σου κατά το έλεός σου και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Deal with thy servant according to thy mercy, And teach me thy statutes!
125 Δούλος σου είμαι εγώ· συνέτισόν με, και θέλω γνωρίσει τα μαρτύριά σου.
I am thy servant; give me understanding, That I may know thine ordinances!
126 Καιρός είναι διά να ενεργήση ο Κύριος· ηκύρωσαν τον νόμον σου.
It is time for thee, O LORD! to act; For men have made void thy law.
127 Διά τούτο ηγάπησα τα προστάγματά σου υπέρ χρυσίον, και υπέρ χρυσίον καθαρόν.
Therefore I love thy commandments above gold; Yea, above fine gold.
128 Διά τούτο εγνώρισα ορθάς πάσας τας εντολάς σου περί παντός πράγματος· και εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
Therefore I esteem all thy precepts concerning all things to be right; I hate every false way.
129 Πε. Θαυμαστά είναι τα μαρτύριά σου· διά τούτο εφύλαξεν αυτά η ψυχή μου.
Wonderful are thine ordinances; Therefore do I observe them.
130 Η φανέρωσις των λόγων σου φωτίζει· συνετίζει τους απλούς.
The communication of thy precepts giveth light; It giveth understanding to the simple.
131 Ήνοιξε το στόμα μου και ανεστέναξα· διότι επεθύμησα τα προστάγματά σου.
I open my mouth and pant: For I long for thy commandments.
132 Επίβλεψον επ' εμέ και ελέησόν με, καθώς συνειθίζεις προς τους αγαπώντας το όνομά σου.
Look thou upon me, and be gracious to me, As is just to those who love thy name!
133 Στερέωσον τα βήματά μου εις τον λόγον σου· και ας μη με κατακυριεύση μηδεμία ανομία.
Establish my footsteps in thy word, And let no iniquity have dominion over me!
134 Λύτρωσόν με από καταδυναστείας ανθρώπων, και θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
Redeem me from the oppression of men, So will I keep thy precepts!
135 Επίφανον το πρόσωπόν σου επί τον δούλον σου, και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
Let thy face shine on thy servant, And teach me thy statutes!
136 Ρύακας υδάτων κατεβίβασαν οι οφθαλμοί μου, επειδή δεν φυλάττουσι τον νόμον σου.
Rivers of water run down mine eyes, Because men keep not thy law.
137 Τσάδε. Δίκαιος είσαι, Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου.
Righteous art thou, O LORD! And just are thy judgments!
138 Τα μαρτύριά σου, τα οποία διέταξας, είναι δικαιοσύνη και υπερτάτη αλήθεια.
Just are the ordinances which thou hast ordained, And altogether righteous.
139 Ο ζήλος μου με κατέφαγε, διότι ελησμόνησαν τους λόγους σου οι εχθροί μου.
My zeal consumeth me, Because my enemies forget thy word.
140 Ο λόγος σου είναι κεκαθαρισμένος σφόδρα· διά τούτο ο δούλός σου αγαπά αυτόν.
Thy word is very pure, Therefore thy servant loveth it.
141 Μικρός είμαι και εξουδενωμένος· δεν ελησμόνησα όμως τας εντολάς σου.
Of mean condition am I, and despised; Yet do I not forget thy precepts.
142 Η δικαιοσύνη σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα, και ο νόμος σου αλήθεια.
Thy righteousness is everlasting righteousness, And thy law is truth.
143 Θλίψεις και στενοχωρίαι με εύρηκαν· τα προστάγματά σου όμως είναι η χαρά μου.
Trouble and anguish have taken hold of me, But thy laws are my delight.
144 Τα μαρτύριά σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα· Συνέτισόν με και θέλω ζήσει.
The justice of thine ordinances is everlasting; Give me understanding, and I shall live!
145 Κοφ. Έκραξα εν όλη καρδία· άκουσόν μου, Κύριε, και θέλω φυλάξει τα διατάγματά σου.
I cry to thee with my whole heart; Hear me, O LORD! that I may keep thy statutes.
146 Έκραξα προς σέ· σώσον με, και θέλω φυλάξει τα μαρτύριά σου.
I cry unto thee; save me, And I will observe thine ordinances.
147 Προέλαβον την αυγήν και έκραξα· ήλπισα επί τον λόγον σου.
I come before the dawn with my prayer; I trust in thy promise!
148 Οι οφθαλμοί μου προλαμβάνουσι τας νυκτοφυλακάς, διά να μελετώ εις τον λόγον σου.
My eyes anticipate the night-watches, That I may meditate upon thy promise.
149 Άκουσον της φωνής μου κατά το έλεός σου· ζωοποίησόν με, Κύριε, κατά την κρίσιν σου.
Hear my voice according to thy loving-kindness; O LORD! revive me according to thy mercy!
150 Επλησίασαν οι ακολουθούντες την πονηρίαν· εξέκλιναν από του νόμου σου.
Near are they whose aim is mischief; They are far from thy law;
151 Συ, Κύριε, είσαι πλησίον, και πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια.
Yet thou art near, O LORD! And all thy commandments are truth!
152 Προ πολλού εγνώρισα εκ των μαρτυρίων σου, ότι εις τον αιώνα εθεμελίωσας αυτά.
Long have I known concerning thine ordinances, That thou hast founded them for ever.
153 Ρες. Ιδέ την θλίψιν μου και ελευθέρωσόν με· διότι δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
Look upon my affliction, and deliver me! For I do not forget thy law.
154 Δίκασον την δίκην μου και λύτρωσόν με· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
Maintain my cause, and redeem me; Revive me according to thy promise!
155 Μακράν από ασεβών η σωτηρία· διότι δεν εκζητούσι τα διατάγματά σου.
Salvation is far from the wicked, Because they seek not thy statutes.
156 Μεγάλοι οι οικτιρμοί σου, Κύριε· ζωοποίησόν με κατά τας κρίσεις σου.
Great is thy compassion, O LORD! Revive thou me according to thine equity!
157 Πολλοί είναι οι καταδιώκοντές με και οι θλίβοντές με· αλλ' από των μαρτυρίων σου δεν εξέκλινα.
Many are my persecutors and my enemies, Yet do I not depart from thine ordinances.
158 Είδον τους παραβάτας και εταράχθην· διότι δεν εφύλαξαν τον λόγον σου.
I behold the transgressors, and am grieved Because they regard not thy word.
159 Ιδέ πόσον αγαπώ τας εντολάς σου· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου.
Behold, how I love thy precepts! O LORD! revive me according to thy loving-kindness!
160 Το κεφάλαιον του λόγου σου είναι η αλήθεια· και εις τον αιώνα μένουσι πάσαι αι κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
The whole of thy word is truth, And all thy righteous judgments endure for ever.
161 Σχίν. Άρχοντες με κατεδίωξαν αναιτίως· αλλ' η καρδία μου τρέμει από του λόγου σου.
Princes have persecuted me without cause; But my heart standeth in awe of thy word.
162 Αγάλλομαι εις τον λόγον σου, ως ο ευρίσκων λάφυρα πολλά.
I rejoice in thy word, As one that hath found great spoil.
163 Μισώ και βδελύττομαι το ψεύδος· τον νόμον σου αγαπώ.
I hate and abhor lying, And thy law do I love.
164 Επτάκις της ημέρας σε αινώ, διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
Seven times a day do I praise thee On account of thy righteous judgments.
165 Ειρήνην πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου· και εις αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα.
Great peace have they who love thy law, And no evil shall befall them.
166 Ήλπισα επί την σωτηρίαν σου, Κύριε· και έπραξα τα προστάγματά σου.
O LORD! I wait for thy salvation, And keep thy commandments!
167 Εφύλαξεν η ψυχή μου τα μαρτύριά σου· και ηγάπησα αυτά σφόδρα.
My soul observeth thine ordinances, And loveth them exceedingly.
168 Εφύλαξα τας εντολάς σου και τα μαρτύριά σου· διότι πάσαι αι οδοί μου είναι ενώπιόν σου.
I keep thy precepts and thine ordinances; For all my ways are before thee.
169 Ταυ. Ας πλησιάση η κραυγή μου ενώπιόν σου, Κύριε· συνέτισόν με κατά τον λόγον σου.
Let my prayer come near before thee, O LORD! According to thy promise, give me understanding!
170 Ας έλθη η δέησίς μου ενώπιόν σου· λύτρωσόν με κατά τον λόγον σου.
Let my supplication come before thee; O deliver me according to thy promise!
171 Τα χείλη μου θέλουσι προφέρει ύμνον, όταν με διδάξης τα διατάγματά σου.
My lips shall pour forth praise; For thou teachest me thy statutes.
172 Η γλώσσα μου θέλει λαλεί τον λόγον σου· διότι πάντα τα προστάγματά σου είναι δικαιοσύνη.
My tongue shall sing of thy word; For all thy commandments are right.
173 Ας ήναι η χειρ σου εις βοήθειάν μου· διότι εξέλεξα τας εντολάς σου.
Let thy hand be my help; For I have chosen thy precepts!
174 Επεθύμησα την σωτηρίαν σου, Κύριε· και ο νόμος σου είναι τρυφή μου.
I long for thy salvation, O LORD! And thy law is my delight!
175 Ας ζήση η ψυχή μου και θέλει σε αινεί· και αι κρίσεις σου ας με βοηθώσι.
Let me live, and I will praise thee; Let thy judgments help me!
176 Περιεπλανήθην ως πρόβατον απολωλός· ζήτησον τον δούλον σου· διότι δεν ελησμόνησα τα προστάγματά σου.
I wander like a lost sheep; seek thy servant, For I do not forget thy commandments!

< Ψαλμοί 119 >