< Ἔσδρας Βʹ 9 >
1 Και εν τη εικοστή τετάρτη ημέρα τούτου του μηνός συνήχθησαν οι υιοί Ισραήλ με νηστείαν και με σάκκους και με χώμα εφ' εαυτούς.
Ie amy andro faha-roapolo-efats’ ambi’ i volañeiy le nivory vaho nililitse o ana’ Israeleo, nisaron-gony naho tane.
2 Και εχωρίσθη το σπέρμα του Ισραήλ από πάντων των ξένων· και σταθέντες εξωμολογήθησαν τας αμαρτίας αυτών και τας ανομίας των πατέρων αυτών.
Le nifañambak’ amy ze hene ambahiny o tiri’ Israeleo vaho nijohañe eo nisoloho o hakeo’eo naho o tahin-droae’eo.
3 Και σταθέντες εν τω τόπω αυτών, ανέγνωσαν εν τω βιβλίω του νόμου Κυρίου του Θεού αυτών, εν τέταρτον της ημέρας· και εν τέταρτον, εξωμολογούντο και προσεκύνουν Κύριον τον Θεόν αυτών.
Le nijohañe an-toe’ iareo eo namaky amy boke Hà’ Iehovà Andrianañahare’ iareo ami’ty fah’efa’ i àndroy; naho ami’ty fah’efa’e ka, nisoloho vaho nibabok’ añatrefa’ Iehovà Andrianañahare’ iareo.
4 Τότε εσηκώθη επί το βήμα των Λευϊτών Ιησούς και Βανί, Καδμιήλ, Σεβανίας, Βουννί, Σερεβίας, Βανί και Χανανί, και ανεβόησαν μετά φωνής μεγάλης προς Κύριον τον Θεόν αυτών.
Niongak’ ambone’ i fanongañey amy zao o nte-Levio, Iesòa naho i Baný, i Kadmiele, i Sebanià, i Baný, i Serebià vaho i Kenaný, le nampipoña-piarañanañañe am’ Iehovà Andrianañahare’ iareo.
5 Και οι Λευΐται, Ιησούς και Καδμιήλ, Βανί, Ασαβνίας, Σερεβίας, Ωδίας, Σεβανίας και Πεθαΐα, είπον, Σηκώθητε, ευλογήσατε Κύριον τον Θεόν υμών από του αιώνος έως του αιώνος· και ας ήναι, Θεέ, ευλογημένον το ένδοξόν σου όνομα, το υπέρτερον πάσης ευλογίας και αινέσεως.
Le hoe i nte-Levy rey, Iesoa, i Kadmiele, i Baný, i Kasabneià, i Serebià, i Hodià, i Sebanià vaho i Petakià: Miongaha le andriaño t’Iehovà Andrianañahare’ areo nainai’e teo, nainai’e eo vaho ano ty hoe: Andriañeñe ty tahina’o lifots’ engeñe, onjoneñe ambone’ ze atao fañandriañañe naho fandrengeañe.
6 Συ αυτός είσαι Κύριος μόνος· συ εποίησας τον ουρανόν, τους ουρανούς των ουρανών, και πάσαν την στρατιάν αυτών, την γην και πάντα τα επ' αυτής, τας θαλάσσας και πάντα τα εν αυταίς, και συ ζωοποιείς πάντα ταύτα· και σε προσκυνούσιν αι στρατιαί των ουρανών.
Ihe ro Iehovà, Ihe avao; Ihe ty namboatse o likerañeo, o andindin-dikerañeo naho o valobohò’ iareo iabio, ty tane toy naho ze he’e ama’e ao, o riakeo naho ze hene ama’e ao, Ihe ty mameloñe iereo; vaho miambane ama’o i fifamorohotan-dikerañey.
7 Συ είσαι Κύριος ο Θεός, όστις εξέλεξας τον Άβραμ και εξήγαγες αυτόν από της Ουρ των Χαλδαίων, και έδωκας εις αυτόν το όνομα Αβραάμ·
Ihe ro Iehovà Andrianañahare nijoboñe i Avrahame, ninday aze hienga i Ore’ o nte-Kasdio naho tinolo’o tahinañe ty hoe Avrahame;
8 και εύρηκας την καρδίαν αυτού πιστήν ενώπιόν σου, και έκαμες προς αυτόν διαθήκην, ότι θέλεις δώσει την γην των Χαναναίων, των Χετταίων, των Αμορραίων και των Φερεζαίων και των Ιεβουσαίων και των Γεργεσαίων, ότι θέλεις δώσει αυτήν εις το σπέρμα αυτού· και εξετέλεσας τους λόγους σου· διότι δίκαιος είσαι συ.
Ihe nahavazoho te nigahiñe añ’atrefa’o ty arofo’e le nifañina ama’e hanolorañe aze ty tane’ o nte-Kaànaneo, o nte-Kiteo, o nte-Amoreo naho o nte-Perizeo naho o nte-Ieboseo naho o nte-Girgaseo, hanolora’o aze amo tiri’eo vaho nihenefe’o ami’ty havantaña’o o tsara’oo;
9 Και είδες την θλίψιν των πατέρων ημών εν Αιγύπτω, και ήκουσας την κραυγήν αυτών επί την Ερυθράν θάλασσαν·
le nivazoho’o ty fisotrian-droae’ay e Mitsraime ao naho jinanji’o ty fitoreova’ iareo añ’olo’ i Riake Menay;
10 και έδειξας σημεία και τέρατα επί τον Φαραώ και επί πάντας τους δούλους αυτού και επί πάντα τον λαόν της γης αυτού· επειδή εγνώρισας ότι υπερηφανεύθησαν εναντίον αυτών. Και έκαμες εις σεαυτόν όνομα, ως την ημέραν ταύτην.
naho tinolo’o viloñe naho raha tsi-tantane t’i Parò naho o mpitoro’e iabio naho ze hene ondati’ i tane’ey; amy te niarofoana’o t’ie nisenge hery; vaho nahazoa’o Tahinañe manahake androany.
11 Και διέσχισας την θάλασσαν ενώπιον αυτών, και διέβησαν διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης· τους δε καταδιώκοντας αυτούς έρριψας εις τα βάθη, ως λίθον εις ύδατα ισχυρά·
Vinaki’o añatrefa’ iareo i riakey, hitsaha’ iareo añivo’ i riakey an-tane maike; vaho nafetsa’o an-dalek’ ao o nañoridañe iareoo, nanahake t’ie vato an-drano mitabohazake.
12 και ώδήγησας αυτούς την ημέραν διά στύλου νεφέλης, την δε νύκτα διά στύλου πυρός, διά να φωτίζης εις αυτούς την οδόν δι' ης έμελλον να διέλθωσι.
Mbore an-drahoñe mijoalajoala ty niaoloa’o iareo handro; naho añ’ afo nisotratràke te haleñe, nañazavà’o ho a iareo ty lalañe homba’ iareo.
13 Και κατέβης επί το όρος Σινά, και ελάλησας μετ' αυτών εξ ουρανού, και έδωκας εις αυτούς ευθείας κρίσεις και αληθινούς νόμους, διατάγματα και εντολάς αγαθάς·
Nizotso am-bohi-Sinay eo irehe, nitsara am’ iereo boak’ andikerañ’ añe, nanolotse lily to naho i Hake vantañey vaho fepètse naho fañè soa;
14 και το άγιόν σου σάββατον έκαμες γνωστόν εις αυτούς, και προσέταξας εις αυτούς εντολάς και διατάγματα και νόμους, διά χειρός Μωϋσέως του δούλου σου.
naho nampahafohina’o i Sabata’o masiñey naho linili’o fepètse naho fañè vaho i Hake am-pità’ i Mosè mpitoro’oy;
15 Και άρτον εξ ουρανού έδωκας εις αυτούς εις την πείναν αυτών, και ύδωρ εκ πέτρας εξήγαγες εις αυτούς εις την δίψαν αυτών· και είπας προς αυτούς να εισέλθωσι διά να κληρονομήσωσι την γην, περί ης ύψωσας την χείρα σου ότι θέλεις δώσει αυτήν εις αυτούς.
naho nitolora’o mofon-dikerañe ho ami’ty hasalikoa’ iareo naho nampiboaha’o rano boak’ ami’ ty vato ho ami’ty hataliñiera’ iareo vaho nililie’o t’ie himoake amy taney, hitavane i nampionjona’o fitañe hanolora’o iareoy.
16 Εκείνοι δε και οι πατέρες ημών υπερηφανεύθησαν και εσκλήρυναν τον τράχηλον αυτών και δεν υπήκουσαν εις τας εντολάς σου·
Fe nirengevoke, ie naho o roae’aio, nanjì-kàtoke, tsy nañaoñe o lili’oo,
17 και ηρνήθησαν να υπακούσωσι και δεν ενεθυμήθησαν τα θαυμάσιά σου τα οποία έκαμες εις αυτούς· αλλ' εσκλήρυναν τον τράχηλον αυτών, και εν τη αποστασία αυτών διώρισαν αρχηγόν διά να επιστρέψωσιν εις την δουλείαν αυτών. Αλλά συ είσαι Θεός συγχωρητικός, ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και δεν εγκατέλιπες αυτούς.
le nifoneña’ iareo ty tsy hijanjiñe, le tsy nitiahi’ iareo o raha tsitantane nanoe’o añivo’ iareoo; te mone nizinjin-kàtoke, le ami’ty fiolà’ iareo ty nanendreañe mpiaolo hampipoly iareo am-pandrohizañe añe; fe Andrianañahare Mpañaha irehe, matarike, atsa-tretrè, malaon-kaviñerañe, lifo-kafatraram-pikokoañe vaho tsy naforintse’o.
18 Μάλιστα, ότε έκαμον εις εαυτούς χωνευτόν μόσχον και είπον, Ούτος είναι ο Θεός σου όστις σε ανήγαγεν εξ Αιγύπτου, και έπραξαν μεγάλους παροργισμούς·
Eka, toe namboatse bania trinanake iereo ami’ty hoe: Intoy ty ndrahare’ areo nañavotse anahareo an-tane Mitsraime, le nanao haloloam-bey;
19 συ όμως, εν τοις οικτιρμοίς σου τοις μεγάλοις, δεν εγκατέλιπες αυτούς εν τη ερήμω· ο στύλος της νεφέλης δεν εξέκλινεν απ' αυτών την ημέραν, διά να οδηγή αυτούς εν τη οδώ, ουδέ ο στύλος του πυρός την νύκτα, διά να φωτίζη εις αυτούς και την οδόν δι' ης έμελλον να διέλθωσι.
f’Ihe am-pikokoa’o migahiñe, tsy nifary iareo am-patrambey añe; tsy nienga iareo handro i rahoñe nijoalay mpiaolo amy lalañey, ndra i afo nisotratràke haleñey, hañazava ty lalañe hombà’ iareo.
20 Και έδωκας εις αυτούς το αγαθόν σου πνεύμα, διά να συνετίζη αυτούς· και δεν εστέρησας το μάννα σου από του στόματος αυτών, και ύδωρ έδωκας εις αυτούς εις την δίψαν αυτών.
Natolo’o i Arofo’o soay hañoke naho tsy nitana’o tsy ho am-palie’ iareo i maney vaho nanjotsoa’o rano ami’ty harandranoañe.
21 Και τεσσαράκοντα έτη έθρεψας αυτούς εν τη ερήμω· δεν έλειψεν εις αυτούς ουδέν· τα ιμάτια αυτών δεν επαλαιώθησαν και οι πόδες αυτών δεν επρήσθησαν.
Eka, efapolo taoñe ty nanohaña’o iareo am-patrambey añe; le tsy eo ty nipaia’ iareo; tsy nikomavo o siki’eo, tsy nienatse o fandia’eo.
22 Και έδωκας εις αυτούς βασίλεια και λαούς, και διεμέρισας εις αυτούς διά μερίδας· και εκληρονόμησαν την γην του Σηών και την γην του βασιλέως της Εσεβών και την γην του Ωγ βασιλέως της Βασάν.
Mbore tinolo’o fifeheañe naho borizañe, le zinara’o toetse naho tane, handrambesa’ iareo ty tane’ i Sikhone naho ty tanem-panjàka’ i Hesbone naho ty tane’ i Oge mpanjaka’ i Basane.
23 Και τους υιούς αυτών επλήθυνας ως τα άστρα του ουρανού· και έφερες αυτούς εις την γην, εις την οποίαν είπας προς τους πατέρας αυτών να εισέλθωσι, διά να κληρονομήσωσιν αυτήν.
Nampangetseketsehe’o ho mira amo vasian-dikerañeo o ana’ iareoo, le nampihovae’o amy tane nafanto’o aman-droae’ iareo hizilik’ ao hitavañe azey.
24 Και εισήλθον οι υιοί αυτών και εκληρονόμησαν την γήν· και υπέταξας έμπροσθεν αυτών τους κατοίκους της γης, τους Χαναναίους, και παρέδωκας αυτούς εις τας χείρας αυτών, και τους βασιλείς αυτών και τους λαούς της γης, διά να κάμωσιν εις αυτούς κατά την θέλησιν αυτών.
Aa le nimoak’ ao i anake rey nitavañe i taney, le nampiambanea’o añatrefa’ iareo o mpimone’ i taneio, o nte-Kaananeo vaho natolo’o am-pità’ iareo rekets’ o mpanjaka’eo naho ondati’ i taneio, hanoañe ze satri’ iareo.
25 Και εκυρίευσαν πόλεις ισχυράς και γην παχείαν, και εκληρονόμησαν οίκους πλήρεις πάντων των αγαθών, φρέατα ωρυγμένα, αμπελώνας και ελαιώνας και δένδρα κάρπιμα εν αφθονία· και έφαγον και εχορτάσθησαν και επαχύνθησαν και ενετρύφησαν, εν τη μεγάλη σου αγαθότητι.
Ie nandrambe rova fatratse naho tane kobokara naho nitavañ’ anjomba lifo-draha soa, kadaha hinaly, tanem-bahe naho golobon’ olive naho hatae maro fihinam-boa, le nikama naho nianjañe naho nahazo sandriñe vaho nierañerañe amy hasoa’o ra’elahiy.
26 Και ηπείθησαν και επανεστάτησαν εναντίον σου, και έρριψαν τον νόμον σου οπίσω των νώτων αυτών, και τους προφήτας σου εφόνευσαν, οίτινες διεμαρτύροντο εναντίον αυτών διά να επιστρέψωσιν αυτούς προς σε, και έπραξαν μεγάλους παροργισμούς.
F’ie nanjehatse, niola ama’o, le nitsambolitio’ iareo i Ha’oy naho nanjamañe o mpitoki’o nañatahata iareo himpoly ama’oo vaho nitolon-katerateràñe jabajaba.
27 Διά τούτο παρέδωκας αυτούς εις την χείρα των θλιβόντων αυτούς, και κατέθλιψαν αυτούς· και εν τω καιρώ της θλίψεως αυτών ανεβόησαν προς σε, και συ εισήκουσας εξ ουρανού· και κατά τους πολλούς οικτιρμούς σου έδωκας σωτήρας εις αυτούς, και έσωσαν αυτούς εκ της χειρός των θλιβόντων αυτούς.
Aa le natolo’o am-pità’ o rafelahi’ iareoo; le nampalovilovieñe; vaho nitoreo ama’o iereo an-tsam-pèh’ohatse. Nijanjiñe andindiñe añe irehe naho nitolora’o mpandrombake ami’ty fiferenaiña’o, le navotso’o am-pitan-drafelahy.
28 Αλλ' αφού ανεπαύθησαν, εστράφησαν εις το να πράττωσι πονηρά ενώπιόν σου· όθεν εγκατέλιπες αυτούς εις την χείρα των εχθρών αυτών, και εξουσίασαν αυτούς· ότε όμως επέστρεψαν και ανεβόησαν προς σε, συ εισήκουσας εξ ουρανού· και πολλάκις ηλευθέρωσας αυτούς κατά τους οικτιρμούς σου.
F’ie nitofa ro mbe nanao haloloañe añatrefa’o avao; aa le napo’o am-pitàn-drafelahi’ iareo, hifeleha’e; fe naho nitolike iereo naho nitoreo ama’o le nainai’e nahajanjiñe an-dikerañe añe vaho nandrombake ty amy fiferenaiña’oy;
29 Και διεμαρτυρήθης εναντίον αυτών, διά να επιστρέψης αυτούς εις τον νόμον σου· πλην αυτοί υπερηφανεύθησαν και δεν υπήκουσαν εις τας εντολάς σου, αλλ' ημάρτησαν εις τας κρίσεις σου, τας οποίας εάν τις εκτελή, θέλει ζήσει δι' αυτών· και έδωκαν νώτον απειθή και εσκλήρυναν τον τράχηλον αυτών και δεν ήκουσαν.
mbore hinatahata’o, hampitoliha’o mb’an-Kàke, f’ie nibohaboha tsy nañaoñe o lili’oo naho nandilatse amo fañè’oo, o mahaveloñe ondaty t’ie ambenañeo, fe nanolotse soroke manjehatse naho nampigàn-katoke vaho tsy nañaoñe.
30 Και όμως έτη πολλά παρέκτεινας επ' αυτούς, και διεμαρτυρήθης εναντίον αυτών διά του πνεύματός σου διά των προφητών σου· αλλά δεν έδωκαν ακρόασιν· διά τούτο παρέδωκας αυτούς εις την χείρα των λαών των τόπων.
Taoñ’ an-taoñe ty nifeaha’o iareo naho hinatahata’o amañ’ Arofo’o añamo mpitoki’oo; f’ie tsy nanolo-dravembia vaho natolo’e am-pita’ o kilakila’ ondati’ i taneio.
31 Πλην διά τους πολλούς οικτιρμούς σου δεν συνετέλεσας αυτούς, ουδέ εγκατέλιπες αυτούς· διότι Θεός οικτίρμων και ελεήμων είσαι.
Fe ami’ty habeim-piferenaiña’o, tsy nimongore’o, tsy hene naforintseñe; ihe Andrianañahare matarike, lifo-pitretrezañe.
32 Τώρα λοιπόν, Θεέ ημών, ο μέγας, ο ισχυρός και φοβερός Θεός, ο φυλάττων την διαθήκην και το έλεος, ας μη λογισθή μικρά ενώπιόν σου πάσα η θλίψις ήτις εύρηκεν ημάς, τους βασιλείς ημών, τους άρχοντας ημών και τους ιερείς ημών και τους προφήτας ημών και τους πατέρας ημών και πάντα τον λαόν σου, από των ημερών των βασιλέων της Ασσυρίας μέχρι της ημέρας ταύτης.
Ie amy zao ry Andrianañahare’ay, ry Jabahinake, Maozatse, toe Andrianañahare mampañeveñe, Mpitàm-pañina naho fiferenaiñañe, ko enga’o ho kedekedek’ ama’o o faloviloviañe nifetsak’ ama’ay naho amo mpanjaka’aio naho amo roandria’aio naho amo mpisoro’aio naho amo mpitoki’aio naho aman-droae’aio naho am’ ondati’o iabio, sikal’ añ’andro’ o mpanjaka’ i Asoreo pak’ androanio.
33 Δίκαιος βεβαίως είσαι εις πάντα τα επελθόντα εφ' ημάς· διότι συ μεν αλήθειαν έκαμες, ημείς δε ησεβήσαμεν.
Toe vantan-dRehe amy ze he’e nifetsak’ ama’ay; nanao an-kavañonan-dRehe, zahay ka an-karatiañe;
34 Και οι βασιλείς ημών, οι άρχοντες ημών, οι ιερείς ημών και οι πατέρες ημών, δεν εφύλαξαν τον νόμον σου και δεν έδωκαν προσοχήν εις τας εντολάς σου και εις τα μαρτύριά σου, με τα οποία διεμαρτυρήθης εναντίον αυτών.
mbore tsy nitana’ o mpanjaka’aio, o roandria’aio, o mpisoro’aio vaho o roae’ aio i Tsara’oy; tsy hinao’ iareo o fepè’oo naho o taro’o nitaroña’o.
35 Διότι αυτοί, εν τη βασιλεία αυτών και εν τη μεγάλη σου αγαθωσύνη την οποίαν έδωκας εις αυτούς, και εν τη γη τη πλατεία και παχεία, την οποίαν έδωκας ενώπιον αυτών, δεν σε εδούλευσαν ουδέ εστράφησαν από των πονηρών έργων αυτών.
F’ie tsy nitoroñ’ Azo amy fifehea’ iareoy naho amy hasoa ra’elahy natolo’oy naho i tane bey henehene naho kobokara nitolora’o añatrefa’ iareoo mbore tsy nifotetse amo halò-tsere’eo.
36 Ιδού, δούλοι είμεθα την ημέραν ταύτην· και εν τη γη, την οποίαν έδωκας εις τους πατέρας ημών, διά να τρώγωσι τον καρπόν αυτής και τα αγαθά αυτής, ιδού, δούλοι είμεθα επ' αυτής·
Oniño te ondevo zahay androany, le ty amy tane natolo’o aman-droae’ay hikamà’ iareo o voka’eo amo hasoa’eo, ingo, ondevo ama’e ao zahay,
37 και αυτή δίδει πολλήν αφθονίαν εις τους βασιλείς, τους οποίους επέβαλες εφ' ημάς διά τας αμαρτίας ημών· και κατεξουσιάζουσιν επί των σωμάτων ημών και επί των κτηνών ημών κατά την αρέσκειαν αυτών· και είμεθα εν θλίψει μεγάλη.
vaho miveve amo mpanjaka nampijadoña’o ama’ay ty amo hakeo’aio i voka’e nibodobodoy; mbore ananaña’e lily o sandri’aio, o añombe’aio, ze satrin’ arofo’e; toe malovilovy zahay.
38 Όθεν διά πάντα ταύτα ημείς κάμνομεν διαθήκην πιστήν και γράφομεν αυτήν· και επισφραγίζουσιν αυτήν οι άρχοντες ημών, οι Λευΐται ημών και οι ιερείς ημών.
Aa ty amy tsaraeñe rezay, le nampijadoñe fañina zahay naho vinoli-fitombo’ o roandria’aio naho o nte-Levi’aio vaho o mpisoro’aio.