< Λευϊτικόν 13 >
1 Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωϋσήν και προς τον Ααρών, λέγων,
Un Tas Kungs runāja uz Mozu un uz Āronu un sacīja:
2 Όταν άνθρωπός τις έχη επί του δέρματος της σαρκός αυτού πρήσμα ή ψώραν, ή εξάνθημα, και γείνη εις το δέρμα της σαρκός αυτού πληγή λέπρας, τότε θέλει φερθή προς τον Ααρών τον ιερέα ή προς ένα των υιών αυτού των ιερέων·
Kad kāda cilvēka miesas ādā metās tūkums vai augonis vai balta pūte, tā kā viņa miesas ādā būtu spitālības vaina, tad to būs vest pie priestera Ārona vai pie viena no viņa dēliem, tiem priesteriem.
3 και ο ιερεύς θέλει θεωρήσει την πληγήν εις το δέρμα της σαρκός. Και εάν η θριξ εις την πληγήν μετεβλήθη εις λευκήν, και η πληγή εις την όψιν ήναι βαθυτέρα του δέρματος της σαρκός αυτού, είναι πληγή λέπρας· ο δε ιερεύς θέλει θεωρήσει αυτόν και θέλει κρίνει αυτόν ακάθαρτον.
Un priesterim būs apraudzīt viņa miesas ādas vainu; ja tie mati tai vainā palikuši balti, un tā vaina dziļāka izraugās nekā viņa miesas āda, tad tā ir spitālības vaina; kad priesteris to apraudzījis, tad viņam to būs spriest par nešķīstu.
4 Αλλ' εάν το εξάνθημα ήναι λευκόν εις το δέρμα της σαρκός αυτού και εις την όψιν δεν είναι βαθύτερον του δέρματος και η θριξ αυτού δεν μετεβλήθη εις λευκήν, τότε θέλει κλείσει ο ιερεύς τον έχοντα την πληγήν επτά ημέρας·
Bet ja tā pūte viņa miesas ādā ir balta, bet dziļaka neizraugās nekā tā āda, un tie mati tai vainā nav tapuši balti, tad priesterim to, kam tā vaina, būs ieslēgt septiņas dienas.
5 και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς την εβδόμην ημέραν· και ιδού, εάν ίδη ότι η πληγή είναι εις στάσιν και η πληγή δεν εξηπλώθη εις το δέρμα, τότε θέλει κλείσει αυτόν ο ιερεύς άλλας επτά ημέρας·
Un priesterim septītā dienā to atkal būs apraudzīt, un redzi, ja tā vaina pēc viņa aplūkošanas tāda pat ir palikusi un viņa ādas vaina nav izpletusies,
6 και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς εκ δευτέρου την εβδόμην ημέραν· και ιδού, εάν η πληγή ημαυρώθη και δεν εξηπλώθη η πληγή εις το δέρμα, θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς καθαρόν· αύτη είναι ψώρα· και θέλει πλύνει τα ιμάτια αυτού και θέλει είσθαι καθαρός.
Tad priesterim viņu vēl būs ieslēgt septiņas dienas. Un priesterim atkal viņu būs apraudzīt septītā dienā, un redzi, ja tā vaina ādā nav izpletusies, tad priesterim to būs atzīt par šķīstu; tas bija kašķis; un tam būs mazgāt savas drēbes, - tad viņš ir šķīsts.
7 Εάν όμως εξηπλώθη περισσότερον η ψώρα επί του δέρματος, αφού εθεωρήθη υπό του ιερέως διά τον καθαρισμόν αυτού, θέλει δειχθή πάλιν εις τον ιερέα.
Bet ja tas kašķis pār ādu ir izpleties, pēc tam, ka tas no priestera ir apraudzīts un par šķīstu nosaukts, tad priesterim otrreiz to būs apraudzīt.
8 Και εάν ίδη ο ιερεύς, ότι εξηπλώθη η ψώρα επί του δέρματος, τότε θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι λέπρα.
Ja nu priesteris redz, un raugi, tas kašķis ādā ir izpleties, tad priesterim viņu būs atzīt par nešķīstu, - tie ir spitāļi.
9 Όταν η πληγή της λέπρας ήναι εις άνθρωπον, τότε θέλει φερθή προς τον ιερέα.
Ja spitāļi būs pie kāda cilvēka, tad to būs vest pie priestera.
10 και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς· και ιδού, εάν το πρήσμα ήναι λευκόν εις το δέρμα και μετέβαλε την τρίχα εις λευκήν, και ευρίσκεται κρέας ζων εις το πρήσμα,
Tad priesteris redzēs, un raugi, ja balts tūkums ir ādā, kas matus pārvērtis par baltiem, un jēla gaļa ir tai tūkumā, -
11 είναι λέπρα παλαιά εις το δέρμα της σαρκός αυτού και θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· δεν θέλει κλείσει αυτόν, διότι είναι ακάθαρτος.
Tie ir veci spitāļi viņa miesas ādā, tāpēc priesterim viņu būs spriest par nešķīstu; tam to nebūs ieslēgt, jo tas ir nešķīsts.
12 Αλλ' εάν εξηπλώθη πολύ η λέπρα επί του δέρματος και η λέπρα εσκέπασεν όλον το δέρμα του έχοντος την πληγήν από κεφαλής αυτού και έως ποδών αυτού, όπου και αν θεωρήση ο ιερεύς,
Un ja spitāļi ādā izsitās, un spitāļi tam, kam tā vaina, visu ādu ir apklājuši no galvas līdz kājām, cik priestera acis redz,
13 τότε θέλει θεωρήσει ο ιερεύς, και ιδού, εάν η λέπρα εσκέπασεν όλην την σάρκαν αυτού, θέλει κρίνει καθαρόν τον έχοντα την πληγήν· είναι καθαρός.
Un priesteris redz, un raugi, spitāļi visu viņa miesu apklājuši, tad viņam to, kam tā vaina, būs atzīt par šķīstu; tā ir visa balta tapusi, - viņš ir šķīsts.
14 Αλλ' εν οποία ημέρα φανή εις αυτόν κρέας ζων, θέλει είσθαι ακάθαρτος.
Bet kad jēla gaļa iekš tās top redzēta, tad tam būs nešķīstam būt.
15 Και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς το κρέας το ζων και θέλει κρίνει αυτόν ακάθαρτον· το ζων κρέας είναι ακάθαρτον· είναι λέπρα.
Un kad priesteris to jēlo gaļu redz, tad viņam to būs spriest par nešķīstu; tā jēlā gaļa ir nešķīsta, tie ir spitāļi.
16 Η εάν το κρέας το ζων αλλάξη πάλιν και μεταβληθή εις λευκόν, θέλει ελθεί προς τον ιερέα.
Bet ja tā jēlā gaļa pārvērtīsies un paliks balta, tad lai viņš nāk pie priestera.
17 Και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς· και ιδού, εάν η πληγή μετεβλήθη εις λευκήν, τότε θέλει κρίνει ο ιερεύς καθαρόν τον έχοντα την πληγήν· είναι καθαρός.
Un priesteris viņu aplūkos, un redzi, ja tā vaina ir tapusi balta, tad priesterim to, kam tā vaina, būs atzīt par šķīstu, jo viņš ir šķīsts.
18 Η δε σαρξ επί του δέρματος της οποίας ήτο έλκος, και ιατρεύθη,
Un ja miesas ādā kāds augonis ir bijis, kas ir sadzijis,
19 και εν τω τόπω του έλκους έγεινε πρήσμα λευκόν, ή εξάνθημα λευκόν κοκκινωπόν, θέλει δειχθή εις τον ιερέα·
Un tai augoņa vietā ceļas balta pūte vai balta pasarkana rēta, tad viņam būs rādīties priesterim.
20 και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς, και ιδού, εάν φαίνηται βαθύτερον του δέρματος και η θριξ αυτού μετεβλήθη εις λευκήν, θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι πληγή λέπρας, ήτις εξήνθησεν εις το έλκος.
Un priesteris redzēs, un raugi, ja viņa rādās dziļāka nekā tā āda, un kad viņas mati tapuši balti, tad priesterim viņu būs atzīt par nešķīstu; tie ir spitāļi, caur to augoni tie ir izsitušies.
21 Εάν δε θεωρήση αυτό ο ιερεύς, και ιδού, δεν ήναι λευκαί τρίχες εις αυτό και δεν ήναι βαθύτερον του δέρματος και ήναι ημαυρωμένον, τότε ο ιερεύς θέλει κλείσει αυτόν επτά ημέρας·
Bet ja priesteris to apraudzīs, un redzi, tur nav balti mati un tā nav dziļāka nekā tā āda, bet ir palikusi bāla, tad priesterim viņu būs ieslēgt septiņas dienas.
22 και εάν εξηπλώθη πολύ επί του δέρματος, τότε θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι πληγή.
Ja tad viņa ir izpletusies pār ādu, tad priesterim viņu būs atzīt par nešķīstu; tā ir (spitālības) vaina.
23 Αλλ' εάν το εξάνθημα μένη εν τω τόπω αυτού και δεν εξηπλώθη, τούτο είναι ουλή του έλκους· και θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς καθαρόν.
Bet ja tā baltā pūte paliks savā vietā un neizpletīsies, tad tā ir plēve no tā augoņa, un priesterim viņu būs atzīt par šķīstu.
24 Εάν δε ήναι κρέας, έχον επί του δέρματος αυτού καυστικήν φλόγωσιν, και το ζων κρέας του πεφλογισμένου μέρους έχη εξάνθημα λευκόν, κοκκινωπόν ή κατάλευκον,
Vai ja miesas ādā ir bijis kāds uguns degums, un tai sadzijušā degumā ir balti pasarkana vai balta pūte,
25 τότε θέλει θεωρήσει αυτό ο ιερεύς· και ιδού, εάν η θριξ εις το εξάνθημα μετεβλήθη εις λευκήν και εις την όψιν ήναι βαθύτερον του δέρματος, είναι λέπρα εξανθήσασα εις την φλόγωσιν· και θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι πληγή λέπρας.
Un priesteris to redz, un raugi, tie mati uz tā deguma tapuši balti, un viņš dziļāks izraugās nekā tā āda, tad tie ir spitāļi; tie caur to degumu ir izsitušies, un priesterim viņu būs atzīt par nešķīstu, jo tā ir spitālības vaina.
26 Αλλ' εάν ο ιερεύς θεωρήση αυτό, και ιδού, δεν ήναι θριξ λευκή εις το εξάνθημα και δεν ήναι βαθύτερον του δέρματος και ήναι ημαυρωμένον, τότε θέλει κλείσει αυτόν ο ιερεύς επτά ημέρας·
Bet ja priesteris to aplūkos, un redzi, uz rētas nav baltu matu, un tā nav dziļāka nekā tā āda un ir palikusi bāla, tad priesterim viņu būs ieslēgt septiņas dienas.
27 και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς την εβδόμην ημέραν· και εάν αυτό εξηπλώθη πολύ εις το δέρμα, τότε θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι πληγή λέπρας.
Un septītā dienā priesterim viņu būs apraudzīt: ja tā ir ādā izpletusies, tad priesterim viņu būs turēt par nešķīstu; tā ir spitālības vaina.
28 Εάν δε το εξάνθημα μένη εν τω τόπω αυτού και δεν εξηπλώθη επί του δέρματος και ήναι ημαυρωμένον, είναι πρήσμα φλογώσεως, και θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς καθαρόν· επειδή είναι ουλή της φλογώσεως.
Bet ja tā plēve savā vietā paliks un ādā neizpletīsies, bet palikusi bāla, tad tas ir tā deguma tūkums; tāpēc priesterim viņu būs atzīt par šķīstu, jo tā ir tā deguma plēve.
29 Και εάν ανήρ, ή γυνή, έχη πληγήν εις την κεφαλήν, ή εις το πωγώνιον,
Un ja kādam vīram vai kādai sievai vaina metās galvā vai bārdā,
30 τότε θέλει θεωρήσει ο ιερεύς την πληγήν· και ιδού, εάν εις την όψιν ήναι βαθυτέρα του δέρματος και εις αυτήν θριξ ξανθίζουσα, τότε θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον· είναι κασίδα, λέπρα της κεφαλής ή του πωγωνίου.
Tad priesterim to vainu būs aplūkot, un redzi, ja viņa dziļāka izraugās nekā tā āda, un mati iekš tās iedzelteni plāni, tad priesterim to būs atzīt par nešķīstu, - tas ir kašķis, tie ir galvas jeb bārdas spitāļi.
31 Και εάν θεωρήση ο ιερεύς την πληγήν της κασίδας και ιδού, εις την όψιν δεν ήναι βαθυτέρα του δέρματος και δεν ήναι θριξ μελανή εν αυτή, τότε θέλει κλείσει ο ιερεύς επτά ημέρας τον έχοντα την πληγήν της κασίδας·
Bet ja priesteris to kašķa vainu aplūkos, un redzi, tā dziļāka neizraugās nekā tā āda, un nekādu melnu matu uz tās nav, tad priesterim to, kam tā kašķa vaina, būs ieslēgt septiņas dienas.
32 και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς την πληγήν την εβδόμην ημέραν· και ιδού, εάν δεν εξηπλώθη η κασίδα και δεν ήναι εις αυτήν θριξ ξανθίζουσα και εις την όψιν η κασίδα δεν ήναι βαθυτέρα του δέρματος,
Un septītā dienā priesterim to vainu būs aplūkot, un redzi, ja tas kašķis nav izpleties un uz tā nav nekādu iedzeltenu matu un tas kašķis arī neizraugās dziļāks nekā tā āda,
33 αυτός θέλει ξυρισθή, αλλ' η κασίδα δεν θέλει ξυρισθή· ο δε ιερεύς θέλει κλείσει τον έχοντα την κασίδαν άλλας επτά ημέρας.
Tad tam matus būs nodzīt, bet ne pa to kašķi, un priesterim to, kam tā vaina, būs ieslēgt vēl septiņas dienas.
34 Και την εβδόμην ημέραν θέλει θεωρήσει ο ιερεύς την κασίδαν· και ιδού, εάν η κασίδα δεν εξηπλώθη εις το δέρμα και εις την όψιν δεν ήναι βαθυτέρα του δέρματος, τότε θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς καθαρόν· και αυτός θέλει πλύνει τα ιμάτια αυτού και θέλει είσθαι καθαρός.
Un septītā dienā priesterim to kašķi būs aplūkot, un redzi, ja tas kašķis nav izpleties pār ādu, nedz izraugās dziļāks nekā tā āda, tad priesterim to būs turēt par šķīstu; tam savas drēbes būs mazgāt un šķīstam būt.
35 Αλλ' εάν η κασίδα εξηπλώθη πολύ επί του δέρματος μετά τον καθαρισμόν αυτού,
Bet ja tas kašķis ir izpleties pār ādu pēc viņa šķīstīšanās,
36 τότε θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς· και ιδού, εάν η κασίδα εξηπλώθη επί του δέρματος, δεν θέλει ερευνήσει ο ιερεύς περί της ξανθιζούσης τριχός· είναι ακάθαρτος.
Tad priesterim viņu būs aplūkot un redzi, ja tas kašķis ir izpleties pār ādu, tad priesterim vairs nebūs meklēt tos iedzeltenos matus; viņš ir nešķīsts.
37 Αλλ' εάν θεωρήση ότι η κασίδα είναι εις στάσιν και εκφύεται θριξ μελανή εν αυτή, η κασίδα είναι τεθεραπευμένη· είναι καθαρός· και θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς καθαρόν.
Bet ja tas kašķis pēc viņa apraudzīšanas tāds pat ir palicis un melni mati uz tā ir auguši, tad tas kašķis ir sadzijis; viņš ir šķīsts, un priesterim viņu būs atzīt par šķīstu.
38 Και εάν ανήρ, ή γυνή, έχωσιν επί του δέρματος της σαρκός αυτών εξανθήματα, εξανθήματα λευκωπά,
Un ja kādam vīram vai kādai sievai pie viņu miesas ādas metās baltas pūtes,
39 τότε θέλει θεωρήσει ο ιερεύς· και ιδού, εάν τα εξανθήματα επί του δέρματος της σαρκός αυτών ήναι υπόλευκα, είναι αλφός εξανθών επί του δέρματος· είναι καθαρός.
Un priesteris to aplūko, un redzi, viņu miesas ādā ir bālas baltas pūtes, tad tas ir kraupis; tas iekš ādas ir izsities, - viņš ir šķīsts.
40 Εάν δε η κεφαλή τινός μαδήση, αυτός είναι φαλακρός· είναι καθαρός.
Un ja kādam vīram galvas mati izkrīt, ka tā paliek plika, - viņš ir šķīsts.
41 Και εάν η κεφαλή αυτού μαδήση προς το πρόσωπον, είναι αναφάλαντος· είναι καθαρός.
Un ja uz viņa galvas priekšas mati ir izkrituši, tad viņš ir plikgalvis, viņš ir šķīsts.
42 Αλλ' εάν ήναι εις το φαλάκρωμα, ή εις το αναφαλάντωμα, πληγή λευκή κοκκινωπή, είναι λέπρα εξανθήσασα εις το φαλάκρωμα αυτού ή εις το αναφαλάντωμα αυτού.
Bet ja tai plikumā jeb pleiķī metās balta pasarkana vaina, tad tie ir spitāļi, kas izsitās pie viņa plikuma jeb pleiķa.
43 Και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς· και ιδού, εάν το πρήσμα της πληγής ήναι λευκόν κοκκινωπόν εις το φαλάκρωμα αυτού ή εις το αναφαλάντωμα αυτού, ως το φαινόμενον της λέπρας επί του δέρματος της σαρκός,
Un kad priesteris viņu ir aplūkojis, un viņa vainas tūkums viņa plikumā jeb pleiķī ir balti pasarkans, un izraugās tā kā spitāļi miesas ādā,
44 είναι άνθρωπος λεπρός, είναι ακάθαρτος· θέλει κρίνει αυτόν ο ιερεύς όλως ακάθαρτον· εις την κεφαλήν αυτού είναι η πληγή αυτού.
Tad tas vīrs ir spitālīgs, viņš ir nešķīsts, priesterim viņu būs atzīt par nešķīstu, uz viņa galvas ir (spitāļu) vaina.
45 Και του λεπρού, εις τον οποίον είναι η πληγή, τα ιμάτια αυτού θέλουσι σχισθή και η κεφαλή αυτού θέλει είσθαι ασκεπής, και το επάνω χείλος αυτού θέλει καλύψει και θέλει φωνάζει, Ακάθαρτος, ακάθαρτος.
Un kas ir spitālīgs, kam šī vaina, tam būs saplēst drēbes un atsegt galvu, un aizsegt savas lūpas un saukt: nešķīsts! nešķīsts!
46 Πάσας τας ημέρας καθ' ας η πληγή θέλει είσθαι εν αυτώ, θέλει είσθαι ακάθαρτος· είναι ακάθαρτος· μόνος θέλει κατοικεί· έξω του στρατοπέδου θέλει είσθαι η κατοικία αυτού.
Visu to laiku, kamēr viņam tā vaina, tam būs būt nešķīstam; tam būs atšķirtam dzīvot, ārā aiz lēģera lai ir viņa māju vieta.
47 Και εάν υπάρχη εις ιμάτιον πληγή λέπρας, εις ιμάτιον μάλλινον ή εις ιμάτιον λινούν,
Un ja tie spitāļi būs pie drēbēm, pie vilnainām drēbēm vai pie nātnu drēbēm,
48 είτε εις στημόνιον, είτε εις υφάδιον, εκ λινού ή εκ μαλλίου, είτε εις δέρμα, είτε εις παν πράγμα κατεσκευασμένον εκ δέρματος,
Lai tie ir pie adītām vai austām, lai pie nātnu vai vilnainām (drēbēm), lai pie kādas ādas vai pie kā, kas no ādām taisīts,
49 και η πληγή ήναι πρασινωπή, ή κοκκινωπή, εις το ιμάτιον, ή εις το δέρμα, ή εις το στημόνιον, εις το υφάδιον, ή εις παν σκεύος δερμάτινον, είναι πληγή λέπρας και θέλει δειχθή εις τον ιερέα·
Un ja tā vaina pie drēbēm vai pie ādas vai pie adītām vai austām vai pie kā, kas no ādām taisīts, ir zaļgana vai pasarkana: tad tie ir spitāļi, un tos būs priesterim rādīt.
50 ο δε ιερεύς θέλει θεωρήσει την πληγήν και θέλει κλείσει το έχον την πληγήν επτά ημέρας.
Un priesterim to vainu būs apraudzīt, un to, kam tā vaina, būs ieslēgt septiņas dienas.
51 Και θέλει θεωρήσει την πληγήν την εβδόμην ημέραν· εάν η πληγή εξηπλώθη επί του ιματίου, ή επί του στημονίου, ή επί του υφαδίου, ή επί του δέρματος, εκ παντός πράγματος το οποίον είναι κατεσκευασμένον εκ δέρματος, η πληγή είναι λέπρα διαβρωτική· τούτο είναι ακάθαρτον.
Un septītā dienā to vainu būs apraudzīt, ja tā vaina ir izpletusies pie drēbēm, vai pie adītām vai pie austām vai pie ādas vai pie kā, kas no ādas taisīts, tad tā ir ēdoti(ļaundabīga) spitālības vaina, - tas ir nešķīsts.
52 Και θέλει καύσει το ιμάτιον, ή το στημόνιον, ή το υφάδιον, μάλλινον, ή λινούν, ή παν σκεύος δερμάτινον επί του οποίου είναι η πληγή· διότι είναι λέπρα διαβρωτική· με πυρ θέλει καυθή.
Un tās drēbes, vai tos apmeslus vai tos audus, tik labi no vilnainām kā no nātnu drēbēm un visu to, kas no ādām taisīts, kur tā vaina radās, to būs sadedzināt, jo tā ir ēdoti spitālības vaina, - to būs ar uguni sadedzināt.
53 Και εάν ίδη ο ιερεύς, και ιδού, η πληγή δεν εξηπλώθη επί του ιματίου, είτε επί του στημονίου, είτε επί του υφαδίου, ή επί παντός σκεύους δερματίνου,
Un ja priesteris lūkos un redzēs, ka tā vaina pie drēbēm vai adītām vai austām vai pie kā, kas no ādām taisīts, nav izpletusies,
54 τότε θέλει προστάξει ο ιερεύς να πλυθή το έχον την πληγήν και θέλει κλείσει αυτό άλλας επτά ημέρας·
Tad priesterim būs pavēlēt, ka tas, pie kā tā vaina, top mazgāts, un otrā kārtā to būs ieslēgt septiņas dienas.
55 και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς την πληγήν, αφού επλύθη· και ιδού, εάν η πληγή δεν ήλλαξε το χρώμα αυτής και δεν εξηπλώθη η πληγή, είναι ακάθαρτον· με πυρ θέλεις καύσει αυτό· είναι διαβρωτικόν, το οποίον προχωρεί υποκάτωθεν ή επάνωθεν.
Un kad tas ir mazgāts, tad priesterim to vainu būs aplūkot, un redzi, ja tā vaina pēc izskata nav pārvērtusies un tā vaina nav izpletusies, tad tas ir nešķīsts; jums to ar uguni būs sadedzināt, jo tā ir ēdoti vaina, - lai būtu no iekš vai ārpuses.
56 Και εάν ίδη ο ιερεύς, και ιδού, η πληγή, αφού επλύθη, είναι ημαυρωμένη, τότε θέλει εκκόψει αυτήν από του ιματίου, ή από του δέρματος, ή από του στημονίου, ή από του υφαδίου.
Bet ja priesteris lūkos un redzi, tā vaina pēc viņas mazgāšanas ir nobālējusi, tad tam to būs noplēst no drēbēm vai no ādas vai no adītām vai no austām.
57 Αλλ' εάν φανή έτι επί του ιματίου, επί του στημονίου, ή επί του υφαδίου, ή επί παντός σκεύους δερματίνου, είναι λέπρα εξανθίζουσα· με πυρ θέλεις καύσει το έχον την πληγήν.
Bet ja tas vēl top ieraudzīts pie drēbēm vai adītām vai austām vai pie kā, kas no ādām taisīts, tad tie ir spitāļi, kas izsitās; to, pie kā tā vaina, jums būs sadedzināt ar uguni.
58 Και το ιμάτιον, ή το στημόνιον, ή το υφάδιον, παν σκεύος δερμάτινον, το οποίον ήθελες πλύνει, εάν η πληγή εξηλείφθη απ' αυτών, τότε θέλει πλυθή εκ δευτέρου και θέλει είσθαι καθαρόν.
Bet drēbes vai apmeslus vai audus vai to, kas no ādām taisīts, ko jūs esat mazgājuši, kad tā vaina no tā atstājās, tad jums to otrā kārtā būs mazgāt, un tas ir šķīsts.
59 Ούτος είναι ο νόμος της πληγής της λέπρας επί ιματίου μαλλίνου, ή λινού, είτε στημονίου, είτε υφαδίου, ή παντός σκεύους δερματίνου, διά να κρίνηται καθαρόν, ή να κρίνηται ακάθαρτον.
Šis ir tas likums par spitālības vainu pie vilnainām vai nātnu drēbēm vai adītām vai austām vai pie kaut kā, kas no ādām taisīts, to turēt vai par šķīstu vai par nešķīstu.