< Ἰησοῦς Nαυῆ 8 >
1 Και είπε Κύριος προς τον Ιησούν, Μη φοβηθής μηδέ δειλιάσης· λάβε μετά σου πάντας τους πολεμικούς άνδρας, και σηκωθείς ανάβα εις Γαί· ιδού, εγώ παρέδωκα εις την χείρα σου; τον βασιλέα της Γαί και τον λαόν αυτού και την πόλιν αυτού και την γην αυτού·
and to say LORD to(wards) Joshua not to fear and not to to be dismayed to take: take with you [obj] all people: soldiers [the] battle and to arise: rise to ascend: rise [the] Ai to see: behold! to give: give in/on/with hand: power your [obj] king [the] Ai and [obj] people his and [obj] city his and [obj] land: country/planet his
2 και θέλεις κάμει εις την Γαί και εις τον βασιλέα αυτής, καθώς έκαμες εις την Ιεριχώ και εις τον βασιλέα αυτής· μόνον τα λάφυρα αυτής και τα κτήνη αυτής θέλετε λαφυραγωγήσει εις εαυτούς· στήσον ενέδραν κατά της πόλεως όπισθεν αυτής.
and to make: do to/for Ai and to/for king her like/as as which to make: do to/for Jericho and to/for king her except spoil her and animal her to plunder to/for you to set: put to/for you to ambush to/for city from after her
3 Και εσηκώθη ο Ιησούς και πας ο λαός ο πολεμιστής, διά να αναβώσιν εις την Γαί· και εξέλεξεν ο Ιησούς τριάκοντα χιλιάδας άνδρας δυνατούς εν ισχύϊ και εξαπέστειλεν αυτούς διά νυκτός,
and to arise: rise Joshua and all people: soldiers [the] battle to/for to ascend: rise [the] Ai and to choose Joshua thirty thousand man mighty man [the] strength and to send: depart them night
4 και προσέταξεν εις αυτούς λέγων, Ιδού, σεις θέλετε ενεδρεύει κατά της πόλεως όπισθεν αυτής· μη απομακρυνθήτε πολύ από της πόλεως, και να ήσθε πάντες έτοιμοι·
and to command [obj] them to/for to say to see: behold! you(m. p.) to ambush to/for city from after [the] city not to remove from [the] city much and to be all your to establish: prepare
5 εγώ δε και πας ο λαός ο μετ' εμού θέλομεν πλησιάσει εις την πόλιν· και όταν εξέλθωσιν εναντίον ημών, καθώς πρότερον, τότε ημείς θέλομεν φύγει απ' έμπροσθεν αυτών·
and I and all [the] people which with me to present: come to(wards) [the] city and to be for to come out: come to/for to encounter: toward us like/as as which in/on/with first: previous and to flee to/for face: before their
6 και θέλουσιν εξέλθει κατόπιν ημών, εωσού απομακρύνωμεν αυτούς από της πόλεως, διότι θέλουσιν ειπεί, Αυτοί φεύγουσιν απ' έμπροσθεν ημών, καθώς πρότερον· και ημείς θέλομεν φύγει απ' έμπροσθεν αυτών·
and to come out: come after us till to tear we [obj] them from [the] city for to say to flee to/for face: before our like/as as which in/on/with first: previous and to flee to/for face: before their
7 τότε σεις σηκωθέντες εκ της ενέδρας, θέλετε κυριεύσει την πόλιν· διότι Κύριος ο Θεός σας θέλει παραδώσει αυτήν εις την χείρα σας·
and you(m. p.) to arise: rise from [the] to ambush and to possess: take [obj] [the] city and to give: give her LORD God your in/on/with hand: power your
8 και αφού κυριεύσητε την πόλιν, θέλετε καύσει την πόλιν εν πυρί· κατά την προσταγήν του Κυρίου θέλετε κάμει· ιδού, προσέταξα εις εσάς.
and to be like/as to capture you [obj] [the] city to kindle [obj] [the] city in/on/with fire like/as word LORD to make: do to see: behold! to command [obj] you
9 Ο Ιησούς λοιπόν εξαπέστειλεν αυτούς, και υπήγον εις ενέδραν και εκάθισαν μεταξύ Βαιθήλ και Γαί, προς το δυτικόν μέρος της Γαί· ο δε Ιησούς έμεινε την νύκτα εκείνην εν τω μέσω του λαού.
and to send: depart them Joshua and to go: went to(wards) [the] ambush and to dwell between Bethel Bethel and between [the] Ai from sea: west to/for Ai and to lodge Joshua in/on/with night [the] he/she/it in/on/with midst [the] people
10 Και εξεγερθείς ο Ιησούς το πρωΐ, επεσκέφθη τον λαόν, και ανέβη αυτός και οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ, έμπροσθεν του λαού προς Γαί.
and to rise Joshua in/on/with morning and to reckon: list [obj] [the] people and to ascend: rise he/she/it and old: elder Israel to/for face: before [the] people [the] Ai
11 Και πας ο λαός ο πολεμιστής, ο μετ' αυτού, ανέβη και επλησίασε και ήλθε κατέναντι της πόλεως και εστρατοπέδευσε κατά το βόρειον μέρος της Γαί· ήτο δε κοιλάς μεταξύ αυτών και της Γαί.
and all [the] people: soldiers [the] battle which with him to ascend: rise and to approach: approach and to come (in): towards before [the] city and to camp from north to/for Ai and [the] valley (between him *Q(k)*) and between [the] Ai
12 Και λαβών έως πέντε χιλιάδας ανδρών, εκάθισεν αυτούς εις ενέδραν μεταξύ Βαιθήλ και Γαί, προς το δυτικόν μέρος της πόλεως.
and to take: take like/as five thousand man and to set: make [obj] them to ambush between Bethel Bethel and between [the] Ai from sea: west to/for city
13 Και αφού διέταξαν τον λαόν, άπαν το στράτευμα το προς βορράν της πόλεως και την ενέδραν αυτού προς δυσμάς της πόλεως, υπήγεν ο Ιησούς εκείνην την νύκτα εις το μέσον της κοιλάδος.
and to set: put [the] people: soldiers [obj] all [the] camp which from north to/for city and [obj] heel his from sea: west to/for city and to go: continue Joshua in/on/with night [the] he/she/it in/on/with midst [the] valley
14 Και ως είδεν ο βασιλεύς της Γαί, αυτός και πας ο λαός αυτού, οι άνδρες της πόλεως, έσπευσαν και εξηγέρθησαν πρωΐ και εξήλθον εις συνάντησιν του Ισραήλ προς μάχην, εις ωρισμένην ώραν, επί την πεδιάδα· πλην αυτός δεν ήξευρεν ότι ήτο ένεδρα κατ' αυτού όπισθεν της πόλεως.
and to be like/as to see: see king [the] Ai and to hasten and to rise and to come out: come human [the] city to/for to encounter: toward Israel to/for battle he/she/it and all people his to/for meeting: time appointed to/for face: before [the] Arabah and he/she/it not to know for to ambush to/for him from after [the] city
15 Και ο Ιησούς και πας ο Ισραήλ προσεποιήθησαν ότι κατετροπώθησαν έμπροσθεν αυτών, και έφευγον διά της οδού της ερήμου.
and to touch Joshua and all Israel to/for face: before their and to flee way: direction [the] wilderness
16 Και συνεκαλέσθησαν πας ο λαός ο εν Γαί, διά να καταδιώξωσιν αυτούς· και κατεδίωξαν τον Ιησούν και απεμακρύνθησαν από της πόλεως.
and to cry out all [the] people which (in/on/with Ai *Q(K)*) to/for to pursue after them and to pursue after Joshua and to tear from [the] city
17 Και δεν απέμεινεν άνθρωπος εν Γαί και εν Βαιθήλ, όστις δεν εξήλθε κατόπιν του Ισραήλ· και αφήκαν ανοικτήν την πόλιν, και κατεδίωκον τον Ισραήλ.
and not to remain man: anyone in/on/with Ai and Bethel Bethel which not to come out: come after Israel and to leave: forsake [obj] [the] city to open and to pursue after Israel
18 Και είπε Κύριος προς τον Ιησούν, Έκτεινον την λόγχην, την εν τη χειρί σου, προς την Γαί· διότι θέλω παραδώσει αυτήν εις την χείρα σου. Και εξέτεινεν ο Ιησούς την λόγχην, την εν τη χειρί αυτού, προς την πόλιν.
and to say LORD to(wards) Joshua to stretch in/on/with javelin which in/on/with hand your to(wards) [the] Ai for in/on/with hand your to give: give her and to stretch Joshua in/on/with javelin which in/on/with hand his to(wards) [the] city
19 Και η ενέδρα εσηκώθη μετά σπουδής από της θέσεως αυτής, και ώρμησαν ευθύς ότε εξέτεινε την χείρα αυτού· και εισήλθον εις την πόλιν και εκυρίευσαν αυτήν, και σπεύσαντες έκαυσαν την πόλιν εκ πυρί.
and [the] to ambush to arise: rise haste from place his and to run: run like/as to stretch hand his and to come (in): come [the] city and to capture her and to hasten and to kindle [obj] [the] city in/on/with fire
20 Και ότε περιέβλεψαν εις τα οπίσω αυτών οι άνδρες της Γαί, είδον, και ιδού, ανέβαινεν ο καπνός της πόλεως προς τον ουρανόν, και δεν ηδύναντο να φύγωσιν εδώ και εκεί· επειδή ο λαός ο φεύγων προς την έρημον εστράφησαν οπίσω εναντίον των καταδιωκόντων.
and to turn human [the] Ai after them and to see: behold! and behold to ascend: rise smoke [the] city [the] heaven [to] and not to be in/on/with them hand: power to/for to flee here/thus and here/thus and [the] people [the] to flee [the] wilderness to overturn to(wards) [the] to pursue
21 Ο δε Ιησούς και πας ο Ισραήλ, ιδόντες ότι η ενέδρα είχε κυριεύσει την πόλιν και ότι ανέβαινεν ο καπνός της πόλεως, εστράφησαν οπίσω και επάταξαν τους άνδρας της Γαί.
and Joshua and all Israel to see: see for to capture [the] to ambush [obj] [the] city and for to ascend: rise smoke [the] city and to return: return and to smite [obj] human [the] Ai
22 Και οι άλλοι εξήλθον εκ της πόλεως εναντίον αυτών, ώστε ήσαν εν τω μέσω του Ισραήλ εντεύθεν και εκείθεν· και επάταξαν αυτούς, ώστε δεν αφήκαν ουδένα εξ αυτών μείναντα ή διαφυγόντα.
and these to come out: come from [the] city to/for to encounter: toward them and to be to/for Israel in/on/with midst these from this and these from this and to smite [obj] them till lest to remain to/for him survivor and survivor
23 Τον δε βασιλέα της Γαί συνέλαβον ζώντα και έφεραν αυτόν προς τον Ιησούν.
and [obj] king [the] Ai to capture alive and to present: bring [obj] him to(wards) Joshua
24 Και αφού ο Ισραήλ ετελείωσε φονεύων πάντας τους κατοίκους της Γαί εν τη πεδιάδι εκ τη ερήμω, όπου κατεδίωκον αυτούς, και έπεσον πάντες εν στόματι μαχαίρας, εωσού εξωλοθρεύθησαν, επέστρεψε πας ο Ισραήλ εις την Γαί και επάταξαν αυτήν εν στόματι μαχαίρας.
and to be like/as to end: finish Israel to/for to kill [obj] all to dwell [the] Ai in/on/with land: country in/on/with wilderness which to pursue them in/on/with him and to fall: kill all their to/for lip: edge sword till to finish they and to return: return all Israel [the] Ai and to smite [obj] her to/for lip: edge sword
25 Και πάντες οι πεσόντες εν τη ημέρα εκείνη, άνδρες τε και γυναίκες, ήσαν δώδεκα χιλιάδες, πάντες οι άνθρωποι της Γαί.
and to be all [the] to fall: kill in/on/with day [the] he/she/it from man and till woman two ten thousand all human [the] Ai
26 Και δεν έσυρεν ο Ιησούς οπίσω την χείρα αυτού, την οποίαν εξέτεινε με την λόγχην, εωσού εξωλόθρευσε πάντας τους κατοίκους της Γαί.
and Joshua not to return: return hand his which to stretch in/on/with javelin till which to devote/destroy [obj] all to dwell [the] Ai
27 Μόνον τα κτήνη και τα λάφυρα της πόλεως εκείνης ελαφυραγώγησεν ο Ισραήλ εις εαυτόν, κατά τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον προσέταξεν εις τον Ιησούν.
except [the] animal and spoil [the] city [the] he/she/it to plunder to/for them Israel like/as word LORD which to command [obj] Joshua
28 Και κατέκαυσεν ο Ιησούς την Γαί, και κατέστησεν αυτήν σωρόν παντοτεινόν αοίκητον έως της ημέρας ταύτης.
and to burn Joshua [obj] [the] Ai and to set: make her mound forever: enduring devastation till [the] day: today [the] this
29 Τον δε βασιλέα της Γαί εκρέμασεν επί ξύλου έως εσπέρας· και ως έδυσεν ο ήλιος, προσέταξεν ο Ιησούς και κατεβίβασαν το πτώμα αυτού από του ξύλου, και έρριψαν αυτό εις την είσοδον της πύλης της πόλεως, και ύψωσαν επ' αυτού σωρόν λίθων μέγαν, όστις μένει έως της σήμερον.
and [obj] king [the] Ai to hang upon [the] tree till time [the] evening and like/as to come (in): besiege [the] sun to command Joshua and to go down [obj] carcass his from [the] tree and to throw [obj] her to(wards) entrance gate [the] city and to arise: raise upon him heap stone great: large till [the] day: today [the] this
30 Τότε ωκοδόμησεν ο Ιησούς θυσιαστήριον εις Κύριον τον Θεόν του Ισραήλ επί το όρος Εβάλ,
then to build Joshua altar to/for LORD God Israel in/on/with mountain: mount (Mount) Ebal
31 καθώς ο Μωϋσής ο δούλος του Κυρίου προσέταξε τους υιούς Ισραήλ, κατά το γεγραμμένον εν τω βιβλίω του νόμου του Μωϋσέως, θυσιαστήριον εκ λίθων ολοκλήρων, επί των οποίων σίδηρος δεν επεβλήθη· και προσέφεραν επ' αυτό ολοκαύτωματα προς τον Κύριον και εθυσίασαν ειρηνικάς προσφοράς.
like/as as which to command Moses servant/slave LORD [obj] son: descendant/people Israel like/as to write in/on/with scroll: book instruction Moses altar stone complete which not to wave upon them iron and to ascend: offer up upon him burnt offering to/for LORD and to sacrifice peace offering
32 Και έγραψεν εκεί επί τους λίθους το αντίγραφον του νόμου του Μωϋσέως, τον οποίον είχε γράψει ενώπιον των υιών Ισραήλ.
and to write there upon [the] stone [obj] second instruction Moses which to write to/for face son: descendant/people Israel
33 Και πας ο Ισραήλ και οι πρεσβύτεροι αυτών και οι άρχοντες και οι κριταί αυτών εστάθησαν εντεύθεν και εντεύθεν της κιβωτού απέναντι των ιερέων των Λευϊτών, των βασταζόντων την κιβωτόν της διαθήκης του Κυρίου, και ο ξένος και ο αυτόχθων· το ήμισυ αυτών προς το όρος Γαριζίν και το ήμισυ αυτών προς το όρος Εβάλ· καθώς πρότερον προσέταξεν ο Μωϋσής ο δούλος του Κυρίου, διά να ευλογήσωσι τον λαόν του Ισραήλ.
and all Israel and old: elder his and official and to judge him to stand: stand from this and from this to/for ark before [the] priest [the] Levi to lift: bear ark covenant LORD like/as sojourner like/as born half his to(wards) opposite mountain: mount (Mount) Gerizim and [the] half his to(wards) opposite mountain: mount (Mount) Ebal like/as as which to command Moses servant/slave LORD to/for to bless [obj] [the] people Israel in/on/with first: previous
34 Και μετά ταύτα ανέγνωσε πάντας τους λόγους του νόμου, τας ευλογίας και τας κατάρας, κατά πάντα τα γεγραμμένα εν τω βιβλίω του νόμου.
and after so to call: read out [obj] all word [the] instruction [the] blessing and [the] curse like/as all [the] to write in/on/with scroll: book [the] instruction
35 Δεν ήτο λόγος εκ πάντων όσα προσέταξεν ο Μωϋσής, τον οποίον ο Ιησούς δεν ανέγνωσεν ενώπιον πάσης της συναγωγής του Ισραήλ, μετά των γυναικών και των παιδίων και των ξένων των παρευρισκομένων μεταξύ αυτών.
not to be word from all which to command Moses which not to call: read out Joshua before all assembly Israel and [the] woman and [the] child and [the] sojourner [the] to go: walk in/on/with entrails: among their