< Ἰώβ 7 >

1 Δεν είναι εκστρατεία ο βίος του ανθρώπου επί της γης; αι ημέραι αυτού ως ημέραι μισθωτού;
Is there not an appointed time to man vpon earth? and are not his dayes as the dayes of an hyreling?
2 Καθώς ο δούλος επιποθεί την σκιάν, και καθώς ο μισθωτός αναμένει τον μισθόν αυτού,
As a seruant longeth for the shadowe, and as an hyreling looketh for the ende of his worke,
3 ούτως εγώ έλαβον διά κληρονομίαν μήνας ματαιότητος, και οδυνηραί νύκτες διωρίσθησαν εις εμέ.
So haue I had as an inheritance the moneths of vanitie, and painefull nights haue bene appointed vnto me.
4 Όταν πλαγιάζω, λέγω, Πότε θέλω εγερθή, και θέλει περάσει η νυξ; και είμαι πλήρης ανησυχίας έως της αυγής·
If I layed me downe, I sayde, When shall I arise? and measuring the euening I am euen full with tossing to and from vnto the dawning of the day.
5 Η σαρξ μου είναι περιενδεδυμένη σκώληκας και βώλους χώματος· το δέρμα μου διασχίζεται και ρέει.
My flesh is clothed with wormes and filthinesse of the dust: my skinne is rent, and become horrible.
6 Αι ημέραι μου είναι ταχύτεραι της κερκίδος του υφαντού, και χάνονται άνευ ελπίδος.
My dayes are swifter then a weauers shittle, and they are spent without hope.
7 Ενθυμήθητι ότι η ζωή μου είναι άνεμος· ο οφθαλμός μου δεν θέλει επιστρέψει διά να ίδη αγαθόν.
Remember that my life is but a wind, and that mine eye shall not returne to see pleasure.
8 Ο οφθαλμός του βλέποντός με δεν θέλει με ιδεί πλέον· οι οφθαλμοί σου είναι επ' εμέ, και εγώ δεν υπάρχω.
The eye that hath seene me, shall see me no more: thine eyes are vpon me, and I shall be no longer.
9 Καθώς το νέφος διαλύεται και χάνεται ούτως ο καταβαίνων εις τον τάφον δεν θέλει επαναβή· (Sheol h7585)
As the cloude vanisheth and goeth away, so he that goeth downe to the graue, shall come vp no more. (Sheol h7585)
10 δεν θέλει επιστρέψει πλέον εις τον οίκον αυτού, και ο τόπος αυτού δεν θέλει γνωρίσει αυτόν πλέον.
He shall returne no more to his house, neither shall his place knowe him any more.
11 Διά τούτο εγώ δεν θέλω κρατήσει το στόμα μου· θέλω λαλήσει εν τη αγωνία του πνεύματός μου· θέλω θρηνολογήσει εν τη πικρία της ψυχής μου.
Therefore I will not spare my mouth, but will speake in the trouble of my spirite, and muse in the bitternesse of my minde.
12 Θάλασσα είμαι ή κήτος, ώστε έθεσας επ' εμέ φυλακήν;
Am I a sea or a whalefish, that thou keepest me in warde?
13 Όταν λέγω, Η κλίνη μου θέλει με παρηγορήσει, η κοίτη μου θέλει ελαφρώσει το παράπονόν μου,
When I say, My couch shall relieue me, and my bed shall bring comfort in my meditation,
14 τότε με φοβίζεις με όνειρα και με καταπλήττεις με οράσεις·
Then fearest thou me with dreames, and astonishest me with visions.
15 και η ψυχή μου εκλέγει αγχόνην και θάνατον, παρά τα οστά μου.
Therefore my soule chuseth rather to be strangled and to die, then to be in my bones.
16 Αηδίασα· δεν θέλω ζήσει εις τον αιώνα· λείψον απ' εμού· διότι αι ημέραι μου είναι ματαιότης.
I abhorre it, I shall not liue alway: spare me then, for my dayes are but vanitie.
17 Τι είναι ο άνθρωπος, ώστε μεγαλύνεις αυτόν, και βάλλεις τον νούν σου επ' αυτόν;
What is man, that thou doest magnifie him, and that thou settest thine heart vpon him?
18 Και επισκέπτεσαι αυτόν κατά πάσαν πρωΐαν και δοκιμάζεις αυτόν κατά πάσαν στιγμήν;
And doest visite him euery morning, and tryest him euery moment?
19 Έως πότε δεν θέλεις συρθή απ' εμού και δεν θέλεις με αφήσει, έως να καταπίω τον σίελόν μου;
Howe long will it be yer thou depart from me? thou wilt not let me alone whiles I may swallowe my spettle.
20 Ημάρτησα· τι δύναμαι να κάμω εις σε, διατηρητά του ανθρώπου; διά τι με έθεσας σημάδιόν σου, και είμαι βάρος εις εμαυτόν;
I haue sinned, what shall I do vnto thee? O thou preseruer of me, why hast thou set me as a marke against thee, so that I am a burden vnto my selfe?
21 Και διά τι δεν συγχωρείς την παράβασίν μου και αφαιρείς την ανομίαν μου; διότι μετ' ολίγον θέλω κοιμάσθαι εν τω χώματι· και το πρωΐ θέλεις με ζητήσει, και δεν θέλω υπάρχει.
And why doest thou not pardon my trespasse? and take away mine iniquitie? for nowe shall I sleepe in the dust, and if thou seekest me in the morning, I shall not be found.

< Ἰώβ 7 >