< Ἰεζεκιήλ 23 >
1 Και έγεινε λόγος Κυρίου προς εμέ, λέγων,
Ọ̀rọ̀ Olúwa tọ̀ mí wá:
2 Υιέ ανθρώπου, ήσαν δύο γυναίκες, θυγατέρες της αυτής μητρός·
“Ọmọ ènìyàn, obìnrin méjì wà, ọmọ ìyá kan náà.
3 και εξεπορνεύθησαν εν Αιγύπτω· εξεπορνεύθησαν εν τη νεότητι αυτών· εκεί επιέσθησαν τα στήθη αυτών και εκεί συνεθλίβησαν οι παρθενικοί αυτών μαστοί.
Wọn ń ṣe panṣágà ní Ejibiti, wọn ń ṣe panṣágà láti ìgbà èwe wọn. Ní ilẹ̀ yẹn ni wọn ti fi ọwọ́ pa ọyàn wọn, níbẹ̀ ni wọn sì fọwọ́ pa igbá àyà èwe wọn.
4 Τα δε ονόματα αυτών ήσαν, Οολά η πρεσβυτέρα και Οολιβά η αδελφή αυτής· και αύται έγειναν εμού και εγέννησαν υιούς και θυγατέρας. Ήσαν λοιπόν τα ονόματα αυτών Σαμάρεια η Οολά και Ιερουσαλήμ η Οολιβά.
Èyí ẹ̀gbọ́n ń jẹ́ Ohola, àbúrò rẹ̀ sì ń jẹ́ Oholiba. Tèmi ni wọ́n, wọ́n sì bí àwọn ọmọkùnrin àti àwọn ọmọbìnrin. Ohola ni Samaria, Oholiba sì ni Jerusalẹmu.
5 Και η Οολά εξεπορνεύθη, ενώ ήτο εμού, και παρεφρόνησε διά τους εραστάς αυτής, τους Ασσυρίους τους γείτονας αυτής,
“Ohola ń ṣe panṣágà nígbà tí ó sì jẹ́ tèmi; Ó sì ṣe ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí àwọn olólùfẹ́ rẹ̀, àwọn jagunjagun ará Asiria.
6 ενδεδυμένους κυανά, ταξιάρχους και άρχοντας, πάντας ερασμίους νέους, ιππείς ιππεύοντας εφ' ίππων.
Aṣọ aláró ni a fi wọ̀ wọ́n, àwọn gómìnà àti àwọn balógun, gbogbo wọn jẹ́ ọ̀dọ́mọkùnrin arẹwà àwọn tí ń gun ẹṣin.
7 Και έπραξε τας πορνείας αυτής μετ' αυτών, οίτινες πάντες ήσαν οι εκλεκτοί των Ασσυρίων, και μετά πάντων εκείνων, διά τους οποίους παρεφρόνησεν· εν πάσι τοις ειδώλοις αυτών εμιαίνετο.
O fi ara rẹ̀ fún gbajúmọ̀ ọkùnrin Asiria gẹ́gẹ́ bí panṣágà obìnrin, o fi òrìṣà gbogbo àwọn tí ó ní ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí i sọ ara rẹ̀ di aláìmọ́,
8 Και δεν αφήκε την πορνείαν αυτής την εξ Αιγύπτου· διότι μετ' αυτής εκοιμώντο εν τη νεότητι αυτής και ούτοι επίεζον τα παρθενικά αυτής στήθη και εξέχεον την πορνείαν αυτών επ' αυτήν.
kò fi ìwà panṣágà tí ó ti bẹ̀rẹ̀, ni Ejibiti sílẹ̀, ní ìgbà èwe rẹ̀ àwọn ọkùnrin n bá a sùn, wọn fi ọwọ́ pa àyà èwe rẹ̀ lára wọn sì ń ṣe ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí i.
9 Διά τούτο παρέδωκα αυτήν εις τας χείρας των εραστών αυτής, εις τας χείρας των Ασσυρίων, διά τους οποίους παρεφρόνησεν.
“Nítorí náà mo fi i sílẹ̀ fún àwọn olólùfẹ́ rẹ̀, ará Asiria, tí ó ní ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí i.
10 Ούτοι ανεκάλυψαν την αισχύνην αυτής· έλαβον τους υιούς αυτής και τας θυγατέρας αυτής και αυτήν εν ρομφαία απέκτειναν, και έγεινε περιβόητος μεταξύ των γυναικών, και εξετέλεσαν κρίσιν επ' αυτήν.
Wọ́n bọ́ ọ sí ìhòhò, wọ́n sì gba àwọn ọmọkùnrin àti ọmọbìnrin rẹ̀ wọn sì pa wọn pẹ̀lú idà. Ó di ẹni ìfisọ̀rọ̀ sọ láàrín àwọn obìnrin wọ́n sì fi ìyà jẹ ẹ́.
11 Ότε δε η αδελφή αυτής Οολιβά είδε τούτο, διεφθάρη εν τη παραφροσύνη αυτής υπέρ εκείνην και εν ταις πορνείαις αυτής υπέρ τας πορνείας της αδελφής αυτής·
“Àbúrò rẹ̀ Oholiba rí èyí, síbẹ̀ nínú ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ àti panṣágà rẹ̀, Ó ba ara rẹ jẹ́ ju ẹ̀gbọ́n rẹ̀ lọ.
12 παρεφρόνησε διά τους Ασσυρίους τους γείτονας αυτής, ταξιάρχους και άρχοντας ενδεδυμένους πολυτελώς, ιππείς ιππεύοντας εφ' ίππων, πάντας νέους ερασμίους.
Òun náà ní ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí ará Asiria àwọn gómìnà àti àwọn balógun, jagunjagun nínú aṣọ ogun, àwọn tí ń gun ẹṣin, gbogbo àwọn ọ̀dọ́mọkùnrin arẹwà.
13 Και είδον ότι εμιάνθη· μίαν οδόν έχουσιν αμφότεραι.
Mo rí i pé òun náà ba ara rẹ̀ jẹ́; àwọn méjèèjì rìn ojú ọ̀nà kan náà.
14 Προσέθεσεν έτι εις τας εαυτής πορνείας· διότι ως είδεν άνδρας εζωγραφημένους επί του τοίχου, εικόνας Χαλδαίων, οίτινες ήσαν εζωγραφημένοι με μίλτον,
“Ṣùgbọ́n ó tẹ̀síwájú nínú ṣíṣe panṣágà. O ri àwòrán àwọn ọkùnrin lára ògiri, àwòrán àwọn ara Kaldea àwòrán pupa,
15 περιεζωσμένους ζώνας επί τας οσφύας αυτών, φορούντας τιάρας βεβαμμένας επί τας κεφαλάς αυτών, πάντας έχοντας όψιν αρχόντων, ομοίους με τους Βαβυλωνίους της γης των Χαλδαίων, εν ή εγεννήθησαν.
pẹ̀lú ìgbànú ni ìdí wọn àti àwọn ìgbàrí ni orí wọn; gbogbo wọn dàbí olórí kẹ̀kẹ́ ogun Babeli ọmọ ìlú Kaldea.
16 και ως είδεν αυτούς με τους οφθαλμούς αυτής, παρεφρόνησε δι' αυτούς και εξαπέστειλε προς αυτούς πρέσβεις εις την Χαλδαίαν.
Ní kété tí ó rí wọn, ó ní ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ sí wọn, ó sì rán oníṣẹ́ sí wọn ni Kaldea.
17 Και οι Βαβυλώνιοι ήλθον προς αυτήν εις την κοίτην του έρωτος και εμίαναν αυτήν με την πορνείαν αυτών και εμιάνθη μετ' αυτών και η ψυχή αυτής απεξενώθη απ' αυτών.
Àwọn ará Babeli wá sọ́dọ̀ rẹ̀, lórí ibùsùn ìfẹ́, nínú ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ wọn, wọ́n bà á jẹ́. Lẹ́yìn ìgbà tí wọ́n bà á jẹ́ tán, ó yípadà kúrò lọ́dọ̀ wọn ní ìtìjú.
18 Και απεκάλυψε τας πορνείας αυτής και εξεσκέπασε την αισχύνην αυτής· τότε η ψυχή μου απεξενώθη απ' αυτής, καθώς η ψυχή μου είχεν αποξενωθή από της αδελφής αυτής.
Nígbà tí ó tẹ̀síwájú nínú iṣẹ́ panṣágà rẹ̀ ní gbangba wọ́n sì tú u sí ìhòhò, mo yí padà kúrò lọ́dọ̀ rẹ̀ ní ìtìjú, gẹ́gẹ́ bí mo ti yípadà kúrò lọ́dọ̀ ẹ̀gbọ́n rẹ̀.
19 Διότι επλήθυνε τας πορνείας αυτής, ανακαλούσα εις μνήμην τας ημέρας της νεότητος αυτής, ότε επορνεύετο εν γη Αιγύπτου.
Síbẹ̀síbẹ̀ ó ń pọ̀ sí i nínú ìdàpọ̀ rẹ̀ bí ó ti ń rántí ìgbà èwe rẹ̀ tí ó jẹ́ panṣágà ní Ejibiti.
20 Και παρεφρόνησε διά τους εραστάς αυτής, των οποίων η σαρξ είναι σαρξ όνων και η ρεύσις αυτών ρεύσις ίππων.
Nítorí ó fẹ́ olùfẹ́ àwọn olùfẹ́ wọn ní àfẹ́jù, tí àwọn tí nǹkan ọkùnrin wọn dàbí ti kẹ́tẹ́kẹ́tẹ́, àwọn ẹni tí ìtújáde ara wọn dàbí ti àwọn ẹṣin.
21 Και ενεθυμήθης την ακολασίαν της νεότητός σου, ότε τα στήθη σου επιέζοντο υπό των Αιγυπτίων, διά τους μαστούς της νεότητός σου.
Báyìí ni ìwọ pe ìwà ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ ìgbà èwe rẹ wá sí ìrántí, ní ti rírin orí ọmú rẹ láti ọwọ́ àwọn ará Ejibiti, fún ọmú ìgbà èwe rẹ.
22 Διά τούτο, Οολιβά, ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Ιδού, εγώ θέλω εγείρει τους εραστάς σου εναντίον σου, αφ' ων η ψυχή σου απεξενώθη, και θέλω φέρει αυτούς εναντίον σου πανταχόθεν·
“Nítorí náà, Oholiba, báyìí ní Olúwa Olódùmarè wí, Èmi yóò gbé olólùfẹ́ rẹ dìde sí ọ, àwọn tí o kẹ́yìn si ní ìtìjú, èmi yóò sì mú wọn dojúkọ ọ́ ní gbogbo ọ̀nà
23 τους Βαβυλωνίους και πάντας τους Χαλδαίους, Φεκώδ και Σωέ και Κωέ, πάντας τους Ασσυρίους μετ' αυτών· οίτινες πάντες είναι εράσμιοι νέοι, ταξίαρχοι και ηγεμόνες, στρατάρχαι και ονομαστοί, πάντες ιππεύοντες εφ' ίππων.
àwọn ará Babeli àti gbogbo ara Kaldea àwọn ọkùnrin Pekodi àti Ṣoa àti Koa àti gbogbo ará Asiria pẹ̀lú wọn, àwọn ọ̀dọ́mọkùnrin arẹwà, gbogbo àwọn gómìnà àti balógun, olórí oníkẹ̀kẹ́ ogun àti àwọn onípò gíga, gbogbo àwọn tí ń gun ẹṣin.
24 Και θέλουσιν ελθεί εναντίον σου μετά αρμάτων, μετά αμαξών και τροχών και μετά πλήθους λαών, και θέλουσι θέσει κύκλω εναντίον σου θυρεούς και ασπίδας και περικεφαλαίας· και θέλω θέσει ενώπιον αυτών κρίσιν και θέλουσι σε κρίνει κατά τας κρίσεις αυτών.
Wọn yóò wa dojúkọ ọ pẹ̀lú ohun ìjà, kẹ̀kẹ́ ogun pẹ̀lú kẹ̀kẹ́ ẹrù àti pẹ̀lú ìwọ́jọpọ̀ ènìyàn; wọn yóò mú ìdúró wọn lòdì sí ọ ní gbogbo ọ̀nà pẹ̀lú asà ńlá àti kékeré pẹ̀lú àṣíborí. Èmi yóò yí ọ padà sí wọn fun ìjìyà, wọn yóò sì fi ìyà jẹ ọ gẹ́gẹ́ bí wọn tí tó.
25 Και θέλω στήσει τον ζήλον μου εναντίον σου και θέλουσι φερθή προς σε μετ' οργής· θέλουσιν εκκόψει την μύτην σου και τα ώτα σου· και το υπόλοιπόν σου θέλει πέσει εν μαχαίρα· ούτοι θέλουσι λάβει τους υιούς σου και τας θυγατέρας σου· το δε υπόλοιπόν σου θέλει καταφαγωθή υπό πυρός.
Èmi yóò sì dojú ìbínú owú mi kọ ọ́, wọn yóò sì fìyà jẹ ọ́ ní ìrunú. Wọ́n yóò gé àwọn imú àti àwọn etí yín kúrò, àwọn tí ó kù nínú yín yóò ti ipá idà ṣubú. Wọn yóò mú àwọn ọmọkùnrin àti àwọn ọmọkùnrin yín lọ, àwọn tí o kù nínú yín ni iná yóò jórun.
26 Θέλουσιν έτι σε εκδύσει τα ιμάτιά σου και αφαιρέσει τους στολισμούς της λαμπρότητός σου.
Wọn yóò sì kó àwọn aṣọ àti àwọn ohun ọ̀ṣọ́ iyebíye yín.
27 Και θέλω παύσει από σου την ακολασίαν σου και την πορνείαν σου την εκ γης Αιγύπτου· και δεν θέλεις σηκώσει τους οφθαλμούς σου προς αυτούς, και δεν θέλεις ενθυμηθή πλέον την Αίγυπτον.
Èmi yóò sì fi òpin sí ìwà ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ àti iṣẹ́ panṣágà tí ẹ bẹ̀rẹ̀ ni Ejibiti. Ẹ̀yin kò ní wo àwọn nǹkan wọ̀nyí pẹ̀lú ìpòùngbẹ, bẹ́ẹ̀ ni ẹ kò ní rántí Ejibiti mọ.
28 Διότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Ιδού, θέλω σε παραδώσει εις την χείρα εκείνων τους οποίους μισείς, εις την χείρα εκείνων αφ' ων απεξενώθη η ψυχή σου.
“Nítorí báyìí ni Olúwa Olódùmarè wí: Èmi yóò fi ọ lé ọwọ́ àwọn tí ó kórìíra, lọ́wọ́ àwọn ẹni tí ọkàn rẹ ti ṣí kúrò.
29 Και θέλουσι φερθή προς σε με μίσος, και θέλουσι λάβει πάντας τους κόπους σου, και θέλουσι σε εγκαταλείψει γυμνήν και ασκέπαστον· και η αισχύνη της πορνείας σου θέλει αποκαλυφθή και η ακολασία σου και αι πορνείαί σου.
Wọn yóò fìyà jẹ ọ́ pẹ̀lú ìkórìíra, wọn yóò sì kó gbogbo ohun tí o ṣiṣẹ́ fún lọ. Wọn yóò fi ọ́ sílẹ̀ ní ìhòhò goloto, ìtìjú iṣẹ́ panṣágà rẹ ni yóò farahàn. Ìwà ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ rẹ̀ àti panṣágà rẹ.
30 Ταύτα θέλω κάμει εις σε, επειδή επορνεύθης κατόπιν των εθνών, επειδή εμιάνθης εν τοις ειδώλοις αυτών.
Èmi yóò ṣe gbogbo nǹkan wọ̀nyí sí ọ, nítorí ìwọ ti bá àwọn kèfèrí ṣe àgbèrè lọ, o sì fi àwọn òrìṣà wọn ba ara rẹ̀ jẹ́.
31 Εν τη οδώ της αδελφής σου περιεπάτησας· διά τούτο θέλω δώσει εις την χείρα σου το ποτήριον αυτής.
Ìwọ ti rin ọ̀nà ti ẹ̀gbọ́n rẹ rìn, Èmi yóò sì fi ago rẹ̀ lé ọ lọ́wọ́.
32 Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Το ποτήριον της αδελφής σου θέλεις πίει, το βαθύ και πλατύ· θέλεις είσθαι γέλως και παίγνιον· το ποτήριον τούτο χωρεί πολύ.
“Èyí yìí ní ohun ti Olúwa Olódùmarè wí: “Ìwọ yóò mu nínú ago ẹ̀gbọ́n rẹ, ago tí ó tóbi tí ó sì jinnú: yóò mú ìfiṣẹ̀sín àti ìfiṣe ẹlẹ́yà wá, nítorí tí ago náà gba nǹkan púpọ̀.
33 Θέλεις εμπλησθή από μέθης και θλίψεως, με το ποτήριον της εκπλήξεως και του αφανισμού, με το ποτήριον της αδελφής σου Σαμαρείας.
Ìwọ yóò mu àmupara àti ìbànújẹ́, ago ìparun àti ìsọdahoro ago ẹ̀gbọ́n rẹ Samaria.
34 Και θέλεις πίει αυτό και στραγγίσει, και θέλεις συντρίψει τα όστρακα αυτού, και θέλεις διασπαράξει τα στήθη σου· διότι εγώ ελάλησα, λέγει Κύριος ο Θεός.
Ìwọ yóò mú un ni àmugbẹ; ìwọ yóò sì fọ sí wẹ́wẹ́ ìwọ yóò sì fa ọmú rẹ̀ ya. Èmi ti sọ̀rọ̀ ni Olúwa Olódùmarè wí.
35 Διά τούτο ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Επειδή με ελησμόνησας και με απέρριψας οπίσω των νώτων σου, βάστασον λοιπόν και συ την ακολασίαν σου και τας πορνείας σου.
“Nítorí náà báyìí ní Olúwa Olódùmarè wí: Níwọ́n bí ìwọ ti gbàgbé mi, tí ìwọ sì ti fi mi sí ẹ̀yìn rẹ, ìwọ gbọdọ̀ gba àbájáde ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ àti panṣágà rẹ.”
36 Και είπε Κύριος προς εμέ· Υιέ ανθρώπου, θέλεις κρίνει την Οολά και την Οολιβά; απάγγειλον λοιπόν προς αυτάς τα βδελύγματα αυτών·
Olúwa sọ fún mi pé: “Ọmọ ènìyàn, ń jẹ́ ìwọ yóò ṣe ìdájọ́ Ohola àti Oholiba? Nítorí náà dojúkọ wọn nípa ìkórìíra tí wọn ń ṣe,
37 ότι εμοιχεύοντο, και είναι αίμα εν ταις χερσίν αυτών, και εμοιχεύοντο μετά των ειδώλων αυτών, και ότι διεβίβαζον χάριν αυτών τα τέκνα αυτών, τα οποία εγέννησαν εις εμέ, διά του πυρός εις κατανάλωσιν.
nítorí wọn ti dá ẹ̀ṣẹ̀ panṣágà ẹ̀jẹ̀ sì wà ní ọwọ́ wọn. Wọn dá ẹ̀ṣẹ̀ panṣágà pẹ̀lú àwọn òrìṣà wọn; kódà wọ́n fi àwọn ọmọ wọn tí wọn bí fún ni ṣe ìrúbọ, gẹ́gẹ́ bí oúnjẹ fún wọn.
38 Έπραξαν έτι τούτο εις εμέ· εμίαναν τα άγιά μου εν τη αυτή ημέρα και εβεβήλωσαν τα σάββατά μου.
Bákan náà ni wọ́n ti ṣe èyí náà sí mi. Ní àkókò kan náà wọn ba ibi mímọ́ mi jẹ́, wọ́n sì lo ọjọ́ ìsinmi mi ní àìmọ́.
39 Διότι ότε έσφαξαν τα τέκνα αυτών εις τα είδωλα αυτών, τότε εισήρχοντο την αυτήν ημέραν εις τα άγιά μου, διά να βεβηλόνωσιν αυτά· και ιδού, ούτως έπραττον εν μέσω του οίκου μου.
Ní ọjọ́ náà gan an wọ́n fi àwọn ọmọ wọn rú ẹbọ sí àwọn òrìṣà, wọn wọ ibi mímọ́ mi lọ wọn sì lò ó ní ìlòkulò. Ìyẹn ní wọn ṣe ní ilé mi.
40 Και προσέτι ειπέ ότι σεις επέμψατε προς άνδρας, διά να έλθωσι μακρόθεν, προς τους οποίους εστάλη πρέσβυς, και ιδού, ήλθον· διά τους οποίους ελούσθης, βάψας τους οφθαλμούς σου και εστολίσθης με στολισμούς.
“Wọn tilẹ̀ rán oníṣẹ́ sí àwọn ènìyàn tí wọ́n wá láti ọ̀nà jíjìn, nígbà tí wọ́n dé, ìwọ wẹ ara rẹ fún wọn, ìwọ kún ojú rẹ, ìwọ sì fi ọ̀ṣọ́ iyebíye sára.
41 Και εκάθησας επί κλίνης μεγαλοπρεπούς και έμπροσθεν αυτής ήτο τράπεζα ητοιμασμένη, εφ' ης έθεσας το θυμίαμά μου και το έλαιόν μου.
Ìwọ jókòó lórí ibùsùn ti o lẹ́wà, pẹ̀lú tábìlì tí a tẹ́ ní iwájú rẹ lórí, èyí tí o gbé tùràrí àti òróró tí ó jẹ́ tèmi kà.
42 Και ήσαν εν αυτή φωναί πλήθους αγαλλομένου· και μετά των ανδρών του όχλου εισήγοντο Σαβαίοι εκ της ερήμου, φορούντες βραχιόλια επί τας χείρας αυτών και ωραίους στεφάνους επί τας κεφαλάς αυτών.
“Ariwo ìjọ ènìyàn tí kò bìkítà wà ní àyíká rẹ̀; a mú àwọn ara Sabeani láti aginjù pẹ̀lú àwọn ọkùnrin láti ara àwọn ọ̀pọ̀ ènìyàn aláìníláárí, wọ́n sì mú àwọn ẹ̀gbà ọrùn ọwọ́ sí àwọn ọwọ́ obìnrin náà àti ẹ̀gbọ́n rẹ̀, adé dáradára sì wà ní orí wọn.
43 Τότε είπα προς την καταγηράσασαν εν μοιχείαις, Τώρα κάμνουσι πορνείας μετ' αυτής και αυτή μετ' εκείνων
Lẹ́yìn náà mo sọ̀rọ̀ nípa èyí tí ó lo ara rẹ̀ sá nípa panṣágà ṣíṣe, ‘Nísinsin yìí jẹ kí wọn lo o bí panṣágà, nítorí gbogbo ohun tí ó jẹ́ nìyẹn.’
44 και ούτοι εισήρχοντο προς αυτήν, καθώς εισέρχονται προς γυναίκα πόρνην· ούτως εισήρχοντο προς την Οολά και προς την Οολιβά, τας ακολάστους γυναίκας.
Wọn ba sùn bí ọkùnrin ti bá panṣágà sùn, bẹ́ẹ̀ ni wọ́n ṣe sùn pẹ̀lú obìnrin onífẹ̀kúfẹ̀ẹ́, Ohola àti Oholiba.
45 Διά τούτο άνδρες δίκαιοι, ούτοι θέλουσι κρίνει αυτάς, κατά την κρίσιν των μοιχαλίδων και κατά την κρίσιν των εκχεουσών αίμα· επειδή είναι μοιχαλίδες και αίμα είναι εν ταις χερσίν αυτών.
Ṣùgbọ́n àwọn ọkùnrin olódodo yóò pàṣẹ pé kí wọ́n fi ìyà jẹ àwọn obìnrin tí ó dá ẹ̀ṣẹ̀ àgbèrè tí ó sì ta ẹ̀jẹ̀ sílẹ̀ nítorí pé panṣágà ni wọ́n ẹ̀jẹ̀ sì wà ní ọwọ́ wọn.
46 Όθεν ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Θέλω αναβιβάσει επ' αυτάς όχλον και θέλω παραδώσει αυτάς εις ταραχήν και διαρπαγήν.
“Èyí ni ohun tí Olúwa Olódùmarè wí: Mú àgbájọ àwọn ènìyànkénìyàn wá sọ́dọ̀ wọn ki ó sì fi wọn lé ọwọ́ ìpayà àti ìkógun.
47 Και ο όχλος θέλει λιθοβολήσει αυτάς με λίθους και κατακόψει αυτάς με τα ξίφη αυτών· θέλουσι φονεύσει τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών και τας οικίας αυτών θέλουσι κατακαύσει εν πυρί.
Àwọn ènìyànkénìyàn náà yóò sọ wọ́n ni òkúta, yóò sì gé wọn lulẹ̀ pẹ̀lú idà wọn; wọn ó sì pa àwọn ọmọkùnrin àti àwọn ọmọbìnrin wọn, wọ́n ó sì jó àwọn ilé wọn kanlẹ̀.”
48 Ούτω θέλω παύσει την ακολασίαν από της γης, διά να μάθωσι πάσαι αι γυναίκες να μη πράττωσι κατά τας ακολασίας σας.
“Èmi yóò sì fi òpin sí ìwà ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ ni ilẹ̀ náà, kí gbogbo àwọn obìnrin le gba ìkìlọ̀ kí wọn kí ó ma sì ṣe fi ara wé ọ.
49 Και θέλουσιν ανταποδώσει τας ακολασίας υμών εφ' υμάς, και θέλετε βαστάσει τας αμαρτίας των ειδώλων σας· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Κύριος ο Θεός.
Ìwọ yóò sì jìyà fún ìfẹ́kúfẹ̀ẹ́ rẹ, ìwọ yóò sì gba àbájáde àwọn ẹ̀ṣẹ̀ panṣágà tí o dá. Nígbà náà ìwọ yóò mọ̀ pé èmi ni Olúwa Olódùmarè.”