< Ézéchiel 16 >

1 Et la parole de-l'Éternel me fut adressée en ces mots:
Και έγεινε λόγος Κυρίου προς εμέ, λέγων,
2 Fils de l'homme, montre à Jérusalem ses abominations,
Υιέ ανθρώπου, κάμε την Ιερουσαλήμ να γνωρίση τα βδελύγματα αυτής,
3 et dis: Ainsi parle le Seigneur, l'Éternel, à Jérusalem: Par ton origine et ta naissance tu es du pays de Canaan; ton père fut un Amoréen, et ta mère une Héthienne.
και ειπέ, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός προς την Ιερουσαλήμ· Η ρίζα σου και η γέννησίς σου είναι εκ της γης των Χαναναίων· ο πατήρ σου Αμορραίος και η μήτηρ σου Χετταία.
4 Et à ta naissance, au jour où tu naquis, ton nombril ne fut point coupé, et tu ne fus point baignée dans l'eau pour être nettoyée, et on ne répandit point de sel sur toi, et tu ne fus point enveloppée dans des langes.
Εις δε την γέννησίν σου, καθ' ην ημέραν εγεννήθης, ο ομφαλός σου δεν εκόπη και εν ύδατι δεν ελούσθης, διά να καθαρισθής, και με άλας δεν ηλατίσθης και εν σπαργάνοις δεν εσπαργανώθης.
5 Personne ne t'accorda un regard de pitié pour te faire, par compassion pour toi, une seule de ces choses; mais tu fus jetée dans les champs, dégoûtée de toi-même, le jour de ta naissance.
Οφθαλμός δεν σε εφείσθη, διά να κάμη εις σε τι εκ τούτων, ώστε να σε σπλαγχνισθή· αλλ' ήσο απερριμμένη εις το πρόσωπον της πεδιάδος, εν τη αποστροφή της ψυχής σου, καθ' ην ημέραν εγεννήθης.
6 Alors, passant près de toi, je te vis dans ton sang près d'être foulée, et je te dis, toi étant dans ton sang: Vis! Je te dis, toi étant dans ton sang: Vis!
Και ότε διέβην από πλησίον σου και σε είδον κυλιομένην εν τω αίματί σου, είπα προς σε ευρισκομένην εν τω αίματί σου, Ζήθι· ναι, είπα προς σε ευρισκομένην εν τω αίματί σου, Ζήθι.
7 Je te multipliai comme les plantes des campagnes; et tu pris de l'accroissement et tu grandis, et tu fus parée de tous les charmes; tes mamelles s'affermirent, et ta chevelure se développa; mais tu étais nue et découverte.
Και σε έκαμον μυριοπλάσιον, ως την χλόην του αγρού, και ηυξήνθης και εμεγαλύνθης και έφθασας εις το άκρον της ώραιότητος· οι μαστοί σου εμορφώθησαν και αι τρίχες σου ανεφύησαν· ήσο όμως γυμνή και ασκέπαστος.
8 Et passant près de toi, je te vis, et voici, ton temps était venu, le temps des amours. Et j'étendis sur toi le pan de ma robe et couvris ta nu-ditéj et tu reçus mes serments, et je m'engageai dans une alliance avec toi, dit le Seigneur, l'Éternel, et tu fus à moi.
Και ότε διέβην από πλησίον σου και σε είδον, ιδού, η ηλικία σου ήτο ηλικία έρωτος· και απλώσας το κράσπεδόν μου επί σε, εσκέπασα την ασχημοσύνην σου· και ώμοσα προς σε και εισήλθον εις συνθήκην μετά σου, λέγει Κύριος ο Θεός, και έγεινες εμού.
9 Puis je te baignai dans l'eau, je lavai le sang qui était sur toi, et je t'oignis avec de l'huile.
Και σε έλουσα εν ύδατι και απέπλυνα το αίμα σου από σου και σε έχρισα εν ελαίω.
10 Et je te revêtis d'étoffes brochées, et te mis une chaussure de peau de veau marin, et je t'enveloppai de lin et te couvris de soie.
Και σε ενέδυσα κεντητά και σε υπέδησα με σανδάλια υακίνθινα και σε περιέζωσα με βύσσον και σε εφόρεσα μεταξωτά.
11 Et je te donnai une parure, mettant des bracelets à tes mains, et des chaînettes à ton cou,
Και σε εστόλισα με στολίδια και περιέθεσα εις τας χείρας σου βραχιόλια και περιδέραιον επί τον τράχηλόν σου.
12 et je mis un anneau à tes narines, et des boucles à tes oreilles, et un superbe diadème sur ta tête.
Και έβαλον έρρινα εις τους μυκτήράς σου και ενώτια εις τα ώτα σου και στέφανον δόξης επί την κεφαλήν σου.
13 Tu fus ainsi parée d'or et d'argent, et le lin, et la soie, et les étoffes brochées étaient ton vêtement; la fleur de farine, et le miel et l'huile ta nourriture.
Και εστολίσθης με χρυσίον και αργύριον, και τα ιμάτιά σου ήσαν βύσσινα και μεταξωτά και κεντητά· σεμίδαλιν και μέλι και έλαιον έτρωγες· και έγεινες ώραία σφόδρα και ευημέρησας μέχρι βασιλείας.
14 Et tu parvins à la plus grande beauté, et tu t'élevas jusqu'à la royauté. Et ton nom se répandit parmi les peuples à cause de ta beauté; car elle devint accomplie par la magnificence dont je te couvris, dit le Seigneur, l'Éternel.
Και εξήλθεν η φήμη σου μεταξύ των εθνών διά το κάλλος σου· διότι ήτο τέλειον διά του στολισμού μου, τον οποίον έθεσα επί σε, λέγει Κύριος ο Θεός.
15 Mais, te confiant en ta beauté, tu fus impudique, malgré le nom que tu portais, et tu prodiguas ton amour adultère à tous les passants: il était pour eux.
Συ όμως εθαρρεύθης εις το κάλλος σου, και επορνεύθης διά την φήμην σου και εξέχεας την πορνείαν σου εις πάντα διαβάτην, γινομένη αυτού.
16 Et prenant de tes habits tu te fis sur des hauteurs des pavillons de toutes couleurs, et tu t'y prostituas; c'est ce qu'on n'avait pas encore vu et qu'on ne verra plus.
Και έλαβες εκ των ιματίων σου και εστόλισας τους υψηλούς σου τόπους με ποικίλα χρώματα και εξεπορνεύθης απ' αυτών· τοιαύτα δεν έγειναν ουδέ θέλουσι γείνει.
17 Et prenant tes superbes atours, faits de mon or et de mon argent, que je t'avais donnés, tu t'en fis des images d'hommes, et tu fus impudique avec elles.
Και έλαβες τα σκεύη της λαμπρότητός σου, τα εκ του χρυσίου μου και τα εκ του αργυρίου μου, τα οποία έδωκα εις σε, και έκαμες εις σεαυτήν εικόνας αρσενικάς και εξεπορνεύθης με αυτάς·
18 Et prenant tes vêtements brochés, tu les en recouvris et tu leur offris mon huile et mon encens.
και έλαβες τα κεντητά σου ιμάτια και εσκέπασας αυτάς· και έθεσας έμπροσθεν αυτών το έλαιόν μου και το θυμίαμά μου.
19 Et ma nourriture que je t'avais donnée, la fleur de farine, et l'huile, et le miel dont je te nourrissais, tu les leur offris en parfum odorant; et il en est ainsi, dit le Seigneur, l'Éternel.
Και τον άρτον μου, τον οποίον έδωκα εις σε, την σεμίδαλιν και το έλαιον και το μέλι, με τα οποία σε έτρεφον, έθεσας και ταύτα έμπροσθεν αυτών εις οσμήν ευωδίας· ούτως έγεινε, λέγει Κύριος ο Θεός.
20 Et prenant tes fils et tes filles que tu avais enfantés pour moi, tu les leur sacrifias pour les faire dévorer par eux. Était-ce trop peu de ton impudicité,
Και έλαβες τους υιούς σου και τας θυγατέρας σου, τας οποίας εγέννησας εις εμέ, και ταύτα εθυσίασας εις αυτάς, διά να αναλωθώσιν εν τω πυρί· μικρόν έργον των πορνεύσεών σου ήτο τούτο,
21 que tu aies aussi immolé mes fils, et que tu les aies donnés, en les leur consacrant?
ότι έσφαξας τα τέκνα μου και παρέδωκας αυτά διά να διαβιβάσωσιν αυτά διά του πυρός εις τιμήν αυτών;
22 Et au milieu de toutes tes abominations et de tes impudicités, tu as perdu le souvenir du temps de ta jeunesse, quand tu étais nue et découverte, et gisante dans ton sang près d'être foulée.
Και εν πάσι τοις βδελύγμασί σου και ταις πορνείαις σου δεν ενεθυμήθης ταις ημέρας της νεότητός σου, ότε ήσο γυμνή και ασκέπαστος, κυλιομένη εν τω αίματί σου.
23 Puis après tous tes méfaits (malheur! malheur à toi! dit le Seigneur, l'Éternel),
Και μετά πάσας τας κακίας σου, Ουαί, ουαί εις σε, λέγει Κύριος ο Θεός,
24 tu t'es bâti des voûtes, et élevé des tertres dans toutes les places,
έκτισας και εις σεαυτήν οίκημα πορνικόν και έκαμες εις σεαυτήν πορνοστάσιον εν πάση πλατεία.
25 dans tous les carrefours tu as élevé tes tertres et profané ta beauté, et ouvert tes pieds à chaque passant, et commis nombre d'impudicités.
Εις πάσαν αρχήν οδού ωκοδόμησας το πορνοστάσιόν σου και έκαμες το κάλλος σου βδελυκτόν και ήνοιξας τους πόδας σου εις πάντα διαβάτην, και επλήθυνας την πορνείαν σου.
26 Tu fus impudique avec les enfants de l'Egypte, tes voisins aux membres puissants, et commis nombre d'impudicités pour m'irriter.
Και εξεπορνεύθης με τους Αιγυπτίους τους πλησιοχώρους σου, τους μεγαλοσάρκους· και επολλαπλασίασας την πορνείαν σου, διά να με παροργίσης.
27 Et voici, levant ma main sur toi, je retranchai de ce que je t'avais assigné, et te livrai à la discrétion de tes ennemies, les filles des Philistins, qui rougissaient de ta conduite criminelle.
Ιδού λοιπόν, εξήπλωσα την χείρα μου επί σε, και αφήρεσα τα νενομισμένα σου, και σε παρέδωκα εις την θέλησιν εκείνων αίτινες σε εμίσουν, των θυγατέρων των Φιλισταίων, αίτινες εντρέπονται διά την οδόν σου την αισχράν.
28 Et tu fus impudique avec les enfants de l'Assyrie, parce que tu ne pouvais être rassasiée; et tu fus impudique avec eux, et tu ne fus pas encore rassasiée.
Και εξεπορνεύθης με τους Ασσυρίους, διότι ήσο άπληστος· ναι, εξεπορνεύθης με αυτούς και έτι δεν εχορτάσθης.
29 Et tu commis de grandes impudicités avec le pays de Canaan jusqu'en Chaldée, et même par là tu ne fus pas rassasiée.
Και επολλαπλασίασας την πορνείαν σου εν γη Χαναάν μέχρι των Χαλδαίων· και ουδέ ούτως εχορτάσθης.
30 Que ton cœur est malade! dit le Seigneur, l'Éternel, puisque tu as fait toutes ces choses, actes d'une impudente prostituée,
Πόσον διεφθάρη η καρδία σου, λέγει Κύριος ο Θεός, επειδή πράττεις πάντα ταύτα, έργα της πλέον αναισχύντου πόρνης.
31 que tu as bâti tes voûtes dans tous les carrefours, et élevé tes tertres dans toutes les places! Et tu ne fus point la prostituée qui fait la dégoûtée pour le prix,
Διότι έκτισας το πορνικόν οίκημά σου εν τη αρχή πάσης οδού, και έκαμες το πορνοστάσιόν σου εν πάση πλατεία· και δεν εστάθης ως πόρνη, καθότι κατεφρόνησας μίσθωμα,
32 la femme adultère qui au lieu de son mari reçoit des étrangers.
αλλ' ως γυνή μοιχαλίς, αντί του ανδρός αυτής δεχομένη ξένους.
33 A toutes les prostituées on fait des présents, mais toi, tu as donné tes présents à tous tes amants, et tu les as payés, pour qu'ils vinssent à toi de toutes parts commettre l'impudicité avec toi.
Εις πάσας τας πόρνας δίδουσι μίσθωμα· αλλά συ τα μισθώματά σου δίδεις εις πάντας τους εραστάς σου και διαφθείρεις αυτούς, διά να εισέρχωνται προς σε πανταχόθεν επί τη πορνεία σου.
34 Et tu fus le contraire des autres femmes dans ton impudicité, en ce que tu n'étais pas recherchée, et en ce que tu faisais des présents, et qu'on ne t'en faisait point. C'est ainsi que tu as été le contraire.
Και γίνεται εις σε το ανάπαλιν των άλλων γυναικών εν ταις πορνείαις σου· διότι δεν σε ακολουθεί ουδείς διά να πράξη πορνείαν· καθότι συ δίδεις μίσθωμα και μίσθωμα δεν δίδεται εις σε, κατά τούτο γίνεται εις σε το ανάπαλιν.
35 C'est pourquoi, écoute, impudique, la parole de l'Éternel!
Διά τούτο, άκουσον, πόρνη, τον λόγον του Κυρίου·
36 Ainsi parle le Seigneur, l'Éternel: Pour avoir prodigué tes trésors et dans ton impudicité découvert ta nudité à tes amants et à toutes tes abominables idoles, et à cause du sang de tes enfants que tu leur as donnés,
ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Επειδή εξέχεας τον χαλκόν σου, και η γύμνωσίς σου εξεσκεπάσθη εν ταις πορνείαις σου προς τους εραστάς σου και προς πάντα τα είδωλα των βδελυγμάτων σου, και διά το αίμα των τέκνων σου, τα οποία προσέφερες εις αυτά·
37 pour cela, voici, je rassemblerai tous tes amants auxquels tu as su plaire, et tous ceux que tu as aimés, avec tous ceux que tu haïssais, je les rassemblerai contre toi de toutes parts, et leur découvrirai ta nudité, afin qu'ils voient toute ta nudité.
διά τούτο ιδού, εγώ συνάγω πάντας τους εραστάς σου, μεθ' ων κατετρύφησας, και πάντας όσους ηγάπησας, μετά πάντων των μισηθέντων υπό σού· και θέλω συνάξει αυτούς επί σε πανταχόθεν και θέλω αποκαλύψει την αισχύνην σου εις αυτούς, και θέλουσιν ιδεί όλην την γύμνωσίν σου.
38 Et je te jugerai selon la loi des adultères et des meurtriers, et te livrerai à la sanguinaire vengeance de la fureur et de la jalousie.
Και θέλω σε κρίνει κατά την κρίσιν των μοιχαλίδων και εκχεουσών αίμα· και θέλω σε παραδώσει εις αίμα μετ' οργής και ζηλοτυπίας.
39 Et je t'abandonnerai à leurs mains, et ils démoliront tes voûtes, et abattront tes tertres, et te dépouilleront de tes habits, et t'ôteront tes superbes atours, et te laisseront là nue et découverte.
Και θέλω σε παραδώσει εις την χείρα αυτών· και θέλουσι κατασκάψει το πορνικόν οίκημά σου και κατεδαφίσει τους υψηλούς τόπους σου θέλουσιν ότι σε εκδύσει τα ιμάτιά σου και αφαιρέσει τους στολισμούς της λαμπρότητός σου και θέλουσι σε αφήσει γυμνήν και ασκέπαστον.
40 Et ils amèneront une foule contre toi, et te lapideront et te mettront en pièces avec leurs épées.
Και θέλουσι φέρει επί σε όχλους, οίτινες θέλουσι σε λιθοβολήσει με λίθους και σε διαπεράσει με τα ξίφη αυτών.
41 Et ils brûleront tes maisons au feu, et te feront ce que tu mérites, sous les yeux de beaucoup de femmes. Et je mettrai fin à ton impudicité, et le prix aussi tu ne le paieras plus.
Και θέλουσι κατακαύσει εν πυρί τας οικίας σου, και θέλουσιν εκτελέσει επί σε κρίσεις ενώπιον πολλών γυναικών· και θέλω σε κάμει να παύσης από της πορνείας, και δεν θέλεις δίδει του λοιπού μίσθωμα.
42 Et j'assouvirai ma fureur sur toi, et et tu ne seras plus l'objet de ma jalousie, et je serai calme et nullement irritable désormais.
Και θέλω αναπαύσει τον θυμόν μου επί σε, και η ζηλοτυπία μου θέλει σηκωθή από σου, και θέλω ησυχάσει και δεν θέλω οργισθή πλέον.
43 Parce que tu ne t'es pas rappelé le temps de ta jeunesse, et que tu t'es élevée contre moi par toutes ces choses, voici, moi aussi, je ferai retomber sur ta tête tout ce que tu as fait, dit le Seigneur, l'Éternel; car tu n'as pas réfléchi à toutes tes abominations.
Επειδή δεν ενεθυμήθης τας ημέρας της νεότητός σου, αλλά με παρώξυνας εν πάσι τούτοις, διά τούτο ιδού, και εγώ θέλω ανταποδώσει τας οδούς σου επί της κεφαλής σου, λέγει Κύριος ο Θεός· και δεν θέλεις κάμει κατά την ασέβειαν ταύτην επί πάσι τοις βδελύγμασί σου.
44 Voici, tous ceux qui emploient des proverbes, t'appliqueront le proverbe: Telle mère, telle fille!
Ιδού, πας ο παροιμιαζόμενος θέλει παροιμιασθή κατά σου, λέγων, κατά την μητέρα η θυγάτηρ αυτής.
45 Tu es la fille de ta mère, qui répudia son mari et ses enfants, et tu es la sœur de tes sœurs, qui répudièrent leurs maris et leurs enfants. Votre mère est une Héthienne, et votre père un Amoréen.
Συ είσαι η θυγάτηρ της μητρός σου, της αποβαλούσης τον άνδρα αυτής και τα τέκνα αυτής· και είσαι η αδελφή των αδελφών σου, αίτινες απέβαλον τους άνδρας αυτών και τα τέκνα αυτών· η μήτηρ σας ήτο Χετταία και ο πατήρ σας Αμορραίος.
46 Et la sœur aînée est Samarie, avec ses filles, qui habite à ta gauche, et ta sœur cadette, qui demeure à ta droite, est Sodome avec ses filles.
Και η αδελφή σου η πρεσβυτέρα είναι η Σαμάρεια, αυτή και αι θυγατέρες αυτής, αι κατοικούσαι εν τοις αριστεροίς σου· η δε νεωτέρα αδελφή σου, η κατοικούσα εν τοις δεξιοίς σου, τα Σόδομα και αι θυγατέρες αυτής.
47 Mais non seulement tu as suivi leurs errements, agi d'après leurs abominations; bientôt ce fut trop peu pour toi; tu fus pire qu'elles, dans toute ta conduite.
Συ όμως δεν περιεπάτησας κατά τας οδούς αυτών και δεν έπραξας κατά τα βδελύγματα αυτών· αλλ' ως εάν ήτο τούτο πολύ μικρόν, υπερέβης αυτών την διαφθοράν εν πάσαις ταις οδοίς σου.
48 Par ma vie, dit le Seigneur, l'Éternel, Sodome ta sœur, avec ses filles, n'en a pas fait autant que toi avec tes filles.
Ζω εγώ, λέγει Κύριος ο Θεός, η αδελφή σου Σόδομα δεν έπραξεν, αυτή και αι θυγατέρες αυτής, ως έπραξας συ και αι θυγατέρες σου.
49 Voici quel a été le crime de Sodome, ta sœur: orgueil, abondance, sécurité tranquille, telle était sa vie et celle de ses filles; elles n'ont point soutenu par la main le misérable et l'indigent,
Ιδού, αύτη ήτο η ανομία της αδελφής σου Σοδόμων, υπερηφανία, πλησμονή άρτου και αφθονία τρυφηλότητος, αυτής και των θυγατέρων αυτής· τον πτωχόν δε και τον ενδεή δεν εβοήθει
50 et elles étaient hautaines et commettaient des abominations devant moi, aussi les ai-je détruites, quand je l'ai vu.
και υψούντο και έπραττον βδελυρά ενώπιόν μου· όθεν, καθώς είδον ταύτα, ηφάνισα αυτάς.
51 Et Samarie n'a pas commis la moitié de tes péchés, et tu as commis un plus grand nombre d'abominations qu'elles, et justifié tes sœurs par toutes les abominations que tu as commises.
Και η Σαμάρεια δεν ημάρτησεν ουδέ το ήμισυ των αμαρτημάτων σου· αλλά συ επλήθυνας τα βδελύγματά σου υπέρ εκείνας και εδικαίωσας τας αδελφάς σου με πάντα τα βδελύγματά σου, τα οποία έπραξας.
52 Subis donc aussi toi-même l'opprobre que tu adjuges à tes sœurs! Par tes péchés qui ont été plus abominables que les leurs, elles se trouvent plus justes que toi. Soit donc aussi confondue, et subis ton opprobre, puisque tu as justifié tes sœurs.
Συ λοιπόν, ήτις έκρινες τας αδελφάς σου, βάσταζε την καταισχύνην σου· ένεκα των αμαρτημάτων σου, με τα οποία κατεστάθης βδελυρωτέρα εκείνων, εκείναι είναι δικαιότεραί σου· όθεν αισχύνθητι και συ και βάσταζε την καταισχύνην σου, ότι εδικαίωσας τας αδελφάς σου.
53 Et je ramènerai leurs captifs, les captifs de Sodome et de ses filles, et les captifs parmi les leurs,
Όταν φέρω οπίσω τους αιχμαλώτους αυτών, τους αιχμαλώτους Σοδόμων και των θυγατέρων αυτής και τους αιχμαλώτους της Σαμαρείας και των θυγατέρων αυτής, τότε θέλω επιστρέψει και τους αιχμαλώτους της αιχμαλωσίας σου μεταξύ αυτών·
54 afin qu'ainsi tu subisses ton opprobre, et que tu aies honte de tout ce que tu as fait, tant pour eux une consolation.
διά να βαστάζης την ατιμίαν σου και να καταισχύνησαι διά πάντα όσα έπραξας και να ήσαι παρηγορία εις αυτάς.
55 Et ta sœur Sodome et ses filles, reviendront à leur premier état, et Samarie et ses filles reviendront à leur premier état, et toi et tes filles vous reviendrez à votre premier état.
Όταν η αδελφή σου Σόδομα και αι θυγατέρες αυτής επιστρέψωσιν εις την προτέραν αυτών κατάστασιν, και η Σαμάρεια και αι θυγατέρες αυτής επιστρέψωσιν εις την προτέραν αυτών κατάστασιν, τότε θέλεις επιστρέψει συ και αι θυγατέρες σου εις την προτέραν σας κατάστασιν.
56 Et cependant on n'entendait point sortir de ta bouche le nom de Sodome ta sœur, dans le temps de ta hauteur,
Διότι η αδελφή σου Σόδομα δεν ανεφέρθη εκ του στόματός σου εν ταις ημέραις της υπερηφανίας σου,
57 avant que ta méchanceté fût manifestée, comme cela eut lieu, quand tu fus outragée par les filles de la Syrie et tous ceux qui les entourent, par les filles des Philistins qui tout autour de toi te méprisaient.
πριν ανακαλυφθή η κακία σου, καθώς ανεκαλύφθη εν καιρώ του γενομένου εις σε ονείδους υπό των θυγατέρων της Συρίας και πασών των πέριξ αυτής, των θυγατέρων των Φιλισταίων, αίτινες σε ελεηλάτησαν πανταχόθεν.
58 Tes crimes et tes abominations, tu les subis maintenant, dit l'Éternel.
Συ εβάστασας την ασέβειάν σου και τα βδελύγματά σου, λέγει Κύριος.
59 Car ainsi parle le Seigneur, l'Éternel: J'agirai envers toi comme tu en as agi, toi qui as méprisé le serment en rompant l'alliance.
Διότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Εγώ θέλω κάμει εις σε καθώς έκαμες συ, ήτις κατεφρόνησας τον όρκον, παραβαίνουσα την διαθήκην.
60 Cependant je me rappellerai l'alliance que j'ai faite avec toi au temps de ta jeunesse, et je veux établir avec toi une alliance éternelle.
Αλλ' όμως θέλω ενθυμηθή την διαθήκην μου την γενομένην προς σε εν ταις ημέραις της νεότητός σου, και θέλω στήσει εις σε διαθήκην αιώνιον.
61 Et tu te rappelleras ta conduite, et tu en auras honte, quand tu recevras tes sœurs, les aînées et les cadettes, et que je te les donnerai pour filles, mais non en vertu de ton alliance.
Τότε θέλεις ενθυμηθή τας οδούς σου και αισχυνθή, όταν δεχθής τας αδελφάς σου, τας πρεσβυτέρας σου και τας νεωτέρας σου· και θέλω δώσει αυτάς εις σε διά θυγατέρας, ουχί όμως κατά την διαθήκην σου.
62 Et j'établirai mon alliance avec toi, et tu reconnaîtras que je suis l'Éternel,
Και εγώ θέλω στήσει την διαθήκην μου προς σε, και θέλεις γνωρίσει έτι εγώ είμαι ο Κύριος·
63 afin que tu te rappelles, et que tu aies honte et que tu n'ouvres pas la bouche de confusion, quand je te pardonnerai tout ce que tu as fait, dit le Seigneur, l'Éternel.
διά να ενθυμηθής, και να αισχυνθής και να μη ανοίξης πλέον το στόμα σου υπό της εντροπής σου, όταν εξιλεωθώ προς σε διά πάντα όσα έπραξας, λέγει Κύριος ο Θεός.

< Ézéchiel 16 >