< Psaumes 130 >
1 En Jérusalem. Des profondeurs de l'abîme, j'ai crié vers toi, Seigneur.
«Ωιδή των Αναβαθμών.» Εκ βαθέων έκραξα προς σε, Κύριε.
2 Seigneur, écoute ma voix; que ton oreille soit attentive à la voix de ma prière.
Κύριε, εισάκουσον της φωνής μου· ας ήναι τα ώτα σου προσεκτικά εις την φωνήν των δεήσεών μου.
3 Si tu regardes nos iniquités, Seigneur, Seigneur, qui soutiendra ton regard?
Εάν, Κύριε, παρατηρήσης ανομίας, Κύριε, τις θέλει δυνηθή να σταθή;
4 Car la miséricorde est en toi; à cause de ton nom, je t'ai attendu, Seigneur. Mon âme a mis son attente en ta parole.
Παρά σοι όμως είναι συγχώρησις, διά να σε φοβώνται.
5 Mon âme a espéré dans le Seigneur.
Προσέμεινα τον Κύριον, προσέμεινεν η ψυχή μου, και ήλπισα επί τον λόγον αυτού.
6 Que depuis la veille du matin jusqu'à la nuit, Israël espère dans le Seigneur.
Η ψυχή μου προσμένει τον Κύριον, μάλλον παρά τους προσμένοντας την αυγήν, ναι, τους προσμένοντας την αυγήν.
7 Car la miséricorde est dans le Seigneur, et une abondante rédemption est en lui.
Ας ελπίζη ο Ισραήλ επί τον Κύριον· διότι παρά τω Κυρίω είναι έλεος, και λύτρωσις πολλή παρ' αυτώ·
8 Et c'est lui qui rachètera Israël de toutes ses iniquités.
και αυτός θέλει λυτρώσει τον Ισραήλ από πασών των ανομιών αυτού.