< Psalms 119 >

1 Alleluia. Blessed are the blameless in the way, who walk in the law of the Lord.
Άλεφ. Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ· οι περιπατούντες εν τω νόμω του Κυρίου·
2 Blessed are they that search out his testimonies: they will diligently seek him with the whole heart.
Μακάριοι οι φυλάττοντες τα μαρτύρια αυτού, οι εκζητούντες αυτόν εξ όλης καρδίας·
3 For they that work iniquity have not walked in his ways.
αυτοί βεβαίως δεν πράττουσιν ανομίαν· εν ταις οδοίς αυτού περιπατούσι.
4 You have commanded [us] diligently to keep your precepts.
συ προσέταξας να φυλάττωνται ακριβώς αι εντολαί σου.
5 O that my ways were directed to keep your ordinances.
Είθε να κατευθύνωνται αι οδοί μου, διά να φυλάττω τα διατάγματά σου
6 Then shall I not be ashamed, when I have respect to all your commandments.
Τότε δεν θέλω αισχυνθή, όταν επιβλέπω εις πάντα τα προστάγματά σου.
7 I will give you thanks with uprightness of heart, when I have learned the judgments of your righteousness.
Θέλω σε δοξολογεί εν ευθύτητι καρδίας, όταν μάθω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
8 I will keep your ordinances: O forsake me not greatly.
Τα διατάγματά σου θέλω φυλάττει· μη με εγκαταλίπης ολοκλήρως.
9 Wherewith shall a young man direct his way? by keeping your words.
Βεθ. Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους σου.
10 With my whole heart have I diligently sought you: cast me not away from your commandments.
Εξ όλης της καρδίας μου σε εξεζήτησα· με μη αφήσης να αποπλανηθώ από των προσταγμάτων σου.
11 I have hidden your oracles in my heart, that I might not sin against you.
Εν τη καρδία μου εφύλαξα τα λόγιά σου, διά να μη αμαρτάνω εις σε.
12 Blessed are you, O Lord: teach me your ordinances.
Ευλογητός είσαι, Κύριε· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
13 With my lips have I declared all the judgments of your mouth.
Διά των χειλέων μου διηγήθην πάσας τας κρίσεις του στόματός σου.
14 I have delighted in the way of your testimonies, [as much] as in all riches.
Εν τη οδώ των μαρτυρίων σου ευφράνθην, ως διά πάντα τα πλούτη.
15 I will meditate on your commandments, and consider your ways.
Εις τας εντολάς σου θέλω μελετά, και εις τας οδούς σου θέλω ενατενίζει.
16 I will meditate on your ordinances: I will not forget your words.
Εις τα διατάγματά σου θέλω εντρυφά· δεν θέλω λησμονήσει τους λόγους σου.
17 Render a recompense to your servant: [so] shall I live, and keep your words.
Γίμελ. Αντάμειψον τον δούλον σου· ούτω θέλω ζήσει, και θέλω φυλάξει τον λόγον σου.
18 Unveil you mine eyes, and I shall perceive wondrous things of your law.
Άνοιξον τους οφθαλμούς μου, και θέλω βλέπει τα θαυμάσια τα εκ του νόμου σου.
19 I am a stranger in the earth: hide not your commandments from me.
Πάροικος είμαι εγώ εν τη γή· μη κρύψης απ' εμού τα προστάγματά σου.
20 My soul has longed exceedingly for your judgments at all times.
Η ψυχή μου λιποθυμεί εκ του πόθου τον οποίον έχω εις τας κρίσεις σου πάντοτε.
21 You have rebuked the proud: cursed are they that turn aside from your commandments.
Συ επετίμησας τους επικαταράτους υπερηφάνους, τους εκκλίνοντας από των προσταγμάτων σου.
22 Remove from me reproach and contempt; for I have sought out your testimonies.
Σήκωσον απ' εμού το όνειδος και την καταφρόνησιν· διότι εφύλαξα τα μαρτύριά σου.
23 For princes sat and spoke against me: but your servant was meditating on your ordinances.
Άρχοντες τωόντι εκάθισαν και ελάλουν εναντίον μου· αλλ' ο δούλός σου εμελέτα εις τα διατάγματά σου.
24 For your testimonies are my (meditation) and your ordinances are my counselors.
Τα μαρτυριά σου βεβαίως είναι η τρυφή μου και οι σύμβουλοί μου.
25 My soul has cleaved to the ground; quicken you me according to your word.
Δάλεθ. Η ψυχή μου εκολλήθη εις το χώμα· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
26 I declared my ways, and you did hear me: teach me your ordinances.
Εφανέρωσα τας οδούς μου, και μου εισήκουσας· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
27 Instruct me in the way of your ordinances; and I will meditate on your wondrous works.
Κάμε με να εννοώ την οδόν των εντολών σου, και θέλω μελετά εις τα θαυμάσιά σου.
28 My soul has slumbered for sorrow; strengthen you me with your words.
Η ψυχή μου τήκεται υπό θλίψεως· στερέωσόν με κατά τον λόγον σου.
29 Remove from me the way of iniquity; and be merciful to me by your law.
Απομάκρυνον απ' εμού την οδόν του ψεύδους, και χάρισόν μοι τον νόμον σου.
30 I have chosen the way of truth; and have not forgotten your judgments.
Την οδόν της αληθείας εξέλεξα· προ οφθαλμών μου έθεσα τας κρίσεις σου.
31 I have cleaved to your testimonies, O Lord; put me not to shame.
Προσεκολλήθην εις τα μαρτύριά σου· Κύριε, μη με καταισχύνης.
32 I ran the way of your commandments, when you did enlarge my heart.
Την οδόν των προσταγμάτων σου θέλω τρέχει, όταν πλατύνης την καρδίαν μου.
33 Teach me, O Lord, the way of your ordinances, and I will seek it out continually.
Ε. Δίδαξόν με, Κύριε, την οδόν των διαταγμάτων σου, και θέλω φυλάττει αυτήν μέχρι τέλους.
34 Instruct me, and I will search out your law, and will keep it with my whole heart.
Συνέτισόν με, και θέλω φυλάττει τον νόμον σου· ναι, θέλω φυλάττει αυτόν εν όλη καρδία.
35 Guide me in the path of your commandments; for I have delighted in it.
Οδήγησόν με εις την οδόν των προσταγμάτων σου· διότι ευφραίνομαι εις αυτήν.
36 Incline mine heart to your testimonies, and not to covetousness.
Κλίνον την καρδίαν μου εις τα μαρτύριά σου και μη εις πλεονεξίαν.
37 Turn away mine eyes that I may not behold vanity: quicken you me in your way.
Απόστρεψον τους οφθαλμούς μου από του να βλέπωσι ματαιότητα· ζωοποίησόν με εν τη οδώ σου.
38 Confirm your oracle to your servant, that he may fear you.
Εκτέλεσον τον λόγον σου προς τον δούλον σου, όστις είναι δεδομένος εις τον φόβον σου.
39 Take away my reproach which I have feared: for your judgments are good.
Αφαίρεσον το όνειδός μου, το οποίον φοβούμαι· διότι αι κρίσεις σου είναι αγαθαί.
40 Behold, I have desired your commandments: quicken me in your righteousness.
Ιδού, επεθύμησα τας εντολάς σου· ζωοποίησόν με διά της δικαιοσύνης σου.
41 And let your mercy come upon me, O Lord; [even] your salvation, according to your word.
Βάου. Και ας έλθη επ εμέ το έλεός σου, Κύριε, και η σωτηρία σου κατά τον λόγον σου.
42 And [so] I shall render an answer to them that reproach me: for I have trusted in your words.
Τότε θέλω αποκριθή προς τον ονειδίζοντά με· διότι ελπίζω επί τον λόγον σου.
43 And take not the word of truth utterly out of my mouth; for I have hoped in your judgments. So shall I keep your law continually, for ever and ever.
Και μη αφαιρέσης ολοτελώς από του στόματός μου τον λόγον της αληθείας· διότι ήλπισα επί τας κρίσεις σου.
Και θέλω φυλάττει τον νόμον σου διαπαντός, εις τον αιώνα του αιώνος.
45 I walked also at large: for I sought out your commandments.
Και θέλω περιπατεί εν ευρυχωρία· διότι εξεζήτησα τας εντολάς σου.
46 And I spoke of your testimonies before kings, and was not ashamed.
Και θέλω ομιλεί περί των μαρτυρίων σου έμπροσθεν βασιλέων, και δεν θέλω αισχυνθή.
47 And I meditated on your commandments, which I loved exceedingly.
Και θέλω εντρυφά εις τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα.
48 And I lifted up my hands to your commandments which I loved; and I meditated in your ordinances.
Και θέλω υψόνει τας χείρας μου προς τα προστάγματά σου, τα οποία ηγάπησα· και θέλω μελετά εις τα διατάγματά σου.
49 Remember your words to your servant, wherein you have made me hope.
Ζάϊν. Ενθυμήθητι τον λόγον τον προς τον δούλον σου, εις τον οποίον με επήλπισας.
50 This has comforted me in mine affliction: for your oracle has quickened me.
Αύτη είναι η παρηγορία μου εν τη θλίψει μου, ότι ο λόγος σου με εζωοποίησεν.
51 The proud have transgressed exceedingly; but I swerved not from your law.
Οι υπερήφανοι με εχλεύαζον σφόδρα· αλλ' εγώ από του νόμου σου δεν εξέκλινα.
52 I remembered your judgments of old, O Lord; and was comforted.
Ενεθυμήθην τας απ' αιώνος κρίσεις σου, Κύριε, και παρηγορήθην.
53 Despair took hold upon me, because of the sinners who forsake your law.
Φρίκη με κατέλαβεν εξ αιτίας των ασεβών, των εγκαταλειπόντων τον νόμον σου.
54 Your ordinances were my songs in the place of my sojourning.
Τα διατάγματά σου υπήρξαν εις εμέ ψαλμωδίαι εν τω οίκω της παροικίας μου.
55 I remembered your name, O Lord, in the night, and kept your law.
Ενεθυμήθην εν νυκτί το όνομά σου, Κύριε· και εφύλαξα τον νόμον σου.
56 This I had, because I diligently sought your ordinances.
Τούτο έγεινεν εις εμέ, διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
57 You are my portion, O Lord: I said that I would keep your law.
Χεθ. Συ, Κύριε, μερίς μου είσαι· είπα να φυλάξω τους λόγους σου.
58 I implored your favor with my whole heart: have mercy upon me according to your word.
Παρεκάλεσα το πρόσωπόν σου εν όλη καρδία· ελέησόν με κατά τον λόγον σου.
59 I thought on your ways, and turned my feet to your testimonies.
Διελογίσθην τας οδούς μου και έστρεψα τους πόδας μου εις τα μαρτύριά σου.
60 I prepared myself, (and was not terrified, ) to keep your commandments.
Έσπευσα και δεν εβράδυνα να φυλάξω τα προστάγματά σου.
61 The snares of sinners entangled me: but I forgot not your law.
Στίφη ασεβών με περιεκύκλωσαν· αλλ' εγώ δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
62 At midnight I arose, to give thanks to you for the judgments of your righteousness.
Το μεσονύκτιον εγείρομαι διά να σε δοξολογώ διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
63 I am a companion of all them that fear you, and of them that keep your commandments.
Εγώ είμαι μέτοχος πάντων των φοβουμένων σε και φυλαττόντων τας εντολάς σου.
64 O Lord, the earth is full of your mercy: teach me your ordinances.
Η γη, Κύριε, είναι πλήρης του ελέους σου· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
65 You have wrought kindly with your servant, o Lord, according to your word.
Τεθ. Συ, Κύριε, ευηργέτησας τον δούλον σου κατά τον λόγον σου.
66 Teach me kindness, and instruction, and knowledge: for I have believed your commandments.
Δίδαξόν με φρόνησιν και γνώσιν· διότι επίστευσα εις τα προστάγματά σου.
67 Before I was afflicted, I transgressed; therefore have I kept your word.
Πριν ταλαιπωρηθώ, εγώ επλανώμην· αλλά τώρα εφύλαξα τον λόγον σου.
68 Good are you, O Lord; therefore in your goodness teach me your ordinances.
Συ είσαι αγαθός και αγαθοποιός· δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
69 The injustice of the proud has been multiplied against me: but I will search out your commandments with all my heart.
Οι υπερήφανοι έπλεξαν κατ' εμού ψεύδος· αλλ' εγώ εν όλη καρδία θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
70 Their heart has been curdled like milk; but I have meditated on your law.
Η καρδία αυτών έπηξεν ως πάχος· αλλ' εγώ εντρυφώ εις τον νόμον σου.
71 [It is] good for me that you have afflicted me; that I might learn your ordinances.
Καλόν έγεινεν εις εμέ ότι εταλαιπωρήθην, διά να μάθω τα διατάγματά σου.
72 The law of your mouth is better to me than thousands of gold and silver.
Ο νόμος του στόματός σου είναι καλήτερος εις εμέ, υπέρ χιλιάδας χρυσίου και αργυρίου.
73 Your hands have made me, and fashioned me: instruct me, that I may learn your commandments.
Ιώδ. Αι χείρές σου με έκαμαν και με έπλασαν· συνέτισόν με, και θέλω μάθει τα προστάγματά σου.
74 They that fear you will see me and rejoice: for I have hoped in your words.
Οι φοβούμενοί σε θέλουσι με ιδεί και ευφρανθή, διότι ήλπισα επί τον λόγον σου.
75 I know, O Lord, that your judgments are righteousness, and [that] you in truthfulness have afflicted me.
Γνωρίζω, Κύριε, ότι αι κρίσεις σου είναι δικαιοσύνη, και ότι πιστώς με εταλαιπώρησας.
76 Let, I pray you, your mercy be to comfort me, according to your word to your servant.
Ας με παρηγορήση, δέομαι, το έλεός σου, κατά τον λόγον σου τον προς τον δούλον σου.
77 Let your compassions come to me, that I may live: for your law is my (meditation)
Ας έλθωσιν επ' εμέ οι οικτιρμοί σου, διά να ζώ· διότι ο νόμος σου είναι η τρυφή μου.
78 Let the proud be ashamed; for they transgressed against me unjustly: but I will meditate in your commandments.
Ας αισχυνθώσιν οι υπερήφανοι, διότι ζητούσιν αδίκως να με ανατρέψωσιν· αλλ' εγώ θέλω μελετά εις τας εντολάς σου.
79 Let those that fear you, and those that know your testimonies, turn to me.
Ας επιστρέψωσιν εις εμέ οι φοβούμενοί σε, και οι γνωρίζοντες τα μαρτύριά σου·
80 Let mine heart be blameless in your ordinances, that I may not be ashamed.
Ας ήναι η καρδία μου άμωμος εις τα διατάγματά σου, διά να μη αισχυνθώ.
81 My soul faints for your salvation: I have hoped in your words.
Καφ. Λιποθυμεί η ψυχή μου διά την σωτηρίαν σου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
82 Mine eyes failed [in waiting] for your word, saying, When will you comfort me?
Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά τον λόγον σου, λέγοντες, Πότε θέλεις με παρηγορήσει;
83 For I am become as a bottle in the frost: [yet] I have not forgotten your ordinances.
Διότι έγεινα ως ασκός εν τω καπνώ· αλλά τα διατάγματά σου δεν ελησμόνησα.
84 How many are the days of your servant? when will you execute judgment for me on them that persecute me?
Πόσαι είναι αι ημέραι του δούλου σου; πότε θέλεις κάμει κρίσιν εναντίον των καταδιωκόντων με;
85 Transgressors told me [idle tales]; but not according to your law, O Lord.
Οι υπερήφανοι, οι εναντίοι του νόμου σου, έσκαψαν εις εμέ λάκκους.
86 All your commandments are truth; they persecuted me unjustly; help you me.
Πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια· αδίκως με κατατρέχουσι· βοήθησόν μοι.
87 They nearly made an end of me in the earth; but I forsook not your commandments.
Παρ' ολίγον με κατέστρεψαν εις την γήν· αλλ' εγώ δεν εγκατέλιπον τας εντολάς σου.
88 Quicken me according to your mercy; so shall I keep the testimonies of your mouth.
Ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου· και θέλω φυλάξει τα μαρτύρια του στόματός σου.
89 Your word, O Lord, abides in heaven for ever.
Λάμεδ. Εις τον αιώνα, Κύριε, διαμένει ο λόγος σου εν τω ουρανώ·
90 Your truth [endures] to all generations; you have founded the earth, and it abides.
η αλήθειά σου εις γενεάν και γενεάν· εθεμελίωσας την γην, και διαμένει.
91 The day continues by your arrangement; for all things are your servants.
Κατά τας διατάξεις σου διαμένουσιν έως της σήμερον, διότι τα σύμπαντα είναι δούλοι σου.
92 Were it not that your law is my (meditation) then I should have perished in mine affliction.
Εάν ο νόμος σου δεν ήτο η τρυφή μου, τότε ήθελον χαθή εν τη θλίψει μου.
93 I will never forget your ordinances; for with them you have quickened me.
Εις τον αιώνα δεν θέλω λησμονήσει τας εντολάς σου, διότι εν αυταίς με εζωοποίησας.
94 I am your, save me; for I have sought out your ordinances.
Σος είμαι εγώ· σώσον με· διότι τας εντολάς σου εξεζήτησα.
95 Sinners laid wait for me to destroy me; [but] I understood your testimonies.
Οι ασεβείς με περιέμενον διά να με αφανίσωσιν· αλλ' εγώ θέλω προσέχει εις τα μαρτύριά σου.
96 have seen an end of all perfection; [but] your commandment is very broad.
Εις πάσαν τελειότητα είδον όριον· αλλ' ο νόμος σου είναι πλατύς σφόδρα.
97 How I have loved your law, O Lord! it is my meditation all the day.
Μεμ. Πόσον αγαπώ τον νόμον σου· όλην την ημέραν είναι μελέτη μου.
98 You have made me wiser than mine enemies [in] your commandment; for it is mine for ever.
Διά των προσταγμάτων σου με έκαμες σοφώτερον των εχθρών μου, διότι είναι πάντοτε μετ' εμού.
99 I have more understanding than all my teachers; for your testimonies are my medication.
Είμαι συνετώτερος πάντων των διδασκόντων με· διότι τα μαρτύριά σου είναι μελέτη μου.
100 I understand more that the aged; because I have sought out your commandments.
Είμαι συνετώτερος των γερόντων· διότι εφύλαξα τας εντολάς σου.
101 I have kept back my feet from every evil way, that I might keep your words.
Από πάσης οδού πονηράς εκώλυσα τους πόδας μου, διά να φυλάξω τον λόγον σου.
102 I have not declined from your judgments; for you have instructed me.
Από των κρίσεών σου δεν εξέκλινα· διότι συ με εδίδαξας.
103 How sweet are your oracles to my throat! more so than honey to my mouth!
Πόσον γλυκείς είναι οι λόγοι σου εις τον ουρανίσκον μου· είναι υπέρ μέλι εις το στόμα μου.
104 I gain understanding by your commandments: therefore I have hated every way of unrighteousness.
Εκ των εντολών σου έγεινα συνετός· διά τούτο εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
105 Your law is a lamp to my feet, and a light to my paths.
Νούν. Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου και φως εις τας τρίβους μου.
106 I have sworn and determined to keep the judgments of your righteousness.
Ώμοσα και θέλω εμμένει να φυλάττω τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
107 I have been very greatly afflicted, O Lord: quicken me, according to your word.
Εταλαιπωρήθην σφόδρα· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
108 Accept, I pray you, O Lord, the free will offerings of my mouth, and teach me your judgments.
Πρόσδεξαι, δέομαι, τας προαιρετικάς προσφοράς του στόματός μου, Κύριε· και δίδαξόν με τας κρίσεις σου.
109 My soul is continually in your hands; and I have not forgotten your law.
Η ψυχή μου είναι πάντοτε εν κινδύνω· τον νόμον σου όμως δεν ελησμόνησα.
110 Sinners spread a snare for me; but I erred not from your commandments.
Οι ασεβείς έστησαν εις εμέ παγίδα· αλλ' εγώ από των εντολών σου δεν εξέκλινα.
111 I have inherited your testimonies for ever; for they are the joy of my heart.
Τα μαρτύριά σου εκληρονόμησα εις τον αιώνα· διότι ταύτα είναι η αγαλλίασις της καρδίας μου.
112 I have inclined my heart to perform your ordinances for ever, in return [for your mercies].
Έκλινα την καρδίαν μου εις το να κάμνω τα διατάγματά σου πάντοτε μέχρι τέλους.
113 I have hated transgressors; but I have loved your law.
Σάμεχ. Εμίσησα τους διεστραμμένους στοχασμούς· τον δε νόμον σου ηγάπησα.
114 You are my helper and my supporter; I have hoped in your words.
Συ είσαι η σκέπη μου και η ασπίς μου· επί τον λόγον σου ελπίζω.
115 Depart from me, you evil-doers; for I will search out the commandments of my God.
Απομακρύνθητε απ' εμού οι πονηρευόμενοι· διότι θέλω φυλάττει τα προστάγματα του Θεού μου.
116 Uphold me according to your word, and quicken me; and make me not ashamed of my expectation.
Υποστήριζέ με κατά τον λόγον σου και θέλω ζή· και μη με καταισχύνης εις την ελπίδα μου.
117 Help me, and I shall be saved; and I will meditate in your ordinances continually.
Υποστήριζέ με και θέλω σωθή· και θέλω προσέχει διαπαντός εις τα διατάγματά σου.
118 You have brought to nothing all that depart from your ordinances; for their inward thought is unrighteous.
Συ κατεπάτησας πάντας τους εκκλίνοντας από των διαταγμάτων σου· διότι ματαία είναι η δολιότης αυτών.
119 I have reckoned all the sinners of the earth as transgressors; therefore have I loved your testimonies.
Αποσκυβαλίζεις πάντας τους πονηρούς της γής· διά τούτο ηγάπησα τα μαρτύριά σου.
120 Penetrate my flesh with your fear; for I am afraid of your judgments.
Έφριξεν η σαρξ μου από του φόβου σου, και από των κρίσεών σου εφοβήθην.
121 I have done judgment and justice; deliver me not up to them that injure me.
Νγάϊν. Έκαμα κρίσιν και δικαιοσύνην· μη με παραδώσης εις τους αδικούντάς με.
122 Receive your servant for good: let not the proud accuse me falsely.
Γενού εγγυητής του δούλου σου εις καλόν· ας μη με καταθλίψωσιν οι υπερήφανοι.
123 Mine eyes have failed for your salvation, and for the word of your righteousness.
Οι οφθαλμοί μου απέκαμον διά την σωτηρίαν σου και διά τον λόγον της δικαιοσύνης σου.
124 Deal with your servant according to your mercy, and teach me your ordinances.
Κάμε μετά του δούλου σου κατά το έλεός σου και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
125 I am your servant; instruct me, and I shall know your testimonies.
Δούλος σου είμαι εγώ· συνέτισόν με, και θέλω γνωρίσει τα μαρτύριά σου.
126 [It is] time for the Lord to work: they have utterly broken your law.
Καιρός είναι διά να ενεργήση ο Κύριος· ηκύρωσαν τον νόμον σου.
127 Therefore have I loved your commandments more than gold, or the topaz.
Διά τούτο ηγάπησα τα προστάγματά σου υπέρ χρυσίον, και υπέρ χρυσίον καθαρόν.
128 Therefore I directed myself [according] to all your commandments: I have hated every unjust way.
Διά τούτο εγνώρισα ορθάς πάσας τας εντολάς σου περί παντός πράγματος· και εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.
129 Your testimonies are wonderful: therefore my soul has sought them out.
Πε. Θαυμαστά είναι τα μαρτύριά σου· διά τούτο εφύλαξεν αυτά η ψυχή μου.
130 The manifestation of your words will enlighten, and instruct the simple.
Η φανέρωσις των λόγων σου φωτίζει· συνετίζει τους απλούς.
131 I opened my mouth, and drew breath: for I earnestly longed after your commandments.
Ήνοιξε το στόμα μου και ανεστέναξα· διότι επεθύμησα τα προστάγματά σου.
132 Look upon me and have mercy upon me, after the manner of them that love your name.
Επίβλεψον επ' εμέ και ελέησόν με, καθώς συνειθίζεις προς τους αγαπώντας το όνομά σου.
133 Order my steps according to your word: and let not any iniquity have dominion over me.
Στερέωσον τα βήματά μου εις τον λόγον σου· και ας μη με κατακυριεύση μηδεμία ανομία.
134 Deliver me from the false accusation of men: so will I keep your commandments.
Λύτρωσόν με από καταδυναστείας ανθρώπων, και θέλω φυλάττει τας εντολάς σου.
135 Cause your face to shine upon your servant: and teach me your ordinances.
Επίφανον το πρόσωπόν σου επί τον δούλον σου, και δίδαξόν με τα διατάγματά σου.
136 Mine eyes have been bathed in streams of water, because I kept not your law.
Ρύακας υδάτων κατεβίβασαν οι οφθαλμοί μου, επειδή δεν φυλάττουσι τον νόμον σου.
137 Righteous are you, O Lord, and upright are your judgments.
Τσάδε. Δίκαιος είσαι, Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου.
138 You has commanded righteousness and perfect truth, [as] your testimonies.
Τα μαρτύριά σου, τα οποία διέταξας, είναι δικαιοσύνη και υπερτάτη αλήθεια.
139 Your zeal has quite wasted me: because mine enemies have forgotten your words.
Ο ζήλος μου με κατέφαγε, διότι ελησμόνησαν τους λόγους σου οι εχθροί μου.
140 Your word [has been] very fully tried; and your servant loves it.
Ο λόγος σου είναι κεκαθαρισμένος σφόδρα· διά τούτο ο δούλός σου αγαπά αυτόν.
141 I am young and despised: [yet] I have not forgotten your ordinances.
Μικρός είμαι και εξουδενωμένος· δεν ελησμόνησα όμως τας εντολάς σου.
142 Your righteousness is an everlasting righteousness, and your law is truth.
Η δικαιοσύνη σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα, και ο νόμος σου αλήθεια.
143 Afflictions and distresses found me: [but] your commandments [were] my (meditation)
Θλίψεις και στενοχωρίαι με εύρηκαν· τα προστάγματά σου όμως είναι η χαρά μου.
144 Your testimonies [are] an everlasting righteousness: instruct me, and I shall live.
Τα μαρτύριά σου είναι δικαιοσύνη εις τον αιώνα· Συνέτισόν με και θέλω ζήσει.
145 I cried with my whole heart; hear me, O Lord: I will search out your ordinances.
Κοφ. Έκραξα εν όλη καρδία· άκουσόν μου, Κύριε, και θέλω φυλάξει τα διατάγματά σου.
146 I cried to you; save me, and I will keep your testimonies.
Έκραξα προς σέ· σώσον με, και θέλω φυλάξει τα μαρτύριά σου.
147 I arose before the dawn, and cried: I hoped in your words.
Προέλαβον την αυγήν και έκραξα· ήλπισα επί τον λόγον σου.
148 Mine eyes prevented the dawn, that I might meditate on your oracles.
Οι οφθαλμοί μου προλαμβάνουσι τας νυκτοφυλακάς, διά να μελετώ εις τον λόγον σου.
149 Hear my voice, O Lord, according to your mercy; quicken me according to your judgment.
Άκουσον της φωνής μου κατά το έλεός σου· ζωοποίησόν με, Κύριε, κατά την κρίσιν σου.
150 They have drawn near who persecuted me unlawfully; and they are far removed from your law.
Επλησίασαν οι ακολουθούντες την πονηρίαν· εξέκλιναν από του νόμου σου.
151 You are near, O Lord; and all your ways are truth.
Συ, Κύριε, είσαι πλησίον, και πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια.
152 I have known of old concerning your testimonies, that you have founded them for ever.
Προ πολλού εγνώρισα εκ των μαρτυρίων σου, ότι εις τον αιώνα εθεμελίωσας αυτά.
153 Look upon mine affliction, and rescue me; for I have not forgotten your law.
Ρες. Ιδέ την θλίψιν μου και ελευθέρωσόν με· διότι δεν ελησμόνησα τον νόμον σου.
154 Plead my cause, and ransom me: quicken me because of your word.
Δίκασον την δίκην μου και λύτρωσόν με· ζωοποίησόν με κατά τον λόγον σου.
155 Salvation is far from sinners: for they have not searched out your ordinances.
Μακράν από ασεβών η σωτηρία· διότι δεν εκζητούσι τα διατάγματά σου.
156 Your mercies, O Lord, are many: quicken me according to your judgment.
Μεγάλοι οι οικτιρμοί σου, Κύριε· ζωοποίησόν με κατά τας κρίσεις σου.
157 Many are they that persecute me and oppress me: [but] I have not declined from your testimonies.
Πολλοί είναι οι καταδιώκοντές με και οι θλίβοντές με· αλλ' από των μαρτυρίων σου δεν εξέκλινα.
158 I saw men acting foolishly, and I pined away; for they kept not your oracles.
Είδον τους παραβάτας και εταράχθην· διότι δεν εφύλαξαν τον λόγον σου.
159 Behold, I have loved your commandments, O Lord: quicken me in your mercy.
Ιδέ πόσον αγαπώ τας εντολάς σου· Κύριε, ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου.
160 The beginning of your words is truth; and all the judgments of your righteousness [endure] for ever.
Το κεφάλαιον του λόγου σου είναι η αλήθεια· και εις τον αιώνα μένουσι πάσαι αι κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
161 Princes persecuted me without a cause, but my heart feared because of your words.
Σχίν. Άρχοντες με κατεδίωξαν αναιτίως· αλλ' η καρδία μου τρέμει από του λόγου σου.
162 I will exult because of your oracles, as one that finds much spoil.
Αγάλλομαι εις τον λόγον σου, ως ο ευρίσκων λάφυρα πολλά.
163 I hate and abhor unrighteousness; but I love your law.
Μισώ και βδελύττομαι το ψεύδος· τον νόμον σου αγαπώ.
164 Seven times in a day have I praised you because of the judgments of your righteousness.
Επτάκις της ημέρας σε αινώ, διά τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου.
165 Great peace have they that love your law: and there is no stumbling block to them.
Ειρήνην πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου· και εις αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα.
166 I waited for your salvation, O Lord, and have loved your commandments.
Ήλπισα επί την σωτηρίαν σου, Κύριε· και έπραξα τα προστάγματά σου.
167 My soul has kept your testimonies, and loved them exceedingly.
Εφύλαξεν η ψυχή μου τα μαρτύριά σου· και ηγάπησα αυτά σφόδρα.
168 I have kept your commandments and your testimonies; for all my ways are before you, O Lord.
Εφύλαξα τας εντολάς σου και τα μαρτύριά σου· διότι πάσαι αι οδοί μου είναι ενώπιόν σου.
169 Let my supplication come near before you, o Lord; instruct me according to your oracle.
Ταυ. Ας πλησιάση η κραυγή μου ενώπιόν σου, Κύριε· συνέτισόν με κατά τον λόγον σου.
170 Let my petition come in before you, O Lord; deliver me according to your oracle.
Ας έλθη η δέησίς μου ενώπιόν σου· λύτρωσόν με κατά τον λόγον σου.
171 Let my lips utter a hymn, when you shall have taught me your ordinances.
Τα χείλη μου θέλουσι προφέρει ύμνον, όταν με διδάξης τα διατάγματά σου.
172 Let my tongue utter your oracles; for all your commandments are righteous.
Η γλώσσα μου θέλει λαλεί τον λόγον σου· διότι πάντα τα προστάγματά σου είναι δικαιοσύνη.
173 Let your hand be [prompt] to save me; for I have chosen your commandments.
Ας ήναι η χειρ σου εις βοήθειάν μου· διότι εξέλεξα τας εντολάς σου.
174 I have longed after your salvation, O Lord; and your law is my (meditation)
Επεθύμησα την σωτηρίαν σου, Κύριε· και ο νόμος σου είναι τρυφή μου.
175 My soul shall live, and shall praise you; and your judgments shall help me.
Ας ζήση η ψυχή μου και θέλει σε αινεί· και αι κρίσεις σου ας με βοηθώσι.
176 I have gone astray like a lost sheep; seek your servant; for I have not forgotten your commandments.
Περιεπλανήθην ως πρόβατον απολωλός· ζήτησον τον δούλον σου· διότι δεν ελησμόνησα τα προστάγματά σου.

< Psalms 119 >